Της Τερψιχόρης Κουδούνα,
Η 22η Οκτωβρίου έχει οριστεί από τον ΟΗΕ ως Παγκόσμια Ημέρα Τραυλισμού. Εξ ορισμού από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας ο τραυλισμός είναι μία διαταραχή στην ομιλία και η κατάσταση του ατόμου κατά την οποία επακριβώς γνωρίζει τι θέλει να πει, αλλά τη στιγμή που το επιθυμεί, δυσκολεύεται λόγω μιας ακούσιας επαναληπτικής επιμήκυνσης, αλλά και παύσης ενός φθόγγου. Ταυτόχρονα, εντοπίζονται νευρωτικές και ασυντόνιστες διαταραχές του λόγου και της ομιλίας, αλλά και του μυϊκού συστήματος και της φωνής της άρθρωσης. Ουσιαστικά, η διαταραχή εντοπίζεται στο τέλος ή στην αρχή του λόγου με επαναλήψεις και κομπιάσματα σε φθόγγους και συλλαβές.
Προσεγγίζοντας το ζήτημα περισσότερο, ο τραυλισμός πρωτοεμφανίζεται σε ηλικία συνήθως των δύο ετών. Μάλιστα, τα παιδιά τα οποία τυχαίνει να τραυλίζουν διακατέχονται από πλούσιο λεξιλόγιο και στα πρώιμα στάδια ομιλίας τους δεν εμφανίζουν στοιχεία τραυλισμού ή κάποιο πρόβλημα στις πρώτες τους άναρθρες κουβέντες (γουργουρίσματα, βάβισμα). Είναι δυνατόν να εμφανιστεί σε ηλικία μέχρι 5 ετών, ιδίως σε άντρες, αλλά σε αρκετές περιπτώσεις συμβαίνει και στην εφηβεία σαν αποτέλεσμα τραύματος, αλλά και ψυχοκοινωνικής αντίδρασης. Πρωταρχικά, γίνεται αντιληπτός από επαναλήψεις ήχου, επιμηκύνσεις, μπλοκαρίσματα, παρεμβολές, διαρκείς επαναδιατυπώσεις έως και ανολοκλήρωτες λέξεις. Δευτερευόντως, η «τάση φυγής» του ατόμου από τη δυσκολία αυτή το οδηγεί σε δευτερεύουσες συμπεριφορές και σωματικές εξαρτώμενες αντιδράσεις: ανοιγοκλείσιμο ματιών, τίναγμα χεριών και μυών, ένταση της φωνής, ένταση στην περιοχή της φωνής και επιτάχυνση της ομιλίας σε τακτά χρονικά διαστήματα.
Κατεξοχήν ο τραυλισμός διακρίνεται από συγκεκριμένη αναπτυξιακή πορεία. Στη προσχολική ηλικία είναι συνήθως περιστασιακός και αιτιολογείται από στρεσσογόνες καταστάσεις, στη σχολική είναι πιο έντονος και αιτιολογείται από στενάχωρες καταστάσεις, ενώ αρχίζει το πρόβλημα να φαίνεται περισσότερο. Στην εφηβεία, η δυσκολία είναι εντελώς διακριτή με αποτέλεσμα να δημιουργείται αμηχανία που συνοδεύεται από αντίδραση, αλλά και αποφυγή «ανεπιθύμητων» ήχων. Από την ενηλικίωση και ύστερα, ο φόβος εκτραχύνεται, αλλά και η ανασφάλεια της προβλεπόμενης εμφάνισης τραυλισμού κορυφώνεται. Το αποτέλεσμα τέτοιο, όταν το άτομο δεν έχει δουλευτεί (ιατρικά, και ψυχολογικά) να αποξενώνεται…
Θα έλεγε λοιπόν κανείς, ξανά και ξανά: «Κάλλιον του θεραπεύειν το προλαμβάνειν»… Η απαρχή νευρωτικών και ψυχοσωματικών αντιδράσεων έως και νοσημάτων, έχουν συνήθως «βαρύ» ιστορικό, του οποίου οι ρίζες ξεκινούν από την οικογένεια και το συνοδεύουν μελλοντικά αναφορικά με τη σύσταση και την ψυχοσύνθεσή του. Τα πρώτα βιώματα και επαφές, η περιρρέουσα μη πιεστική, ήρεμη και ισορροπημένη ατμόσφαιρα θα αποτελέσουν τα ερείσματα αποφυγής ψυχολογικών και νευρωτικών διακυμάνσεων του παιδιού.
Αναμφίβολα, οι γονείς συχνά διαθέτουν αρκετά υψηλές προσδοκίες για τα παιδιά τους, γεγονός που με κάθε τρόπο τους το «περνούν» από νηπιακές ηλικίες, αγνοώντας συχνά τα στάδια ανάπτυξής τους, αλλά και ειδικότερα τον παλμό της προσωπικότητάς τους. Συγκεκριμένα, αναφορικά με τον τραυλισμό, οι γονείς θα μπορούσαν να τον αποφύγουν αλλά και να τον μειώσουν σε αρκετά μικρές ηλικίες, μιλώντας στα παιδιά αργά, καθαρά και με λεξιλόγιο απλό, με σύνταξη απλή και με προτάσεις λίγο μεγαλύτερες από εκείνες που τα παιδιά μπορούν να δομήσουν. Το να αντικρίζει κανείς τον συνομιλητή του στα μάτια με ευγένεια, σεβασμό και υπομονή χωρίς να διακόπτει, συνιστά σημαντική παιδαγωγική μέθοδο και όχι μόνο στοιχείο γόνιμου διαλόγου και συνύπαρξης. Τα παιδιά, χωρίς να λαμβάνουν καταιγισμό ερωτήσεων και απαιτήσεων, χρειάζονται ένα εύλογο χρονικό διάστημα να συνθέσουν τη σκέψη τους, ώστε να καταφέρουν να εκφραστούν. Σε κάθε περίπτωση η επιβράβευση μόνο θετικά αποτελέσματα μπορεί να αποδώσει, καθώς και η αντιμετώπιση του παιδιού σαν έναν συνομιλητή που χρειάζεται να εισέλθει ο μεγάλος στον δικό του χωροχρόνο και τον αναβιβάσει, μεγάλη πρόκληση μα και τεράστια μελλοντική ανταμοιβή δίχως άγχος, το οποίο σωματοποιεί το παιδί. Επιπλέον, η σωματική επαφή, αλλά και η αποφυγή αρνητικών σχολίων –όσο καλή και αν είναι η πρόθεση- μα ιδίως ο ποιοτικός χρόνος με το παιδί, μέσα από δραστηριότητες και παιχνίδια (μορφωτικά), αγάπη και υπομονή, θα αποτελέσουν κινητήριο δύναμη μα και ευχάριστη ενασχόληση για ένα πλάσμα εύπλαστο και έτοιμο να εξερευνήσει τον κόσμο.
Ωστόσο, όταν εντοπίζονται στοιχεία τραυλισμού, είναι ουσιώδες οι γονείς να παρακολουθούν την πορεία του παιδιού και να συμβουλεύονται πρωτίστως τον παιδίατρο και δευτερευόντως έναν λογοθεραπευτή, ο οποίος θα συμβουλεύσει τον κηδεμόνα να έχει υπομονή και να ωθεί το παιδί στη συγκέντρωση. Η τόνωση της αυτοπεποίθησης του παιδιού, μία χτισμένη επικοινωνία αλλά και η βαθιά κατανόηση δίχως προσωπική ενόχληση, θα φωτίσουν ό,τι μπορεί να αντιμετωπίζει ένα παιδί το οποίο να χρήζει λογοθεραπευτικής θεραπείας, να αισθάνεται αποδεκτό και μέσα από τη δυσκολία να βελτιώνεται σιγά σιγά και να επανέρχεται…Ειδικά η εκφορά του λόγου, μπορεί πάντοτε να βελτιωθεί.
«Ο τραυλισμός είναι σαν να ακούς ραδιόφωνο ή να βλέπεις τηλεόραση με παράσιτα. Υπάρχουν κάποιες παρεμβολές, ωστόσο μπορείς να παρακολουθήσεις τα νέα. Μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις διακόπτεται εντελώς το σήμα»: Έτσι περιγράφει τον τραυλισμό, που και ο ίδιος έχει, ο νευρολόγος καθηγητής του Γκέντιγκεν, Μάρτιν Ζόμερ. Μάλιστα, προτείνει τη μέθοδο «fluency shaping», μία λογοθεραπευτική εποπτεία τόσο για το 80% των ατόμων που αργά ή γρήγορα αμβλύνουν τον τραυλισμό, όσο και για εκείνο το 20%, που δυσκολεύεται και παλεύει περισσότερο.
Κλείνοντας, δάσκαλοι, καθηγητές, γονείς μα και ολόκληροι φορείς, με πρωταγωνιστές τα άτομα που προσπαθούν καθημερινά να βελτιώσουν τον λόγο τους, να κάνουν καμπάνιες ενημερώσεις και να προωθήσουν το μήνυμα του ότι εν έτει 2020, τα πάντα είναι διαχειρίσιμα και εντός ελέγχου…Σλόγκαν:
«Ο τραυλισμός μου δεν με πηγαίνει πίσω, με προχωρά ένα βήμα στη ζωή μου»…