15 C
Athens
Τρίτη, 5 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΠολιτισμόςΜουσικήΜουσικοκινητική Αγωγή: η ένωση δυο τεχνών

Μουσικοκινητική Αγωγή: η ένωση δυο τεχνών


Της Κατερίνας Κάκου,

Μουσική, κίνηση και χορός: τρεις έννοιες αλληλένδετες, αλλά και διακριτές μεταξύ τους ήδη από την αρχαιότητα στην καθημερινότητα και εν γένει στις ζωές των ανθρώπων. Ο συνδυασμός τους δημιουργεί ένα κράμα το οποίο από τις αρχές του 20ου αιώνα ονομάζεται μουσικοκινητική. Τι είναι όμως στην πραγματικότητα η μουσικοκινητική και πώς ρίζωσε ο όρος «μουσικοκινητική αγωγή»;

Γύρω στα 1905, τρεις μεγάλοι καλλιτέχνες, ο E. J. Dalcroze, ο C. Orff και ο Kodaly, αποφασίζουν να συνδυάσουν τη μουσική με την κίνηση και τον λόγο. Με τον συνδυασμό των τριών αυτών στοιχείων προέκυψε η δημιουργία της μουσικοκινητικής αγωγής. Η κίνηση είναι από τα απαραίτητα και κύρια στοιχεία της μουσικοκινητικής αγωγής, καθώς, εάν δεν υπήρχε η κίνηση, η μουσική θα στόχευε μόνο στην εκμάθηση εννοιών της μουσικής και τίποτε παραπάνω. Η κίνηση, ωστόσο, βοηθά στη συνειδητοποίηση κάποιων πραγμάτων, στοχεύει στην απελευθέρωση και απογειώνει τη συναισθηματική έκφραση και την καλύτερη αντίληψη του χώρου. Η μουσικοκινητική αγωγή αποτελείται κατά κόρον από τη μουσική και την εκπαίδευση. Ουσιαστικά, η μουσική είναι η μορφή τέχνης που χρησιμοποιείται στην ολοκληρωμένη οργάνωση των ήχων. Ως οργάνωση των ήχων νοείται η σύνθεση, η εκτέλεση και η ακρόαση του μουσικού έργου. Όσον αφορά τον όρο «αγωγή», η ερμηνεία που δίνεται είναι η προδιάθεση των ανθρώπων να αναπτυχθούν σωματικά, πνευματικά, κοινωνικά, ηθικά, καθώς και αισθητικά. Επί τοις πράγμασι πρόκειται για μία ολοκληρωμένη αγωγή, που απευθύνεται σε παιδιά όλων των ηλικιών, με στόχο να καλλιεργήσουν τις σωματικές, πνευματικές και ψυχικές τους ανάγκες.

Στην πράξη όμως παρατηρούνται και εφαρμόζονται κυρίως δυο διακριτά συστήματα:
Το 1ο σύστημα της μουσικοκινητικής αγωγής είναι το σύστημα E. J. Dalcroze. Ο E. J. Dalcroze γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Βιέννη, ενώ σπούδασε στο Παρίσι. Κοντά στη μητέρα του έμαθε πολλά πράγματα για τη μουσικοκινητική αγωγή, καθώς η ίδια υπήρξε δασκάλα μουσικής. Εξαρχής το σύστημα Dalcroze της μουσικοκινητικής αγωγής μετονομάστηκε σε «Ρυθμική», αφού ο ίδιος παρατήρησε πως η μουσική διδασκαλία εμπόδιζε το κοινό να αυτοεκφραστεί. Η Ρυθμική στοχεύει στην εκμάθηση μουσικών νόμων και στοιχείων μέσω της κίνησης του σώματος προάγοντας έτσι τις ικανότητες και τις δεξιότητες των ανθρώπων. Τα βασικά στοιχεία αυτού του συστήματος μουσικοκινητικής αγωγής είναι η συνένωση της μουσικής με τον ρυθμό και την κίνηση. Για την εφαρμογή του συστήματος υπάρχουν τρεις εκδοχές: το solfège, ο αυτοσχεδιασμός και η ρυθμική.

Το 2ο σύστημα της μουσικοκινητικής αγωγής είναι το σύστημα C. Orff. Ο C. Orff, αν και γεννημένος στη Γερμανία, ήταν λάτρης των αρχαίων Ελληνικών και της ελληνικής κουλτούρας εν τω συνόλω. Από νεαρή ηλικία μαθαίνει τα μυστικά μονοπάτια της μουσικής και το πιάνο του κεντρίζει το ενδιαφέρον. Ο C. Orff, συναντώντας και παρακολουθώντας τη Mary Wigman, μία από τις σημαντικότερες χορεύτριες της εποχής του, παρατηρεί τον τρόπο με τον οποίο η ίδια δημιουργεί μουσική με το ίδιο της το σώμα και, όντας γοητευμένος από το θέαμα αυτό, αποφασίζει να ασχοληθεί με τη στοιχειώδη μουσική, η οποία περιλαμβάνει τη μουσική, την κίνηση, την ομιλία και το τραγούδι. Κύρια ιδέα του Orff είναι η ολοκλήρωση του ανθρώπου τόσο σωματικά όσο και ψυχικοπνευματικά. Στο δεύτερο αυτό σύστημα μουσικοκινητικής αγωγής, ο Orff, εμβαθύνοντας περισσότερο, διατύπωσε την άποψη πως οι δάσκαλοι της μουσικοκινητικής αγωγής καλό είναι να αποφεύγουν να μιλούν για σύστημα ή μέθοδο, καθώς ο ίδιος πίστευε πως ο κάθε δάσκαλος θα πρέπει να βρει τον δικό του τρόπο διδασκαλίας ώστε τα παιδιά να βιώνουν τις μουσικές έννοιες εμπειρικά μέσα από τον λόγο, την κίνηση, το τραγούδι και το παίξιμο των οργάνων. Και όλα αυτά πάντοτε μέσα από τον αυτοσχεδιασμό. Άρα η μουσικοκινητική αγωγή δεν μπορεί να είναι τίποτε άλλο από έναν συνδυασμό της μουσικής με τον λόγο, την κίνηση και το τραγούδι, στηριζόμενα πάντα σε βιωματικά πλαίσια. Το σύστημα Orff της μουσικοκινητικής αγωγής εμφανίστηκε στην Ελλάδα για πρώτη φορά από την Πολυξένη Ματέυ και χρησιμοποιείται έως και σήμερα.

Ποια είναι όμως τα οφέλη της μουσικοκινητικής αγωγής; Τι θα κερδίσει ένα παιδί, όντας μέλος μουσικοκινητικής ομάδας;
Η χρησιμότητα αλλά και η αξία της μουσικοκινητικής αγωγής είναι απεριόριστη αλλά και απαραίτητη για την ολική και πολυδιάστατη ανάπτυξη της προσωπικότητας του παιδιού. Τα τελευταία χρόνια, όλο και περισσότερες έρευνες αποδεικνύουν ότι τα παιδιά που έρχονται σε επαφή με τη μουσική από πολύ μικρή ηλικία (ακόμη και νεογέννητα) αναπτύσσουν την προσωπικότητά τους εφοδιασμένα με ελευθερία έκφρασης, δημιουργικότητα, φαντασία και ιδιαίτερα ανεπτυγμένη συναισθηματική νοημοσύνη, ενώ παρουσιάζουν καλύτερη συγκέντρωση και οι δεξιότητές τους αναπτύσσονται με καλύτερο ρυθμό. Πάνω από όλα, όμως, η μουσικοκινητική αγωγή μπορεί να προσφέρει στο κάθε παιδί πραγματική ευχαρίστηση μέσα από το άκουσμα μίας αγαπημένης μελωδίας ή τη χαρά σαν αποτέλεσμα μιας δημιουργικής διαδικασίας.

Αρχικά, στον συναισθηματικό τομέα, ο ρόλος της μουσικοκινητικής αγωγής είναι σημαντικός, διότι ο συνδυασμός μουσικής και κίνησης παίζει σημαντικό ρόλο τόσο στην οργάνωση των ποικίλλων συναισθημάτων του παιδιού όσο και στη βελτίωση των νοητικών του λειτουργιών, ενθαρρύνοντας τη δημιουργικότητα και τη φαντασία του. Η γλώσσα των ήχων επιτρέπει στο παιδί να εκφράσει τις συναισθηματικές του ανάγκες και να επικοινωνήσει με αυτό τον μη λεκτικό τρόπο επικοινωνίας, καθώς αποτελεί παράλληλα φορέα ιδεών και συναισθημάτων. Πολύ σημαντικό όφελος της μουσικοκινητικής αγωγής στον συναισθηματικό τομέα είναι η ακοή και συγκεκριμένα η ανάπτυξή της, καθώς ο εγκέφαλος του παιδιού επεξεργάζεται νέα και πρωτόγνωρα ακούσματα. Επιπροσθέτως, το παιδί μέσα από το παιχνίδι, το σώμα και την κίνηση βιώνει τους νόμους της μουσικής, του ρυθμού, του λόγου και του χώρου. Αναγνωρίζει τις κινητικές δυνατότητες του σώματός του, αποκτά έλεγχο των μεγάλων μυών του και θέτει τα θεμέλια για τη σωστή κινητική του ανάπτυξη, αποκτώντας έτσι συνείδηση του σώματός του και της σχέσης του με την κίνηση στον χωροχρόνο. Μέσα από τις ρυθμικές ποικιλομορφίες μαθαίνει να συντονίζει τα μέλη του σώματός του κινητικά στον ρυθμό της μουσικής και σταδιακά καλλιεργεί τόσο την αδρή όσο και τη λεπτή κινητικότητα. Έτσι, με τη βοήθεια της κίνησης ξεχωρίζει τον ήχο μεγάλης διάρκειας από τον κοφτό, συνειδητοποιεί ψηλές και χαμηλές νότες, αντιδρά στο γρήγορο και το αργό, στο ευδιάθετο και το στενάχωρο, απελευθερώνεται και έρχεται σε επαφή με μια βαθύτερη συναισθηματική και πνευματική ευχαρίστηση, η οποία δεν μπορεί να εκφραστεί με κανέναν άλλον τρόπο.

Στον δημιουργικό τομέα, η μουσικοκινητική αγωγή δίνει μεγάλη έμφαση στη δημιουργική ανάπτυξη του παιδιού, καθώς και στην ανάπτυξη της φαντασίας του. Στον τομέα αυτόν, η μουσικοκινητική αγωγή συνδυάζει όλα τα στοιχεία, δηλαδή χορό, κίνηση και λόγο μαζί με μουσικά όργανα (π.χ. τύμπανο, μεταλλόφωνο, ξυλάκια). Σύμφωνα με τη μουσικοκινητική αγωγή, ο χορός επιτρέπει και ανυψώνει τη σωματική, την πνευματική και την κοινωνικογνωστική ωρίμανση. Τα παιδιά συμμετέχουν ενεργά με χαρούμενη διάθεση. Όταν δεν δέχονται πιέσεις και αφήνονται ελεύθερα, η έμπνευσή τους είναι πιο εμπλουτισμένη σε ιδέες.

Παράλληλα όμως με τα παραπάνω, επιτυγχάνονται και άλλοι στόχοι μέσα από την μουσικοκινητική αγωγή, με βασικότερο την ενσωμάτωση στην κοινωνία, μιας και η μουσική είναι ένας από τους ισχυρότερους παράγοντες της κοινωνικοποίησης, αλλά και συνιστά ισχυρό μέσο διαιώνισης της πολιτισμικής κληρονομιάς, καθώς μαθαίνει στο παιδί από πολύ νωρίς να συμμετέχει σε διάφορες δραστηριότητες, να συνυπάρχει και να συνεργάζεται με διαφορετικά παιδιά, να κοινωνικοποείται, να αναλαμβάνει τις ευθύνες του αλλά και να αυτοπειθαρχείται. Αυτό λειτουργεί σε όλα τα επίπεδα κληροδότησης του πολιτισμού από γενιά σε γενιά: από τα νανουρίσματα και τη διδασκαλία της αλφαβήτας έως και σε πιο, ας το πούμε, ακαδημαϊκό επίπεδο, όπου η μουσική χρησιμοποιείται ως όχημα για τη μετάδοση της ιστορίας της λογοτεχνίας, φερ’ ειπείν.

Τέλος, σύμφωνα με τη νέα παιδαγωγική, ο συνδυασμός μουσικής και κίνησης ή αλλιώς η μουσικοκινητική αγωγή προσφέρει στα παιδιά το πιο σημαντικό στοιχείο, τον αυτοσχεδιασμό. Όταν το παιδί δεν διέπεται από κανόνες και όρια, το σώμα του αφήνεται στον ρυθμό της κίνησης και με τη βοήθεια της φαντασίας του αυτοσχεδιάζει και νιώθει πιο απελευθερωμένο, καθώς οι κινήσεις του διέπονται από ενστικτώδεις και αποδεσμευμένες ενέργειες, ανυψώνοντάς το πνευματικά και αποτελώντας αρωγό ενός μελλοντικά υγειούς ανθρώπου.

Δεν είναι εξάλλου καθόλου τυχαίο που ο μεγάλος φιλόσοφος Πλάτωνας είχε τοποθετηθεί χρόνια πριν από τους καλλιτέχνες του 20ου αιώνα επί του ιδίου θέματος. Ο ίδιος υποστήριζε, πρώτον, ότι η μουσική πρέπει να αντιμετωπίζεται σαν τμήμα της ηθικής, καθώς η πρώτη διαπλάθει το ήθος, και, δεύτερον, ότι η διαμόρφωση του χαρακτήρα του ανθρώπου εξαρτάται από τη ψυχολογική και συναισθηματική ανταπόκρισή του σε διαφορετικά μουσικά ερεθίσματα, συγκεκριμένα σε ρυθμικές και μελωδικές πολυπλοκότητες οι οποίες πρέπει να συνυπάρχουν αρμονικά.


 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Κατερίνα Κάκου
Κατερίνα Κάκου
Γεννήθηκε το 2001 στην Αθήνα και σπουδάζει στο τμήμα της Νομικής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Μιλάει Αγγλικά και Πορτογαλικά, ενώ έχει εντρυφήσει στον μουσικό χώρο καθώς είναι αρπίστρια. Παράλληλα ασχολείται ενεργά με τον αθλητισμό και ιδιαίτερα με τις πολεμικές τέχνες. Δύο πράγματα που δεν θα μπορούσαν να λείπουν από την ζωή της είναι η λογοτεχνία και η ποίηση.