Της Σοφίας Καμπύλη,
Η Ηνωμένη Δημοκρατία της Τανζανίας δημιουργήθηκε κατόπιν ένωσης δυο πρώην βρετανικών αποικιών, της Τανγκανίκας και της Ζανζιβάρης, και αποτελεί μια χώρα της Ανατολικής Αφρικής που βρίσκεται ακριβώς στα Νότια του Ισημερινού. Τόσο το όνομα της Τανζανίας, το οποίο προκύπτει από την ένωση των τριών αρχικών γραμμάτων για καθεμία από τις δύο, (Ταν)γκανίκα και (Ζαν)ζιβάρη με την κατάληξη -ια, όσο και η σημαία της χώρας, που αποτελεί ένα συνδυασμό των χρωμάτων των δύο πρώην αποικιών, σηματοδοτούν με την ένωσή τους σε ένα ενιαίο κράτος.
Η Τανζανία ευνοείται ιδιαιτέρως από τη γεωγραφική της θέση, καθώς έξι από τις οχτώ χώρες με τις οποίες συνορεύει δεν έχουν πρόσβαση στη θάλασσα και ως εκ τούτου δίνεται η δυνατότητα στη χώρα να καταστεί περιφερειακός κόμβος διέλευσης μέσω του λιμανιού Dar es Salaam το οποίο παρουσιάζεται ως πύλη προς την Ανατολική και Κεντρική Αφρική. Επιπλέον, αυτό καθιστά την Τανζανία ως ελκυστικό επενδυτικό προορισμό για τους επιχειρηματίες. Η οικονομία της Τανζανίας, ωστόσο, εξακολουθεί να είναι ως επί το πλείστον αγροτική, με το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού να ασχολείται με τη γεωργία, την κτηνοτροφία και την αλιεία.
Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι το 80% των φτωχών της Τανζανίας ζουν σε αγροτικά νοικοκυριά και, παρότι έχει γίνει χρήση σημαντικών πόρων, προκειμένου να βελτιωθούν κοινωνικοί τομείς της χώρας, παρατηρείται ότι δεν έχει δοθεί παρόμοια υποστήριξη στη γεωργία. Ένα από τα βασικότερα ζητήματα που ταλανίζουν τους Τανζανίτες αγρότες αποτελεί η έλλειψη ασφαλούς ιδιοκτησίας γης προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι παραδοσιακοί χρήστες που καλλιεργούν τη γη στη περιοχή τους δε πρόκειται να την χάσουν. Αυτή η έλλειψη έχει ως αποτέλεσμα να περιορίζονται οι επενδύσεις, οι οποίες θα μπορούσαν να δώσουν μεγαλύτερη ώθηση στην παραγωγικότητα του αγροτικού τομέα.
Η επεξεργασία τροφίμων και άλλων γεωργικών προϊόντων και μορφών παραγωγής είναι επίσης πολύ περιορισμένη στις αγροτικές περιοχές, δημιουργώντας πολύ λίγες πρόσθετες ευκαιρίες απασχόλησης. Αξίζει, επιπλέον, να σημειωθεί ότι οποιαδήποτε ελάχιστη ανάπτυξη του αγροτικού τομέα δεν είναι αρκετή λόγω του υψηλότατου ρυθμού αύξησης του πληθυσμού των Τανζανιτών τις τελευταίες δεκαετίες, από 11 εκατομμύρια το 1963 σε περίπου 55 εκατομμύρια το 2020, με τα ποσοστά γεννήσεων στις αγροτικές περιοχές να είναι ιδιαίτερα υψηλά (6,1 γεννήσεις ανά γυναίκα σε σύγκριση με 3,7 στις αστικές περιοχές). Απότοκο της ραγδαίας αύξησης του πληθυσμού στην Τανζανία τις τελευταίες δεκαετίες συνιστά το γεγονός ότι περισσότερα από τα δύο τρίτα του πληθυσμού ζουν κάτω από το διεθνώς αναγνωρισμένο όριο φτώχειας με 1,25 USD ανά ημέρα και σχεδόν το 90% βιοπορίζεται με λιγότερο από δύο δολάρια την ημέρα. Με άλλα λόγια το ΑΕΠ της χώρας είναι αρκετά μικρότερο σε σύγκριση με άλλες χώρες (το ΑΕΠ της Τανζανίας είναι σχεδόν 4 φορές μικρότερο από αυτό της Ελλάδας με βάση στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας). Όπως αναφέραμε και πριν, ο πληθυσμός της Τανζανίας αυξάνεται συνεχώς. Αυτό έχει, λοιπόν, σαν αποτέλεσμα η χώρα να έχει ένα πολύ μικρό Κατά Κεφαλήν ΑΕΠ, το οποίο αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους δείκτες ανάπτυξης μίας χώρας. Το Κατά Κεφαλήν ΑΕΠ ορίζεται ως ο λόγος του ΑΕΠ προς τον πληθυσμό μίας χώρας. Έχοντας επομένως έναν πολύ μικρό αριθμητή και έναν πολύ μεγάλο παρονομαστή, παίρνουμε ένα πολύ μικρό κλάσμα.
Παρά το γεγονός ότι η Ηνωμένη Δημοκρατία της Τανζανίας έχει ομολογουμένως υψηλά ποσοστά φτώχειας όσον αφορά το πληθυσμό της, τις τελευταίες δεκαετίες αποτελεί ένα ακόμη success story της Αφρικανικής Ηπείρου λόγω της αύξησης του ρυθμού της οικονομικής της ανάπτυξης σε συνδυασμό με τη μαζική βοήθεια που λαμβάνει σε διεθνές επίπεδο. Διάφορα προγράμματα που εκπονούνται από οργανισμούς, όπως το USAID (Οργανισμός Διεθνούς Ανάπτυξης των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής), προσφέρουν υποστήριξη στη χώρα προκειμένου να επιτύχει τον στόχο της κατάταξής της ως χώρα μεσαίου εισοδήματος, τη διατήρηση της οικονομικής ανάπτυξης χωρίς αποκλεισμούς, την υποστήριξη των επενδύσεων του ιδιωτικού τομέα στην ενέργεια, καθώς και στη γεωργία και τον τουρισμό με βάση τους φυσικούς πόρους. Αξιοσημείωτο, μάλιστα, συνιστά το γεγονός ότι η Τανζανία κατόρθωσε να πετύχει τον στόχο του μεσαίου εισοδήματος την 1η Ιουλίου του 2020, εν μέσω της πανδημίας του κορωνοϊού και πέντε χρόνια νωρίτερα από το χρονοδιάγραμμα που ακολουθεί.
Το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) στην Τανζανία ανήλθε σε 63,18 δισεκατομμύρια δολάρια το 2019, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία από την Παγκόσμια Τράπεζα, αυξημένο κατά 5,8% εν συγκρίσει με το 2018, γεγονός που καταδεικνύει την τροχιά ανάπτυξης της οικονομίας της χώρας, ενώ και οι προβλέψεις για το 2020 είναι ευοίωνες παρά την πανδημία του κορωνοϊού, που έχει πλήξει ανεξαιρέτως όλα τα κράτη στον παγκόσμιο χάρτη.
Τρία βασικά χαρακτηριστικά καθιστούν την Ηνωμένη Δημοκρατία της Τανζανίας ως εν δυνάμει αφρικανική οικονομική δύναμη: η στρατηγική της θέση -όπως αναφέρθηκε και παραπάνω- η πολιτική σταθερότητα που επικρατεί στη χώρα παρά τα υψηλά ποσοστά φτώχειας -μια παράμετρος που καθιστά το έδαφος γόνιμο για την προσέλευση επενδύσεων- και φυσικά η ύπαρξη πόρων και πηγών ενέργειας, ανανεώσιμων και μη. Από την άλλη, τροχοπέδη στην ανάπτυξη της χώρας αποτελεί το ασαφές ιδιοκτησιακό καθεστώς, όπως αναφέρθηκε αρχικά.
Η Τανζανία αποτελεί έναν από τους πέντε κορυφαίους παραγωγούς χρυσού στην Αφρική, κάτι το οποίο κατέστη ακόμη περισσότερο ευνοϊκό για την ίδια το τρέχον έτος, καθώς οι εξαγωγές χρυσού αυξήθηκαν κατά 46,8 τοις εκατό -σε 2,5 δισεκατομμύρια δολάρια- το έτος έως τον Μάιο. Σ’ αυτό το σημείο πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι το ξέσπασμα της πανδημίας του κορωνοϊού είχε ως αποτέλεσμα ο χρυσός, ως ασφαλές καταφύγιο, να κερδίσει την υποστήριξη των επενδυτών. Αυτό συνέβη, διότι οι κεντρικές τράπεζες ανά τον κόσμο έλαβαν μέτρα για τη στήριξη των οικονομιών των χωρών τους και το γεγονός αυτό αύξησε τις προσδοκίες των επενδυτών σχετικά με τον πληθωρισμό. Εκτός από τον χρυσό, διαμάντια, κασσίτερος, βωξίτης και άλλοι πολύτιμοι λίθοι, συμπεριλαμβανομένου και του τανζανίτη, εξορύσσονται και εξάγονται, συνεισφέροντας στο ΑΕΠ της χώρας. Μέρος της επιτυχίας στον τομέα της εξόρυξης αλλά και της μεταποίησης οφείλεται στην προσέλκυση άμεσων ξένων επενδύσεων τουλάχιστον 1 δις δολάρια ετησίως κατά την τελευταία μισή δεκαετία.
Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, τέλος, αποτελούν μεγάλη οικονομική ευκαιρία για την τανζανική οικονομία. Ο μόνος πόρος που χρησιμοποιείται σε μεγάλη κλίμακα προς το παρόν είναι η υδροηλεκτρική ενέργεια. Οι πόροι της βιομάζας αξιοποιούνται ως επί το πλείστον με παραδοσιακούς, αλλά μη βιώσιμους τρόπους, αν και εξακολουθούν να υπάρχουν μεγάλες δυνατότητες λόγω των μεγάλων ποσοτήτων οργανικών αποβλήτων που παράγονται από τον γεωργικό τομέα. Η ηλιακή ενέργεια είναι άφθονη και ήδη καταβάλλονται οι αρχικές προσπάθειες για την εκμετάλλευση αυτού του πόρου. Προγράμματα χρηματοδοτήσεων, όπως αυτά που εκπονεί το Ταμείο Επενδύσεων για το Κλίμα, με πρόσφατη τη χρηματοδότηση του SREP (πρόγραμμα αναβάθμισης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στις χώρες χαμηλού εισοδήματος), αποσκοπούν στο να αναβαθμιστεί ο ρόλος των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και η οικονομική απόδοσή τους προκειμένου να επωφεληθεί στο μέγιστο η οικονομία της Τανζανίας.
Ενδεικτικές Πηγές
- Himbara David, (2020, July 17), Tanzania has what it takes to be ‘African economic giant’, retrieved from here
- Malanga, Alex ( 2020, July 10), East Africa: Tanzania ‘To Register Fastest Economic Growth in East Africa, retrieved from here
- Mascarenhas C Adolfo, (September 8, 2020). Britannica Retrieved from here
- National Website the United Republic of Tanzania, (2020), retrieved from here
- Trading economics, (2020), retrieved from here
- USAID, (U.S Agency For International Development) (August 27, 2019) How solar power is bringing water to rural Tanzania, retrieved from here
- World Bank, (2020), retrieved from here