Της Μαρίλιας Πλατσά,
Τον 6ο αιώνα π.Χ., στον ελληνικό χώρο, αναδείχθηκαν ως ισχυρότερες δυνάμεις οι πόλεις της Αθήνας και της Σπάρτης. Στην Αθήνα, άνθιζαν οι τέχνες, τα γράμματα, η αρχιτεκτονική και ετίθεντο τα θεμέλια του δημοκρατικού πολιτεύματος. Την ίδια περίπου περίοδο, στην Σπάρτη, ο Λυκούργος προχωρούσε σε καινοτόμες αλλαγές στο νομοθετικό σύστημα της πόλης. Παρά τη μεγάλη πρόοδο, που σηματοδοτούσε η θεμελίωση του πολιτεύματος της «πλειοψηφίας» στην Αθήνα, η θέση της γυναίκας ήταν περιορισμένη, όπως και στις υπόλοιπες ελληνικές πόλεις, με εξαίρεση την Σπάρτη.
Στο πλαίσιο της αθηναϊκής δημοκρατίας, λειτουργούσαν τρία ύψιστης σημασίας όργανα: η εκκλησία του δήμου, η βουλή των 500 και το δικαστήριο της Ηλιαίας, στα οποία συμμετείχαν απλοί πολίτες. Το πολίτευμα είχε άμεσο χαρακτήρα, καθώς ισοδυναμούσε με συμμετοχή όλων των ελεύθερων πολιτών στις εκλογές, τις δημόσιες συζητήσεις στην Πνύκα και την αγορά και την λήψη κρίσιμων αποφάσεων για το μέλλον της πόλης. Αξιοσημείωτο είναι ότι, την περίοδο της διακυβέρνησής της από τον Περικλή, οι Αθηναίοι απλοί πολίτες πληρώνονταν από το δημόσιο, προκειμένου να συμμετάσχουν στα κοινά, αντιμετωπίζοντας, με αυτόν τον τρόπο, την έντονη απουσία τους λόγω έλλειψης χρόνου. Ωστόσο, στο «λειτούργημα» αυτό δεν λάμβαναν μέρος οι γυναίκες, καθώς δεν συγκαταλέγονταν στην κατηγορία των πολιτών.
«Ο άντρας είναι από τη φύση καλύτερος από τη γυναίκα. Ο άντρας διευθύνει και η γυναίκα υπακούει σ’ αυτόν». Η αριστοτελική αυτή φράση αντανακλά ολόκληρη τη δομή της αρχαίας αθηναϊκής κοινωνίας και οικογένειας. Η γυναίκα ήταν κατώτερης θέσης από τον άνδρα. Δεν θεωρούταν πολίτης και κατ’ επέκταση δεν διέθετε πολιτικά δικαιώματα. Αυτό συνεπάγεται ότι δεν ψήφιζε, δεν κατείχε ούτε μπορούσε να κληρονομήσει γη. Σε περίπτωση που ο πατέρας της πέθαινε, την περιουσία, εφόσον ήταν μοναχοπαίδι, καρπωνόταν ο κηδεμόνας ή ο σύζυγός της. Απαγορευόταν η συναναστροφή με άλλους άνδρες, εκτός των αρρένων συγγενών, γι’ αυτό και η συμμετοχή της στην κοινωνική ζωή ήταν ελεγχόμενη. Της επιτρεπόταν, πάντως, να λαμβάνει μέρος σε θρησκευτικές τελετές και εορτές της πόλης στον ρόλο, για παράδειγμα, της ιέρειας. Η ζωή της, επομένως, υποχρεωτικά ήταν αφιερωμένη στην ανατροφή των τέκνων και την αποπεράτωση των οικιακών εργασιών πιθανώς και με τη βοήθεια δούλων, αν προερχόταν από εύπορη οικογένεια.
Ειδικότερα, τα νεογέννητα κορίτσια είχαν λιγότερες πιθανότητες να επιβιώσουν από τα αγόρια, εξαιτίας του φαινομένου της εγκατάλειψης. Πάντως, όταν μεγάλωναν, αποκτούσαν στοιχειώδη μόρφωση, η οποία δεν μπορεί να συγκριθεί με εκείνη των αρρένων. Στα 18 τους, παντρεύονταν με τη μέθοδο του προξενιού, που προϋπέθετε να είναι παρθένες. Οι παντρεμένες απαιτούταν να είναι πιστές στους συζύγους τους, σε διαφορετική περίπτωση καταδικάζονταν για μοιχεία, με αποτέλεσμα τον αποκλεισμό τους από τις θρησκευτικές τελετές -ίσως και το μοναδικό τους κοινωνικό δικαίωμα-. Οι σύζυγοι, μάλιστα, δικαιούνταν να τις δολοφονήσουν νομίμως. Η διάκριση μεταξύ των δύο φύλων αποτυπώνεται εντονότερα στο σημείο αυτό, καθώς ο άντρας μπορούσε να διατηρεί εξωσυζυγικές σχέσεις, χωρίς κανένα περιορισμό. Μια ιδιάζουσα περίπτωση γυναικών αποτελούσαν οι εταίρες, οι οποίες, λόγω του επαγγέλματός τους, είχαν εντονότερη παρουσία στην κοινωνική ζωή της πόλης. Αξίζει να σημειωθεί, στο σημείο αυτό, ότι υπήρξαν και γυναίκες που ξεχώρισαν και διεκδίκησαν ευνοϊκότερες προϋποθέσεις για τη ζωή τους, όπως η Ασπασία και η πρώτη γυναικολόγος της αρχαίας Αθήνας, η Αγνοδίκη.
Στον αντίποδα, η αρχαία Σπάρτη ακολουθούσε το δικό της πολίτευμα, στην κορυφή του οποίου βρίσκονταν οι δύο βασιλιάδες και μεταγενέστερα και οι έφοροι. Το πολίτευμα και οι νόμοι της αποδίδονται, κυρίως, στο έργο του νομοθέτη Λυκούργου. Ήταν, επίσης, γνωστή για την στρατιωτική της δύναμη, φυσικό επακόλουθο του μιλιταριστικού μοντέλου ζωής, στο οποίο μυούνταν όλα τα μέλη της πόλης, ακόμα και οι γυναίκες.
Η άνοδος της κοινωνικής θέσης της γυναίκας στην Σπάρτη δεν ήταν τυχαία, αλλά, μάλλον, ήταν προϊόν αναγκαιότητας. Στα τέλη του 8ου αιώνα, οι Σπαρτιάτες κατέκτησαν τη γειτονική πόλη, Μεσσηνία, κερδίζοντας, με τον τρόπο αυτό, εύφορη γη και αμισθί εργατικά χέρια, ήτοι δούλους. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να αφιερώνουν περισσότερο χρόνο στον στρατό, για να είναι προετοιμασμένοι για μια πιθανή εξέγερση των υπόδουλων. Επιπλέον, η φύση της εργασίας τους μετατράπηκε από χειρωνακτική σε πνευματική, δηλαδή πλέον διηύθυναν τις καλλιεργούμενες από τους δούλους εκτάσεις, που δεν χρειαζόταν σωματική ρώμη και άρα μπορούσε να πραγματοποιηθεί και από γυναίκες. Τέλος, οι δούλοι, που απέκτησαν, ασχολούνταν με τις δουλειές του σπιτιού απαλλάσσοντας έτσι τις Σπαρτιάτισσες από αυτό το καθήκον.
Χάρη στη ριζική μεταβολή στις ανάγκες της πόλης, οι Σπαρτιάτισσες, σε αντίθεση με τις Αθηναίες, άρχισαν να διαθέτουν γη και να έχουν τη δυνατότητα να την κληρονομούν, να τη διαχειρίζονται και να την ελέγχουν. Όχι μόνο δεν υπήρχε περιορισμός στην κυκλοφορία τους εκτός σπιτιού, αλλά, ακόμα, γυμνάζονταν και ασκούνταν στην πάλη και την ιππασία, όπως και οι άρρενες. Τα κορίτσια λάμβαναν δημόσια μόρφωση, όπως και τα αγόρια, και παντρεύονταν σε σχετικά μεγάλη ηλικία με συνομηλίκους. Για να αντιληφθούμε καλύτερα το δυναμισμό και την επιρροή τους στην αρχαία Σπάρτη, παραθέτουμε το παρακάτω: Ερωτηθείσα υπό τινος Αττικής, «διά τι υμείς άρχετε μόναι των ανδρών αι Λάκαιναι;» «ότι», έφη, «και τίκτομεν μόναι άνδρας». Δηλαδή «Σπαρτιάτισσες είναι οι μόνες γυναίκες στην Ελλάδα που κυβερνάνε άντρες, επειδή μόνο αυτές γεννάνε άντρες». Πρόκειται για την απάντηση της Γοργούς, κόρης του βασιλιά Κλεομένη και συζύγου του Λεωνίδα, όπως διασώζεται από τον Πλούταρχο.
Ωστόσο, όταν η Μεσσηνία, αιώνες αργότερα, έπαυσε να είναι υπόδουλη της Σπάρτης, τότε τα δικαιώματα των γυναικών υπονομεύτηκαν και εξομοιώθηκαν με εκείνα που ίσχυαν την ίδια περίοδο σε άλλες ελληνικές πόλεις.
Συνοψίζοντας, αν και η Αθήνα δεν είχε καταφέρει να εξασφαλίσει αντάξια θέση στις γυναίκες, παρότι συνιστούσε το λίκνο της δημοκρατίας, οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι οι δημοκρατικοί θεσμοί, που είχε εγκαθιδρύσει, και το γενικότερο πνεύμα ήταν ήδη πολύ πρωτοποριακό για την εποχή. Από την άλλη πλευρά, η Σπάρτη, για χρησιμοθηρικούς λόγους, αν και απολυταρχική, είχε εξοπλίσει τις γυναίκες με δικαιώματα πρωτόγνωρα. Συμπεραίνουμε, λοιπόν, ότι, στο ίδιο χρονικό πλαίσιο, σε πόλεις κοντινές, η θέση της γυναίκας ποίκιλε σημαντικά.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Harvard Library
- National Geographic: https://www.nationalgeographic.com/culture/people/reference/pericles/
- Social Science Research Network: https://papers.ssrn.com/sol3/papers.cfm?abstract_id=788106