10.4 C
Athens
Δευτέρα, 23 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΠολιτισμόςΔημιουργία ατμόσφαιρας: Η σημασία του ήχου και της μουσικής στον κινηματογράφο

Δημιουργία ατμόσφαιρας: Η σημασία του ήχου και της μουσικής στον κινηματογράφο


Της Μαρίας-Ελένης Καποτά,

Από τα κοστούμια μέχρι τον σκηνοθέτη και την απόδοση του σεναρίου από τους ηθοποιούς, η λειτουργία μιας ταινίας, ως ένα καλλιτεχνικό δημιούργημα με συγκεκριμένες ιδιότητες και ενδιαφέροντες για τον θεατή προοπτικές, είναι ένα σημαντικό επίτευγμα. Ένα από τα στοιχεία που συμβάλλουν στην εικόνα και στη δημιουργία της «ατμόσφαιρας» ενός κινηματογραφικού φιλμ είναι η μουσική και γενικότερα η χρήση του ήχου.

Ο ήχος αποτέλεσε και αποτελεί πρωτοπορία της βιομηχανίας του θεάματος. Στις εμπορικές, indie και κάθε λογής ταινίες του 21ου αιώνα αλλά και παλαιότερα, σε γνωστές χολιγουντιανές ταινίες φέρ’ειπείν, το προαναφερόμενο στοιχείο χρησιμοποιείται ποικιλοτρόπως. Φυσικά, ο ρόλος του ήχου και της μουσικής είναι σημαντικός για αρκετούς λόγους. Ας το δούμε πιο αναλυτικά…

Στo ψυχολογικό θρίλερ Mother! (2017), το οποίο αναφέρεται στην καθημερινότητα ενός ζευγαριού του οποίου η ιδιωτικότητα, και τελικά η ίδια η ύπαρξη σε ένα απομονωμένο σπίτι, απειλείται από εξωτερικές συνθήκες, ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος της ταινίας, Darren Aronofsky, απέφυγε τη χρήση μουσικής υπόκρουσης. Στην ταινία, το οίκημα εντός του οποίου διαμένουν ο ποιητής και η γυναίκα του έχει καθοριστικό ρόλo, είναι ένας ζωντανός οργανισμός τον οποίο περιποιείται και με τον οποίο συνδέεται συναισθηματικά η ηρωίδα. Όπως αναφέρει ο συνθέτης της ταινίας, Jóhann Jóhannsson, δεν ήταν δύσκολο να «καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η ταινία δεν χρειαζόταν καθόλου μουσική». Μαζί με τον Graig Henighan, μουσικό σχεδιαστή της ταινίας, κατέληξαν στη δημιουργία ήχων παρά «soundtrack». Έτσι, θόρυβοι, όπως ελαφρά σφυρίγματα, τρεμουλιάσματα και μουρμουρητά, κατακλύζουν την ταινία του Aronofsky και επιτελούν τους σκοπούς της. Λειτουργούν ως ένα αποδεικτικό στοιχείο της ζωντάνιας του σπιτιού, ενώ σε επόμενο επίπεδο συμβάλλουν στη δημιουργία μιας σκοτεινής και απειλητικής ατμόσφαιρας, η οποία απλώνεται από την αρχή ως το τέλος του φιλμ. Οι ήχοι που προέρχονται από τα δρώμενα σε κάθε δωμάτιο του σπιτιού είναι έντονοι και κανένας από αυτούς δεν θυσιάζεται για χάρη κάποιου άλλου. Προσδίδεται έτσι στην ταινία ένας αγχωτικός, κλειστοφοβικός τόνος και, καθώς ο ίδιος ο σκηνοθέτης επιθυμεί την πρόκληση έντονων συναισθημάτων στους θεατές των έργων του, καταλήγουμε στα εξής συμπεράσματα: Η σημασία όχι μόνο του ήχου αλλά και της απόλυτης ησυχίας που διαπνέει την ταινία σε διάφορα σημεία της συμβάλλει πρωτίστως στην πλοκή και το ύφος της ως ψυχολογικό θρίλερ, αλλά και στην έμφαση στα συναισθήματα των ηρώων, στη διαφοροποίησή της από άλλες ταινίες παρόμοιου είδους και, τέλος, στην επιτυχία της να προκαλέσει έντονες αντιδράσεις, αφού αυτός είναι άλλωστε ένας από τους στόχους της έβδομης τέχνης.

Η μουσική μπορεί επίσης να αποτελέσει σήμα κατατεθέν ενός κινηματογραφικού έργου. Στο Psycho (1960) του Alfred Hitchcock, για παράδειγμα, ένα από τα σπουδαιότερα θρίλερ στην ιστορία του κινηματογράφου, η χρήση της μουσικής σε συνδυασμό με τα όσα συμβαίνουν στην «mise en scène», η οποία, όπως αναφέρεται στο βιβλίο «Εισαγωγή στην τέχνη του Κινηματογράφου» των Bordwell και Thompson, χρησιμοποιείται «[…]για να δηλώσουν (οι μελετητές του κινηματογράφου) τον έλεγχο του σκηνοθέτη πάνω σε ό,τι εμφανίζεται στο κινηματογραφικό κάδρο» και «[…]περιλαμβάνει εκείνες τις όψεις του κινηματογράφου που συμπίπτουν με την τέχνη του θεάτρου: το σκηνικό, τον φωτισμό, τα κοστούμια και τη συμπεριφορά των προσώπων», εντείνει το στοιχείο του τρόμου και κυρίως του σασπένς. Το soundtrack της ταινίας με τον τσιριχτό ήχο έγχωρδων μουσικών οργάνων είναι πλέον πασίγνωστο και ένα από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της, που την καθιστούν φρικιαστική. Φυσικά, ενδιαφέρουσες λειτουργίες του ήχου δεν παρατηρούνται μονάχα σε φιλμ αυτού του είδους.

Στην ταινία μυστηρίου Enola Holmes (2020), είναι σημαντικό να αναφερθούμε σε μια αξιοσημείωτη χρήση του ήχου, η οποία έχει παρατηρηθεί και σε άλλες ταινίες, όπως του Hitchcock, στον οποίον αναφέρθηκα παραπάνω. Συγκεκριμένα, σε ένα σημείο του έργου η μετάβαση από το ένα πλάνο στο άλλο πραγματοποιήθηκε με ομαλό και ιδιαίτερο στο άκουσμα τρόπο, καθώς η κραυγή ενός από τους πρωταγωνιστές της ταινίας ενώνεται με το σφύριγμα του τρένου στο αμέσως επόμενo πλάνο. Mε αυτήν τη μέθοδο το κάθε πλάνο δεν κόβεται απότομα για χάρη του επόμενου. Εντούτοις, παρόλες τις ενδιαφέρουσες χρήσεις του ήχου και της μουσικής, υπάρχουν και περιπτώσεις που η μουσική, όπως θα έχετε πλέον κατανοήσει, μπορεί να επηρεάσει επίσης αρνητικά ή να αποπροσανατολίσει τον θεατή.

Διαβάζοντας κάποια από τα σχόλια για το trailer της επερχόμενης ταινίας Rebecca (2020), δεν μπορώ παρα να συμφωνήσω στο ότι παρά την προσμονή μου για τη μεταφορά του γνωστού βιβλίου της Daphne du Maurier σε μια από τις διασημότερες πλατφόρμες, το Netflix, η μουσική υπόκρουση του ολιγόλεπτου σποτ, σε συνδυασμό με τα όσα διαδραματίζονταν στο κάθε πλάνο, δεν δικαίωσε κατά την άποψή μου την ατμόσφαιρα της ιστορίας. Το λογοτεχνικό έργο στο οποίο βασίζεται το φιλμ συνδυάζει μυστήριο και αίσθημα, στοιχεία τα οποία εμφανίζονται με κομψό και πιστό στο βιβλίο τρόπο στην προγενέστερη Rebecca (1940) του Hitchcock. Αντίθετα, το μοντέρνο και αισθησιακό μουσικό κομμάτι που συνοδεύει το μεγαλύτερο μέρος του trailer της εκδοχής του Ben Wheately προϊδεάζει μια ταινία η οποία δεν εντάσσεται ή δεν φέρει επακριβώς τα αναμενόμενα χαρακτηριστικά. Δεν πρέπει φυσικά να ξεχνάμε πως ο κάθε δημιουργός έχει μια δική του άποψη και ένα δικό του στυλ και πως πολλές φορές τα trailer σπουδαίων ταινιών είναι παραπλανητικά. Εντούτοις, αυτό στο οποίο θέλω να επιμείνω είναι πως η μουσική, το soundtrack ενός κινηματογραφικού έργου, συμβάλλει έστω και άθελά του στην «τοποθέτηση» μιας ταινίας σε ένα συγκεκριμένο κινηματογραφικό είδος και στην προσθήκη της ή μη στη λίστα με τα έργα που θα θέλαμε να παρακολουθήσουμε.

Συμπερασματικά, η χρήση του ήχου και της μουσικής υπόκρουσης παίζει καθοριστικό ρόλο στο ύφος, στην πλοκή, στη θέαση αλλά και στην ένταξη μιας ταινίας σε ένα ή παραπάνω κινηματογραφικά είδη. Ο ρόλος των μουσικών συνθετών και όσων αναλαμβάνουν το ζήτημα του ήχου στα πλαίσια δημιουργίας ενός κινηματογραφικού έργου είναι καθοριστικός και συμβάλλει στη μαγεία της έβδομης τέχνης.

 


ΠΗΓΕΣ


 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Μαρία-Ελένη Καποτά
Μαρία-Ελένη Καποτά
Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα. Είναι τεταρτοετής φοιτήτρια του τμήματος Επικοινωνίας, Μέσων και Πολιτισμού στην κατεύθυνση «Πολιτισμός και Πολιτιστική Διαχείριση» του Παντείου Πανεπιστημίου. Κατέχει διπλώματα πιάνου (Μέση Α’) και κλασσικού χορού (certificat de 2nd degré) και υπήρξε μέλος της χορωδίας «Μανώλης Καλομοίρης». Από το 2017 παρακολουθεί ημερίδες σχετικές με την ελληνική εξωτερική πολιτική και διπλωματία. Ομιλεί ελληνικά, αγγλικά και γαλλικά, ενώ λατρεύει τον κινηματογράφο, την ζωγραφική, τα ταξίδια και την πεζοπορία.