Της Δανάης Λυπιρίδη,
Η Γουιάνα -ή επίσημα η Συνεργατική Δημοκρατία της Γουιάνας- είναι το τρίτο μικρότερο και συνάμα φτωχότερο κράτος της Νότιας Αμερικής. Με μικρό πληθυσμό (περίπου 780.000 κατοίκους), έλλειψη ουσιαστικών υποδομών και περιορισμένες οικονομικές δυνατότητες, η Γουιάνα είναι, μέχρι και σήμερα, μια από τις πιο άγνωστες χώρες της Νοτίου Αμερικής. Η χώρα, αρχικά, υπήρξε ολλανδική αποικία, όμως το 1814 πέρασε κάτω από τον άμεσο έλεγχο του βρετανικού Στέμματος με το όνομα «Βρετανική Γουιάνα». Η πρώην βρετανική αποικία ζάχαρης κατάφερε τελικά να διεκδικήσει την ανεξαρτησία της το 1966, εντούτοις, η κληρονομιά της βρετανικής κυριαρχίας αντικατοπτρίζεται μέχρι και σήμερα στην πολιτική διοίκηση της χώρας και στον ποικίλο πληθυσμό, ο οποίος περιλαμβάνει ινδικές, αφρικανικές, κινεζικές, πορτογαλικές, νοτιοαμερικανικές και άλλες φυλετικές ομάδες. Η μικρή οικονομία της Γουιάνας εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την καλλιέργεια ζαχαροκάλαμου, την ξυλεία και τις εξορύξεις βωξίτη και χρυσού, αλλά μια σημαντική ανακάλυψη υπεράκτιων αποθεμάτων πετρελαίου από την ExxonMobil, το 2015, υπόσχεται να ανατρέψει αυτά τα δεδομένα και να κάνει τη Γουιάνα μία νέα προσοδοφόρα πηγή εξόρυξης αργού πετρελαίου· ένα νέο “Oil Dorado”.
Η διαδικασία εξερεύνησης πετρελαίου στη Γουιάνα είχε ξεκινήσει από τις αρχές του 20ου αιώνα. Η υπεράκτια λεκάνη της Γουιάνας-Σουρινάμ έχει προσελκύσει διάφορες διεθνείς πετρελαϊκές εταιρείες, ήδη από το 1940, για την διεκπεραίωση γεωλογικών ερευνών και γεωτρήσεων στην περιοχή. Εντούτοις, η Γουιάνα κέρδισε την προσοχή της διεθνούς κοινότητας το Μάιο του 2015, όταν η ExxonMobil ανακοίνωσε την ανακάλυψη ενός εκ των «μεγαλύτερων κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου που έχει βρεθεί τις τελευταίες δεκαετίες». Το Liza-1, στο οποίο δραστηριοποιείται ο αμερικανικός πετρελαϊκός γίγαντας, είναι το πρώτο σημαντικό βαθύ υπεράκτιο κοίτασμα πετρελαίου της Γουιάνας στο πεδίο Stabroek, το οποίο μπορεί, ενδεχομένως, να παραγάγει 700 εκατομμύρια βαρέλια πετρελαίου, αξίας 40 δισεκατομμυρίων δολαρίων (σύμφωνα με τη σημερινή τιμή του αργού πετρελαίου). Σε κοντινή απόσταση από την Liza-1, η κοινοπραξία της ExxonMobil, Hess Corp. και Statoil «σημαδεύει» και ένα άλλο νέο κοίτασμα στην ακτή του Σουρινάμ, δίπλα από τα πεδία της Γουιάνας, με τα αποδεδειγμένα και πολλά υποσχόμενα πετρελαϊκά ευρήματα. Ο κρατικός αμερικανικός οργανισμός γεωλογίας κατατάσσει τον συγκεκριμένο υποθαλάσσιο θύλακα μεταξύ των δύο νοτιοαμερικανικών χωρών ως το δεύτερο πιο υποσχόμενο ανεξερεύνητο κοίτασμα παγκοσμίως, με εκτιμώμενα αποθέματα 13.6 δισεκατομμύρια βαρέλια πετρελαίου και 32 τρισεκατομμύρια κυβικά μέτρα φυσικού αερίου. Πέραν του ποσοτικού, σημαντική παράμετρο αποτελεί, επίσης, το χαμηλό κόστος εξόρυξης στο κοίτασμα πετρελαίου Liza-1, που το καθιστά ένα εξαιρετικά επικερδές εγχείρημα. Για να γίνει πιο κατανοητό το μέγεθος των κοιτασμάτων, σε αναλογία με τον πληθυσμό της Γουιάνας, οι εκτιμώμενες ποσότητες ισοδυναμούν με 3.900 βαρέλια πετρελαίου ανά κάτοικο, διπλάσια δηλαδή από τα 1.900 της πρώτης στη λίστα Σαουδικής Αραβίας.
Η ανακάλυψη αυτή θα μπορούσε να δώσει μια εξαιρετικά σημαντική οικονομική ώθηση στη Γουιάνα, η οποία εξήγαγε την πρώτη της παρτίδα αργού πετρελαίου στις ΗΠΑ (περίπου 1 εκατομμύριο βαρέλια) τον Φεβρουάριο του 2020. Αναλυτές της Rystad Energy εξέδωσαν μια πρόβλεψη, πριν το ξέσπασμα της πανδημίας του COVID-19, σύμφωνα με την οποία η παραγωγή πετρελαίου της χώρας θα μπορούσε να φθάσει περίπου 1 εκατομμύριο bpd (βαρέλια την ημέρα) μέχρι το 2030 -αρκετά για να ανταγωνιστεί το γειτονικό κράτος της, τη Βενεζουέλα- δημιουργώντας, έτσι, εθνικά έσοδα αξίας 30 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Με αυτόν τον τρόπο, η Γουιάνα θα σημείωνε, σύμφωνα με τα στοιχεία από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ), μία τεράστια αύξηση της τάξης του 86% στο ονομαστικό της ΑΕΠ το 2020, το οποίο θα άγγιζε τα 14 δισεκατομμύρια δολάρια -τη στιγμή που τα στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας δείχνουν ότι το ονομαστικό ΑΕΠ της το 2019 κυμαινόταν στα 4 δισεκατομμύρια δολάρια, με ανάπτυξη της τάξεως του 4%.
Μια τέτοια μεταμόρφωση της μικροσκοπικής γουιανικής οικονομίας εγείρει αρκετά σημαντικά ερωτήματα σχετικά με το πώς αυτή η νοτιοαμερικανική αναπτυσσόμενη χώρα θα είναι σε θέση να διαχειριστεί το νέο της κύρος στην παγκόσμια σκηνή και να δρέψει το πλήρες όφελος της αφθονίας των φυσικών πόρων της, αναπτύσσοντας την οικονομία της και διανέμοντας το εισόδημα και τα οφέλη στο κοινωνικό σύνολο. Αρκετοί, ωστόσο, έχουν επικρίνει την 40ετή συμφωνία αδειοδότησης που επιτεύχθηκε μεταξύ της ExxonMobil και των αξιωματούχων της Γουιάνας, το 2016, υποστηρίζοντας ότι ο διαχωρισμός των εσόδων ευνοεί την αμερικανική εταιρεία, στερώντας από τη Γουιάνα δισεκατομμύρια δολάρια σε κέρδη (η Γουιάνα αναμένεται να λάβει το 52% των κερδών από την εκμετάλλευση του πετρελαϊκού πεδίου Stabroek, όταν τα περισσότερα πετρελαιοπαραγωγά κράτη απολαμβάνουν κέρδη ποσοστών μεταξύ 65% και 85%). Η ομάδα διαφάνειας Global Witness και οι οικονομικοί αναλυτές της Open Oil υποστηρίζουν ότι, έχοντας εξετάσει τις τεράστιες δυνατότητες της ανακάλυψης του πεδίου Stabroek, το 2015, η ExxonMobil κινήθηκε γρήγορα για να «κάνει επιθετική διαπραγμάτευση μιας συμφωνίας με άπειρους κρατικούς αξιωματούχους». Υπολογίζεται, επίσης, ότι η Γουιάνα πρόκειται να χάσει 55 δισεκατομμύρια δολάρια σε έσοδα, σε σύγκριση με το αν είχε ένα λογικό μερίδιο κέρδους 69%. Το αν η κυβέρνησή της θα επαναδιαπραγματευθεί ή όχι τους όρους της συμφωνίας με την ExxonMobil θα αποτελέσει βασικό ζήτημα για το αναπτυξιακό μέλλον του κράτους.
Τα παγκόσμια γεγονότα από τις αρχές του 2020 -η εξάπλωση της πανδημίας του COVID-19 και η επακόλουθη κατάρρευση της αγοράς πετρελαίου, που έστειλε τις τιμές του αργού πετρελαίου να πέσουν στα χαμηλότερα επίπεδά τους εδώ και δεκαετίες- καθυστέρησαν τη μετατροπή της Γουιάνας σε σημαντικό εξαγωγέα πετρελαίου. Επιπρόσθετα, η χώρα εμφανίζει σημάδια της λεγόμενης «κατάρας των πόρων». Επειδή η πώληση φυσικών πόρων υπόσχεται γρήγορα κέρδη, οι χώρες-εξαγωγείς πετρελαίου και φυσικού αερίου παραμελούν τους υπόλοιπους τομείς της οικονομίας, με αποτέλεσμα (όταν η εξαγωγή των φυσικών πόρων δεν είναι το ίδιο προσοδοφόρα ή η τιμή του πετρελαίου μειωθεί σημαντικά) οι οικονομίες τους, οι οποίες έχουν ήδη έλλειψη εναλλακτικών λύσεων και κοινωνικής αντιμετώπισης ζητημάτων διαφθοράς και πολιτικών συγκρούσεων, να μην μπορούν να εκσυγχρονιστούν. Στη Γουιάνα, η διαφθορά και ο νεποτισμός έχουν ήδη αρνητικό αντίκτυπο στο πολιτικό σύστημα. Η κατασπατάληση δημοσίων πόρων, η δυσκολία συλλογής φόρων, η σοβαρή εξάρτηση από τις πετρελαϊκές πολυεθνικές εταιρείες, λόγω ανεπάρκειας επαρκών εθνικών κεφαλαίων, τα οποία θα επέτρεπαν στη Γουιάνα να διεξάγει μόνη της έρευνα και εξόρυξη ή και διύλιση, είναι πιθανόν να προκαλέσουν ισχυρές δημοσιονομικές πιέσεις στην ευάλωτη οικονομία της χώρας. Άλλες σοβαρές δοκιμασίες που θα κληθεί να αντιμετωπίσει η οικονομία της Γουιάνας είναι ο υπερπληθωρισμός, η ανατίμηση του εθνικού νομίσματος και η απώλεια ανταγωνιστικότητας άλλων τομέων παραγωγής που δε σχετίζονται με την εκμετάλλευση των φυσικών πόρων. Κλασσικό παράδειγμα χώρας που μαστίζεται από την «κατάρα των πόρων» αποτελεί η γειτονική Βενεζουέλα, ενώ εξαίρεση στον κανόνα συνιστά η Νορβηγία. Το αν η Γουιάνα θα ακολουθήσει τον λάθος δρόμο της Βενεζουέλας ή τον σωστό της Νορβηγίας, θα εξαρτηθεί από τις ικανότητες των κυβερνήσεων της, αλλά και από το κατά πόσο θα ευνοηθεί η ίδια από τα πιο ισχυρά κράτη και τους πετρελαϊκούς κολοσσούς.
Η συμφωνία μεταξύ του κράτους της Γουιάνας και του πετρελαϊκού κολοσσού ExxonMobil χρειάζεται να επαναδιαπραγματευθεί, προκειμένου να επιτευχθούν καλύτερες συνθήκες για το λαό της Γουιάνας από αυτές που επικρατούν στη Νιγηρία ή στο Σουδάν. Η κυβέρνηση χρειάζεται να διαχειριστεί την πολιτική ρευστότητα και να επωφεληθεί από τις ανακαλύψεις της ExxonMobil όταν ξεκινήσει την συστηματική εμπορική εκμετάλλευση των κοιτασμάτων, ώστε να βελτιωθεί η οικονομική κατάσταση των κατοίκων της χώρας, να μειωθεί η ανεργία και να δοθεί ώθηση στην ανάπτυξη. Επιπλέον, όλες οι συμβάσεις πρέπει να δημοσιοποιούνται. Η διαφάνεια είναι σημαντική σε μια φάση που θα μπορούσε να είναι αποφασιστική για το μέλλον της χώρας· η μυστικότητα απλώς χρησιμεύει στην προώθηση της διαφθοράς. Θα επωφεληθεί τελικά η Γουιάνα από την παραγωγή του «μαύρου χρυσού» ή θα χάσει;