13.7 C
Athens
Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΟι «περιθωριακοί» της Βυζαντινής κοινωνίας

Οι «περιθωριακοί» της Βυζαντινής κοινωνίας


Του Μιχάλη Σταματόπουλου,

Το Βυζάντιο αποτέλεσε μια αυτοκρατορία με λαμπρή ιστορική σημασία. Παρόλα αυτά, όμως, υπήρχαν περιπτώσεις και ζητήματα που καλύπτονται από ένα πέπλο σκότους. Ένα από αυτά ήταν τα άτομα που δεν συμβάδισαν με τον τρόπο ζωής, που επιδείκνυε η βαθιά θρησκευόμενη βυζαντινή κοινωνία. Τα άτομα αυτά τέθηκαν στο περιθώριο, (οι όροι περιθώριο και περιθωριακός διαμορφώθηκαν μετέπειτα και όχι στους Βυζαντινούς-Μεσαιωνικούς χρόνους) της βυζαντινής κοινωνίας και η αντιμετώπισή τους πολλές φορές ήταν τραγική έως και απάνθρωπη.

Η πρώτη κατηγορία περιθωριακών είναι αυτή με βάση το θρήσκευμα και σε αυτή ανήκουν οι ειδωλολάτρες, οι εβραίοι και τα άτομα τα οποία ασχολούνταν με απόκρυφες τέχνες, όπως η μαγεία και η μαντεία.

Σαν ειδωλολάτρες χαρακτηρίζονται κυρίως άτομα, τα όποια δεν έχουν ασπασθεί τον χριστιανισμό ή συνεχίζουν να ακολουθούν τις ελληνορωμαϊκές-παγανιστικές θρησκείες της παλαιάς ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Σε πρώτο στάδιο ειδωλολάτρες ονομάζονται οι άνθρωποι που λατρεύουν τους αρχαίους θεούς και ασχολούνται με την αρχαία ελληνική φιλοσοφία, κάτι το οποίο για την εποχή εκείνη θεωρούνταν κατακριτέο λόγω αλλαγής του θρησκεύματος και των θεσμών. Μαρτυρίες και πηγές της εποχής αναφέρουν πως «νησίδες ειδωλολατρών» υπήρχαν διασκορπισμένες στην Αθήνα, την Μικρά Ασία, την Αίγυπτο και στις περιοχές της νότιας Πελοποννήσου κατά τον 6ο αιώνα, καθώς γνωρίζουμε ότι η λατρεία και διδασκαλία γινόταν σε ιδιωτικούς χώρους μακριά από την Αγορά. Ακόμη, την εποχή εκείνη οι διώξεις εναντίων των πιστών της παλαιάς θρησκείας ήταν μεγάλες με αποκορύφωμα το κλείσιμο της Ακαδημίας των Αθηνών το 529 από τον Ιουστινιανό. Επιπλέον, σαν ειδωλολάτρες αναφέρονται και οι σλαβικοί πληθυσμοί σε συγκεκριμένα μέρη της αυτοκρατορίας, όπως η Πελοπόννησος (σκλαβηνίες) ,καθώς ήταν αβάπτιστοι και απομονωμένοι από τον κοινωνικό ιστό της βυζαντινής αυτοκρατορίας. Τέλος, οι αναφορές για ειδωλολάτρες αρχίζουν και λιγοστεύουν και τείνουν να μην υπάρχουν μέχρι τον 7ο αιώνα.

Οι εβραίοι, λαός σημιτικής καταγωγής αποτέλεσαν για χρόνια αναπόσπαστο πληθυσμιακό κομμάτι της βυζαντινής αυτοκρατορίας, καθώς ήταν διασκορπισμένοι σε ολόκληρη την αυτοκρατορία. Τις περισσότερες φορές η πολιτική του βυζαντινού κράτους και της βυζαντινής κοινωνίας ήταν ανεκτική απέναντι στον εβραϊκό πληθυσμό. Οι διαφορές που υπήρχαν ήταν κυρίως θρησκευτικού χαρακτήρα και είχαν να κάνουν με το χάσμα χριστιανισμού-ιουδαϊσμού και την σταύρωση του Ιησού Χριστού. Υπάρχουν πάρα πολλές φορές, κατά τις οποίες οι εβραίοι είχαν στοχοποιηθεί και δέχθηκαν σκληρή συμπεριφορά από κράτος και κοινωνία. Αυτοκράτορες όπως ο Ιουστινιανός και ο Θεοδόσιος Α΄ εξέδωσαν νόμους, οι οποίοι τους απαγόρευαν την εργασία σε δημόσιες θέσεις, οικονομικούς και περιουσιακούς περιορισμούς, αλλά και ρητή απαγόρευση σε σύναψη γάμου με άτομο χριστιανικού θρησκεύματος.

Θεοδόσιος Α΄

Υπήρχαν και αυτοκράτορες δε οι οποίοι με την στάση τους ευνόησαν του εβραίους και τους έδωσαν μέχρι και το δικαίωμα της αλλαγής θρησκείας, αυτοί ήταν ο Μιχαήλ ο Β΄ και ο Λέων ο Γ΄ ο Ίσαυρος, βέβαια αυτές τους οι ενέργειες δημιούργησαν δυσφορία στο λαό. Επίσης, υπήρχαν φορές τις οποίες ο απλός λαός στοχοποίησε το εβραϊκό στοιχείο με το να καταστρέψει συναγωγές και να διαπομπεύει πρόσωπα, υπήρχαν αναταράξεις, ωστόσο και από τις δύο πλευρές.

Οι διωγμοί ενάντια στην μαγεία και την μαντεία ήταν συνεχής στο Βυζάντιο. Βέβαια, υπήρχε διαχωρισμός σε καλή και κακή μαγεία, καθώς η κακή μαγεία είχε σαν σκοπό το να υποστεί κάποιο άτομο συμφορές. Την αρχή έθεσε ο Μέγας Κωνσταντίνος, ο οποίος με νομοθετικές διατάξεις κηρύττει παράνομη την κακή μαγεία και τις μαντικές τέχνες επιβάλλοντας σκληρότατες ποινές για αυτούς που τις εξασκούν και ενθάρρυνε τους πολίτες, οι ίδιοι να αποφεύγουν τους ανθρώπους αυτούς ή ακόμη να παίρνουν το νόμο στα χέρια τους εναντίον τους.

Στόχος έγιναν ακόμη και οι μαθηματικές επιστήμες και συγκεκριμένα η αστρονομία, με αποκορύφωμα την καταστροφή βιβλίων και εξορία φιλοσόφων που ασχολούνταν με αυτή από τους αυτοκράτορες Ονώριο και Θεοδόσιο Β΄ τον 5ο αιώνα. Στην συνέχεια, η Εκκλησία κήρυξε πόλεμο στις απόκρυφες τέχνες και συγκεκριμένα ο Μέγας Βασίλειος ήταν αυτός που επέδειξε μεγάλο ζήλο. Ο λόγος ήταν οι ιουδαϊκές και ειδωλολατρικές ρίζες των τεχνών αυτών. Οι εκκλησιαστικοί κανόνες ήταν και αυτοί αρκετά αυστηροί, καθώς απομόνωναν το άτομο από τον εκκλησιαστικό βίο και κατά συνέπεια από την κοινωνική ζωή. Τέλος, λόγος δίωξης ήταν και η διαρροή πληροφοριών από τους μάντεις στον έξω κόσμο σχετικά με οιωνούς που σαν αποτέλεσμα θα δημιουργούσε κακό λαϊκό «κλίμα» και οι εσφαλμένες αποφάσεις που έπαιρναν οι αυτοκράτορες από μάντεις.

Υπάρχουν και τα άτομα που θεωρούνται ανάξια λόγου για την βυζαντινή κοινωνία ή καλύτερα κατακρινόμενα με βάση τον τρόπο ζωής τους με αποτέλεσμα να οδηγούνται στο περιθώριο. Αρχικά σε αυτήν την κατηγορία εντάσσονται άτομα που απασχολούν το ποινικό δίκαιο όπως ληστές, δολοφόνοι, μοιχοί, πλαστογράφοι και παραχαράκτες, στασιαστές, ψευδομάρτυρες και κακοπληρωτές οφειλέτες. Είναι ευρέως γνωστό ότι τέτοια άτομα βίωναν καθημερινά την περιφρόνηση γιατί ζούσαν μακριά από τα κοινωνικά πρότυπα και τις ηθικές αξίες της εποχής, με την δικαιοσύνη να γυρνά την πλάτη της και πολλές φορές αυτά τα άτομα να γίνονται θύματα αυτοδικίας ειδικότερα όταν το ζήτημα είχε σχέση με οικογενειακές υποθέσεις.

Η βυζαντινή κοινωνία γινότανε ακόμα πιο αυστηρή σε ζητήματα που αφορούσαν τον εγκρατή και χριστιανικό τρόπο ζωής και σε πρακτικές που τον φαλκίδευαν όπως η μέθη, η σεξουαλική ακολασία, η φλυαρία, η φιλαργυρία, η λαιμαργία, ο άσεμνος χορός και το τραγούδι, η βίαιη συμπεριφορά, η βλασφημία ή υβριστική γλώσσα. Ειδικότερα όσο πιο μικρή μια κοινωνία ήταν τόσο πιο εύκολο ήταν να περιθωριοποιηθεί κάποιος για μερικά στοιχεία στην συμπεριφορά του.

Παρόλο που υπάρχουν πολλές αξιόποινες κατηγορίες περιθωριακών στην βυζαντινή κοινωνία, αυτή που έχει πραγματικά μεγάλο ενδιαφέρον είναι αυτή των παραχαρακτών. Οι ίδιοι αποτελούσαν συνεχή πονοκέφαλο για τον κρατικό, οικονομικό-νομισματικό μηχανισμό καθ’ όλη την διάρκεια της αυτοκρατορίας. Το κύκλωμα αυτών των παράνομων δραστηριοτήτων αποτελούνταν από άτομα όλων των κοινωνικών τάξεων και βέβαια ευνοϊκό παράγοντα για αυτούς αποτελούσαν νομικά κωλύματα της αυτοκρατορίας σε σχέση με την ποιότητα των νομισμάτων. Αυτό που ξέρουμε όμως από τα βυζαντινά νομικά κείμενα (Θεοδοσιανός Κώδικας, Διατάξεις των Βασιλικών, Ιουστινιάνειος Κώδικας, Επαρχικό Βιβλίο) είναι ότι ήδη από την πρώιμη βυζαντινή εποχή υπήρχε ανελέητο κυνηγητό και αυστηρότερες ποινές, οι οποίες μεταβάλλονταν ανά την αξία των νομισμάτων που έχουν παραχαραχθεί.

Επιπροσθέτως, μία ακόμη κατηγορία περιθωριακών ατόμων της αυτοκρατορίας είναι οι ομοφυλόφιλοι. Από τα κείμενα των ιερών βιβλίων (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) και τις μαρτυρίες της εποχής, οι ομοφυλόφιλοι παρουσιάζονται ως «βδελύγματα», «άσεμνοι», «πόρνοι», «ακάθαρτοι» και πολλές άλλες υποτιμητικές εκφράσεις. Η ομοφυλοφιλία πολεμήθηκε σφοδρότατα από την Εκκλησία, καθώς «παραβαίνει την φυσιολογική ροή της ζωής (άνδρας-γυναίκα)», η αναπαραγωγή, ο θεσμός της οικογένειας παρακάμπτονται και υπάρχει η «παρά φύση συνουσία», ενώ οι ομοφυλόφιλοι παρουσιάζονται σαν γυναίκες. Βέβαια, στο ρωμαϊκό δίκαιο, η ομοφυλοφιλία δεν θεωρούνταν έγκλημα, παρόλο που στις Εισηγήσεις του Ιουστινιανού η ομοφυλοφιλία είναι άξια της ποινής του θανάτου. Βέβαια, κάτι τέτοιο θεωρείται υπερβολικό και γινόταν μόνο σε περίπτωση που υπήρχε και συνακόλουθο σεξουαλικό έγκλημα (πορνεία, παιδεραστία).

Ιουστινιανός

Οι άνθρωποι με σοβαρά προβλήματα υγείας ήταν μια ακόμη κοινωνική ομάδα που περιθωριοποιούνταν. Οι ανάπηροι, οι ψυχικά ασθενείς, οι τραυματίες, οι λεπροί, τα άτομα με δυσμορφίες. Αρχικά, την εποχή εκείνη η ιατρική ήταν ελάχιστα εξελιγμένη με αποτέλεσμα τα άτομα με αναπηρία να μην μπορούν να ζήσουν φυσιολογικά και να μην μπορούν να εργαστούν. Πολλά από αυτά τα άτομα κατέφευγαν στην επαιτεία και υπήρχαν πολλοί ανάπηροι πολέμου μέσα σε αυτούς, που στηρίζονταν στην φιλανθρωπία του απλού κόσμου ή στα πτωχοκομεία της αυτοκρατορίας. Τα άτομα με δυσμορφία συνήθως γίνονταν αντικείμενο χλεύης και πολλές φορές χρησιμοποιούνταν σαν θέαμα σε τσίρκο θεαμάτων της εποχής. Λόγω όμως των κακών συνθηκών ζωής και υγιεινής, ευδοκιμούσε η ασθένεια της λέπρας. Από τις αρχαίες εποχές, οι λεπροί διώκονταν από την κοινωνία των υγιών ανθρώπων σε αυτόνομους δικούς τους οικισμούς. Βέβαια, στην περίπτωση του Βυζαντίου υπήρχε απομόνωση, αλλά και φροντίδα στα λεπροκομεία της Εκκλησίας που στήριζε το έργο της στην φιλανθρωπία και την αγάπη. Γνωστά ήταν τα λεπροκομεία της Πόλης, όπως το Ζωτικόν. Δεν ήταν και λίγες οι φορές όμως, που άνθρωποι με πάσης φύσεως δερματικά προβλήματα, θεωρούνταν λεπροί και περιθωριοποιούνταν.

Άλλες δύο κατηγορίες περιθωριακών είναι οι σαλοί και οι έγχρωμοι στο Βυζάντιο. Ως σαλοί θεωρούνταν οι μοναχοί ή ασκητές, οι οποίοι ζούσαν πλήρως απομονωμένοι από την κοινωνία, με φοβερές στερήσεις και αυστηρό τρόπο ζωής, πιστεύοντας πως έτσι υπηρετούν τον θεό και έχουν σκοπό την σωτηρία της ψυχής. Δεν είναι λίγες οι φορές που ο λαϊκός κόσμος πάρα την περιέργεια που έχουν ως προς αυτούς,, να τους θεωρεί αγιασμένες μορφές. Το φαινόμενο αυτό υπήρχε αρκετά στις επαρχίες της Αιγύπτου. Από άλλη μεριά, σαλοί πάλι θεωρούνται οι άνθρωποι με ψυχιατρικά προβλήματα, οι οποίοι αναζητούσαν ανεπιτυχώς θεραπείες με εγκλεισμό σε μοναστήρια και διάφορες άλλες πρακτικές.

Οι έγχρωμοι είναι οι μαύρου δέρματος κάτοικοι ορισμένων επαρχιών της αυτοκρατορίας από την Αφρική. Παρά την μισαλλοδοξία, τον φυλετικό-θρησκευτικό ρατσισμό και φανατισμό της εποχής σε σχέσης με αλλοεθνής, όπως τα βαρβαρικά φύλα, οι έγχρωμοι δεν αντιμετωπίστηκαν ρατσιστικά, παρά μόνο το περίεργο σε γενικότερη ομολογία βρισκόταν στην εμφάνιση τους και στο χρώμα του δέρματος τους.

Τέλος, η βυζαντινή κοινωνία είχε πολλές προκαταλήψεις και αυταρχικά πρότυπα τρόπου ζωής και ακόμα χειρότερα, ένα πολύ σκληρό σύστημα απονομής δικαιοσύνης με απάνθρωπες ποινές, να περιμένει αυτούς που παρέκκλιναν.


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

  • Συλλογικό Έργο, Οι περιθωριακοί στο Βυζάντιο, Ίδρυμα Γουλανδρή- Χορν, Αθήνα 1999
  • Φαίδων Κουκουλές, Βυζαντινών Βίος και Πολιτισμός, τόμος έκτος, Εκδόσεις Παπαζήση 1955
  • Συλλογικό Έργο, σε Επιμέλεια Σπύρου Τρωιανού, Έγκλημα και τιμωρία στο Βυζάντιο, Ίδρυμα Γουλανδρή- Χορν, Αθήνα 2001

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Μιχάλης Σταματόπουλος
Μιχάλης Σταματόπουλος
Γεννήθηκε το 1998 και κατάγεται από την Καλαμάτα. Είναι φοιτητής του τμήματος Ιστορίας, Αρχαιολογίας & Διαχείρισης Πολιτισμικών Αγαθών του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου, με κατεύθυνση Αρχαιολογία & Διαχείριση Πολιτισμικών Αγαθών. Του αρέσει να ερευνά την ιστορία και τους πολιτισμούς, αλλά μεγάλη αδυναμία είναι η ιστορία του αρχαίου κόσμου. Πέρα από αυτό του αρέσει να διαβάζει βιβλία, είναι φανατικός λάτρης του κινηματογράφου και των μουσείων.