Της Αρετής Μούστου,
Μία από τις μεγαλύτερες συνέπειες που προέκυψε ως απότοκο της κρίσης του 2008 στην Ισπανία αποτελεί το φαινόμενο των εξώσεων. Η μακροχρόνια ανεργία και η αδυναμία της αποπληρωμής δανείων και υποθηκών έχουν οδηγήσει όχι μόνο στην αύξηση των οικογενειών που στερούνται υλικά αγαθά, αλλά και στην κοινωνική τους ευπάθεια στην απώλεια στέγης, σε ένα πλαίσιο όπου το κράτος πρόνοιας έχει μειωθεί ουσιαστικά, ως αποτέλεσμα της απόφασης για έλεγχο του συνεχώς αυξανόμενου δημόσιου χρέους. Οι εξώσεις θεωρούνται πλέον το κατ’ εξοχήν έμβλημα της οικονομικής κρίσης στην Ισπανία, όπως και η συνεχής αύξηση της ανεργίας.
Το τραπεζικό σύστημα, προκειμένου να στηρίξει το οικονομικό θαύμα της Ισπανίας, παρείχε ανελλιπώς στεγαστικά δάνεια, με αποτέλεσμα ο δανεισμός να φτάσει στα ύψη μέσα σε μόλις μία δεκαετία (1997-2007). Η μεγάλη αυτή φούσκα των ακινήτων, όπως ήταν επόμενο, κάποια στιγμή έσκασε, καταδικάζοντας ολόκληρη την εθνική οικονομία. Σε συνδυασμό με την απουσία νομοθεσίας για την προστασία των δανειοληπτών, ο κόσμος παρατηρούσε τις τράπεζες να κατάσχουν τα σπίτια τους πριν την παραμικρή αντίδραση. Και σαν να μην έφτανε αυτό, ήταν υποχρεωμένοι να πληρώσουν στην τράπεζα τη διαφορά ανάμεσα στην παλιά αξία αγοράς και στη σημερινή -εξευτελιστικά μικρή- αξία του ακινήτου.
Υπήρξαν 36.467 διαδικασίες εκδίωξης εναντίον ενοικιαστών για πληρωμές ενοικίασης που καταγράφηκαν στην Ισπανία πέρυσι, 2,2% ετησίως, κυρίως στην Καταλονία (8.427), την Ανδαλουσία (5.135) και τη Μαδρίτη (4.849), σύμφωνα με το Γενικό Συμβούλιο Δικαστικών Δυνάμεων της Ισπανίας (CGPJ). Οι αριθμοί περιλαμβάνουν όλα τα είδη εξώσεων, όχι μόνο τα οικιστικά. Το παρακάτω γράφημα δείχνει πως οι εκδιώξεις για την παραβατικότητα των ενυπόθηκων δανείων μειώθηκαν απότομα από το 2015 (πράσινη γραμμή), ενώ οι εξώσεις ενοικίασης παρέμειναν σταθερές μεταξύ 35.000 και 40.000 ετησίως (μωβ γραμμή).
Εκείνο, όμως, που θορυβεί περισσότερο είναι ότι οι εξώσεις προκάλεσαν ένα κύμα αγανάκτησης στη χώρα, που κορυφώθηκε στη συνέχεια από ένα κύμα αυτοκτονιών ανθρώπων που κινδύνευαν να μείνουν άστεγοι. Οι σκηνές αποτροπιασμού με τα ΜΑΤ να εισβάλλουν σε διαμερίσματα και να πετάνε έξω ηλικιωμένους και παιδιά δεν ήταν λίγες. Τα παραπάνω ώθησαν πολίτες να λάβουν πρωτοβουλίες και να οργανωθούν μαζικά με στόχο τη θέση εμποδίων στις εξώσεις.
Οργανώσεις, όπως η Stop Desahucios (Σταματήστε τις Εξώσεις) ή η PAH (Plataforma de Αfectados por la Ηipoteca/ Πλατφόρμα των Θυμάτων της Υποθήκης), ανέπτυξαν δράσεις σε επίπεδο ακτιβισμού αλλά και πολιτικό, καθώς προσπάθησαν να πείσουν τις τράπεζες να διαπραγματευθούν με τους δανειολήπτες για λύσεις και την κυβέρνηση να θεσπίσει νόμους για την προστασία τους.
Σημαντική, όμως, είναι και η παρουσία της οργάνωσης προάσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων Διεθνής Αμνηστία, η οποία ξεκίνησε στη Μαδρίτη μια εκστρατεία εναντίον των εξώσεων για να καταγγείλει μια από τις πιο οδυνηρές συνέπειες της οικονομικής κρίσης στην Ισπανία. «Το δικαίωμα στη στέγη είναι ανθρώπινο δικαίωμα, το οποίο παραβιάζεται στην Ισπανία, και τα μέτρα τα οποία έχουν υιοθετηθεί είναι ανεπαρκή», ανέφερε η ΜΚΟ σε ανοικτή επιστολή της στην τότε συντηρητική κυβέρνηση του Μαριάνο Ραχόι.
Το δικαίωμα στέγασης αναγνωρίστηκε ήδη με το άρθρο 25 του πρώτου διεθνoύς εγγράφου για τα ανθρώπινα δικαιώματα, την Οικουμενική Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (UDHR), και αποτελεί ένα από τα πολλά που εξακολουθούν να καταπατώνται. Το γεγονός της καταπάτησης ενός κατοχυρωμένου δικαιώματος από τις ίδιες τις κυβερνήσεις θα έπρεπε, λοιπόν, να μας προβληματίζει. Τη στιγμή που η καταπάτηση είναι αναμφίβολα μια πραγματικότητα, οι κυβερνήσεις φαίνεται να βάζουν σε καταστάσεις εξαίρεσης την ουσία του ανθρώπινου δικαιώματος και του ανθρώπου γενικά. Το ανθρώπινο δικαίωμα είναι πραγματικό, οικουμενικό και αναπόσπαστο και η ύπαρξή του ή μη δεν καθορίζεται από το συμφέρον της εκάστοτε κυβέρνησης, γιατί έτσι λανθασμένα θα μπορούσαμε να κάνουμε και τη διάκριση ανάμεσα σε «άνθρωπο» και «μη άνθρωπο».
Επιπρόσθετα, η κυβέρνηση συνασπισμού Σάντσεθ (Ισπανικό Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα) – Ινγκλέσιας (αριστεροί-Unidas Podemos) ανέστειλε τις εξώσεις λόγω κορωνοϊού, καθώς σύμφωνα με τον Ιγκλέσιας: «Η κατοικία είναι τα χαρακώματα από τα οποία οι άνθρωποι αντιστέκονται στον ιό». Το ερώτημα που ανακύπτει είναι: γιατί να πρέπει να βρεθούμε σε κατάσταση πανδημίας για να αναγνωριστεί και να γίνει σεβαστό το δικαίωμα στη στέγαση; Πρέπει, δηλαδή, αναγκαστικά για να μην απομακρυνθεί κάποιος από το σπίτι του να αποτελεί κίνδυνο έξω από αυτό; Εκεί ακριβώς φαίνεται ο υποκριτικός χαρακτήρας και η μη πραγματική πίστη στο δικαίωμα της στέγης.
Κλείνοντας, είναι βέβαιο πως, αν δεν ληφθούν άμεσα, ουσιαστικά και αποτελεσματικότερα μέτρα για τη ρύθμιση των οφειλών με βάση τις πραγματικές δυνατότητες των πολιτών και τη στήριξη των αδύναμων καταναλωτών μέσα από ελαστικές πολιτικές αναδιαπραγμάτευσης, ακόμα περισσότερα νοικοκυριά θα οδηγηθούν στην απόγνωση, την περιθωριοποίηση και την εξαθλίωση, ενώ ταυτόχρονα οι κοινωνικές συγκρούσεις είναι επόμενο να κορυφωθούν, με σημαντικές συνέπειες στην οικονομική και κοινωνική ζωή.