Του Νίκου Μαρκοβίτη,
Πόσες φορές μας έχει περάσει από μυαλό, το πόσα είναι τα οφέλη να ανήκει κανείς σε μια ομάδα χωρών με κοινούς κανόνες, πλαίσια και νόμους; Πόσες φορές δεν μας απασχόλησε το γεγονός ότι το να ταξιδεύεις είναι πολύ πιο άμεσο και εύκολο σε σύγκριση με άλλους πολίτες, χωρίς να ενδιαφερόμαστε για την έκδοση επιπλέον εγγράφων; Ο κοινός τόπος στα προαναφερθέντα είναι η ανάγκη του ανθρώπου να «ταξιδέψει» πολλές φορές, όχι από ψυχαγωγία ή κουλτούρα, αλλά λόγω εξαναγκασμού, όταν βρίσκεται σε κίνδυνο η ζωή εκείνου και του περιγύρου του.
Τα τελευταία χρόνια, τα γεγονότα κυρίως στην Μέση Ανατολή, αλλά και στη βόρειο Αφρική οδήγησαν στην βαθμιαία αύξηση των μεταναστευτικών ροών. Η κατάσταση που επικρατεί στην Συρία αλλά και, λόγω των τελευταίων γεγονότων, και στο Λίβανο, κρούουν τον παγκόσμιο κώδωνα της εγρήγορσης. Η Ευρώπη ανέκαθεν ήταν και είναι μια δικλείδα ασφαλείας και ειρηνικής διαβίωσης και άρα στόχος πολλών ανθρώπων. Ιστορικά λοιπόν, όχι μόνο επί των παρόντων, αλλά και παλαιότερα, από την ανταλλαγή πληθυσμών Ελλάδας και Τουρκίας το 1923, παρατηρούμε πως οι συνθήκες που οδηγούν τους ανθρώπους στον ξεριζωμό, είτε ακούσια, είτε εκούσια είναι ένα ιδιαίτερα σοβαρό ζήτημα. Την τελευταία δεκαετία, λόγω της έντονης κατάστασης, η Ευρωπαϊκή Ένωση προσπαθεί να διαχειριστεί τα μεταναστευτικά κύματα, με διμερείς συμφωνίες, αλλά και με πολιτικές εντός της ένωσης.
Στο σημείο αυτό σκόπιμο θα ήταν να αναφερθούμε στο ρόλο της Τουρκίας και στην όλη διαχείριση του ζητήματος. Η συμφωνία που υπεγράφη το 2015 και ανανεώθηκε το 2016 είναι μια συμφωνία που δεν θα πρέπει να λησμονούμε. Σήμερα στην Τουρκία παραμένουν παραπάνω από τέσσερα εκατομμύρια άνθρωποι διαφόρων προελεύσεων. Η Τουρκία, ως χώρα υποδοχής, έχει ένα μεγάλο φορτίο, το οποίο θα πρέπει σαφώς να υποστηριχτεί, και διαχειριστεί ορθώς. Το μόνο σίγουρο είναι πως δεν θα πρέπει να εργαλειοποιείται για ιδίους σκοπούς και συμφέροντα. Η Τουρκία είναι ένας πολύ σημαντικός εταίρος, με τον οποίο μπορούν να επιτευχθούν μεγάλες επιτυχίες.
Από τη άλλη πλευρά, οι χώρες του Ευρωπαϊκού νότου όπως η Ισπανία, η Ιταλία, η Γαλλία και φυσικά η Ελλάδα, εν συγκρίσει με τις υπόλοιπες χώρες της Ένωσης, σηκώνουν το μεγαλύτερο φορτίο. Εδώ παρατηρείται και το εξής ερώτημα: Πώς θα υπάρξει κοινή αντιμετώπιση, όταν δεν υπάρχει ισομερής η διαχείριση; Στο ερώτημα αυτό, κριτήρια αποτελούν σαφώς η οικονομία των κρατών, ο πληθυσμός, αλλά και οι πόροι διαθέσιμοι προς χρήση.
Όπως προαναφερθήκαμε, αυτό που είναι και το πιο σημαντικό είναι η κοινή στρατηγική. Αυτή είναι και η σημασία της ομοσπονδίας, ό,τι δηλαδή πρωτίστως είναι το κοινό καλό και συμφέρον. Αυτή η στρατηγική διαιρείται σε πολλά επίπεδα, αλλά ίσως το πιο σημαντικό στη παρούσα φάση είναι το κομμάτι της χρηματοδότησης. Όπως και στην περίπτωση της Τουρκίας, θα πρέπει να επανεξεταστούν οι συνθήκες και τα κονδύλια ανάλογα με τις ανάγκες και την δυνατότητα (capacity) της κάθε χώρας. Συνδυαστικά λοιπόν, στο ίδιο μήκος κύματος βρίσκεται και η κοινή εξωτερική πολιτική στην οποία υπάγεται και η κατάσταση στην Ανατολική Μεσόγειο. Όπως ανέφερε και ο πρόεδρος Μακρόν, η Μεσόγειος θα πρέπει να είναι θάλασσα ειρήνης. Αυτό μεταφράζεται σε ξεκάθαρη πολιτική και σίγουρα πιο έμπρακτη δράση.
Συμπερασματικά, λοιπόν, ιδιαίτερα σημαντικό θα είναι κάποιες φορές να αξιολογούμε τις καταστάσεις και να μπορούμε να μπαίνουμε στα παπούτσια του άλλου. Η αξιολόγηση δηλαδή των κεκτημένων μιας ένωσης έναντι της πλήρους ανασφάλειας και αβεβαιότητας. Παρά τα πολλά λάθη και αστοχίες της ένωσης, θα πρέπει να σημειώσουμε πως πάντα κάποιος θα είναι δίπλα στην όλη προσπάθεια με κοινές αξίες, κουλτούρα και ιδέες. Το μεταναστευτικό είναι εδώ και απαιτείται μια συνολική πολιτική για την καλύτερη δυνατή διαχείριση.