Του Γιώργου Μοσχόπουλου,
Κατά τη διάρκεια του διαφωτισμού της Σκωτίας, τον 18ο αιώνα και πιο συγκεκριμένα κατά την περίοδο 1694-1746, έζησε ο Francis Hutcheson, ένας φιλόσοφος-οικονομολόγος που αργότερα θα θεωρούνταν, ίσως, ο κυριότερος θεμελιωτής του σκωτσέζικου διαφωτισμού.
Κατείχε την έδρα της ηθικής φιλοσοφίας στο πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου από το 1927 μέχρι τον θάνατο του. Είχε έντονες επιρροές από τον Αριστοτέλη. Σε αυτό το σημείο, να τονίσουμε ότι η ιστορία συχνά αδικεί τον μέντορα του, Carmichael, ο οποίος κατείχε την έδρα πριν από αυτόν και προσπάθησε να συνδέσει την αριστοτελική σκέψη για την αξία με αυτή του Σμιθ. Πιο συγκεκριμένα, η θεωρία του ήταν ότι η αξία ενός αγαθού εξαρτάται τόσο από την σπανιότητα του, όσο και από την δυσκολία απόκτησής του.
Η σημασία των απόψεων του Hutcheson για την ανθρώπινη φύση γίνεται σαφής στην κριτική του σε ένα έργο του Mandeville, έναν εγνωσμένου κύρους οικονομολόγο-φιλόσοφο της εποχής. Ο Mandeville είχε δημοσιεύσει ένα έργο το οποίο προκάλεσε την κατακραυγή του κόσμου, γιατί τασσόταν υπέρ της ελεύθερης αγοράς και στρεφόταν κατά της πουριτανικής ηθικής, σύμφωνα με την οποία η εγκράτεια είναι αρετή και η πολυτελής κατανάλωση διαστροφή. Πώς, λοιπόν, να μην στραφούν όλοι εναντίον του, όταν προσέβαλε ένα από τα σημαντικότερα στοιχεία της αγγλικής κοινωνίας, την χριστιανική ηθική! Ο Mandeville δημιούργησε έναν μύθο, σύμφωνα με τον οποίο σε μια μεγάλη και ευημερούσα κυψέλη κυριαρχεί η φαυλότητα, καθώς οι μέλισσες παρακινούνται από την ματαιοδοξία και τις ακόρεστες επιθυμίες τους.
Ο πλούτος της κυψέλης κατανέμεται άνισα, αλλά οι μέλισσες, ακόμα και οι πιο φτωχές, ζουν καλύτερα σε σχέση με άλλα μέρη. Ο λόγος; Η υψηλή κατανάλωση δημιουργεί πολλές θέσεις εργασίας και με αυτόν τον τρόπο κάθε μέλισσα είναι απασχολημένη με την ικανοποίηση των αναγκών κάποιας άλλης. Παρά την ευημερία της κυψέλης, οι μέλισσες νιώθουν ανασφάλεια και μια μέρα ξεσπά πουριτανική επανάσταση με αποτέλεσμα, το έγκλημα να περιορίζεται, οι στρατιωτικές δαπάνες να μειώνονται και η κατανάλωση πολυτελών αγαθών να περιφρονείται. Αυτό με την σειρά του οδηγεί σε αύξηση της ανεργίας, κατάρρευση πολλών κλάδων και μετανάστευση πολυάριθμων μελισσών. Σύμφωνα με τον Mandeville, οι άνθρωποι είναι φύσει ιδιοτελείς, αλλά στο πλαίσιο μιας καλά οργανωμένης κοινωνίας είναι πρόθυμοι να κάνουν το καλύτερο δυνατό. Παρόλο που ο Mandeville δε δήλωνε υποστηρικτής του laissez-faire, καθώς για αυτόν το κράτος έπρεπε να ελέγχει το εξωτερικό εμπόριο. Εδώ, φαίνεται να παντρεύονται οι μερκαντιλιστικές ιδέες με την σημασία της αγοράς. Εκεί, επενέβη ο Hutcheson πιστεύοντας ότι οι άνθρωποι δε είναι καθαρά ιδιοτελείς. Πιο συγκεκριμένα, πίστευε ότι οι άνθρωποι είναι αλτρουιστές και ενδιαφέρονται για τον συνάνθρωπο τους, έτσι θεωρούσε ότι ο Mandeville είχε άδικο, ότι, δηλαδή, οι δαπάνες για την αγορά πολυτελών αγαθών ήταν απαραίτητες για την ευημερία του έθνους. Οι άνθρωποι θα προσπαθούσαν να διασφαλίσουν ότι και οι άλλοι θα είχαν τα αγαθά που χρειάζονταν, μέχρι να ικανοποιηθεί, πλήρως, η ζήτηση για αγαθά πρώτης ανάγκης.
Τόσο ο Mandeville, όσο κ ο Hutcheson έπαιξαν κομβικό ρόλο στη διαμόρφωση της οικονομικής σκέψης. Και οι δύο, κουβαλώντας το δικό τους υπόβαθρο ηθικής φιλοσοφίας στην οικονομική σκέψη, άνοιξαν τον δρόμο για τους ουτοπικούς σοσιαλιστές. Η αμφισβήτηση στο laissez-faire, είχε αρχίσει και οι βασικές ιδέες του σοσιαλισμού άρχισαν να παίρνουν μορφή. Η οικονομική επιστήμη τους χρωστάει πολλά και κακώς η ιστορία δε τους μνημονεύει παραπάνω.