11.1 C
Athens
Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΕυρωπαϊκή Εισαγγελία: Από το έγκλημα στην τιμωρία

Ευρωπαϊκή Εισαγγελία: Από το έγκλημα στην τιμωρία


Της Ελληκαίτης Κουρτάκη,

Κάθε χρόνο τα κράτη μέλη (εφεξής κ-μ) χάνουν έσοδα από τον Φ.Π.Α. ύψους, τουλάχιστον, €50 δις εξαιτίας της διασυνοριακής απάτης. Επιπλέον, σύμφωνα με στοιχεία των κ-μ, το 2015 διαπιστώθηκε κατάχρηση περίπου €638 εκατ. από τα διαρθρωτικά ταμεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εφεξής ΕΕ). Η διασυνοριακή απάτη στον τομέα του Φ.Π.Α. και η ανεπαρκής προστασία των οικονομικών συμφερόντων της ΕΕ θίγει τους ευρωπαίους πολίτες, προκαλώντας σημαντικές απώλειες, τόσο στους εθνικούς, όσο και στους ενωσιακούς προϋπολογισμούς.

Σήμερα, παρ’ όλες τις προηγμένες τεχνολογίες και την γενικότερη εξέλιξη του αιώνα που διανύουμε, την καταστολή των εν λόγω πολύπλοκων και πολυσύνθετων -από άποψη σχεδιασμού- εγκλημάτων δυσχεραίνει η ουσιαστική και δικονομική απόκλιση των ποινικοδικαιικών συστημάτων, ιδίως οι ασάφειες ως προς τη δικαιοδοσία, οι χρονοβόρες διαδικασίες νομικής συνδρομής και οι διαφορετικές προτεραιότητες ανά νομικό κόσμο. Έχει, μάλιστα, παρατηρηθεί ότι υποθέσεις απάτης εις βάρος του προϋπολογισμού της ΕΕ θεωρούνται, σε εθνικό επίπεδο, χρονοβόρες και απαιτητικές από άποψη ανθρώπινων πόρων και ως εκ τούτου, είτε δεν διερευνώνται, είτε αρχειοθετούνται μόλις ανακύψουν δυσκολίες και κωλύματα στη διαδικασία εξιχνίασης.

Σε ουκ ολίγες περιπτώσεις οι εθνικές αρχές διεξάγουν έρευνες μόνο για το μέρος του εγκλήματος που αφορά το εσωτερικό τους, εθελοτυφλώντας για τις ενδεχόμενες ευρύτερες επιπτώσεις μιας διεθνούς υπόθεσης απάτης. Αξίζει να σημειωθεί ότι -σύμφωνα με εκτιμήσεις- μόνο το 50% των συστάσεων για κίνηση δικαστικών διαδικασιών, τις οποίες απευθύνει η OLAF στις εθνικές εισαγγελικές αρχές, καταλήγουν σε παραπομπή στη δικαιοσύνη, ενώ η έλλειψη συνεκτικής επιβολής του νόμου στην ΕΕ έχει ως επακόλουθο τα χαμηλά ποσοστά ανάκτησης των ποσών που έχουν χαθεί, τα οποία αποτελούν προϊόν οικειοποίησης στα χέρια των εγκληματιών. Φαίνεται εξαρχής ότι οι εθνικές αρχές, οι οποίες είναι οι πλέον αρμόδιες για την διερεύνηση και τη δίωξη της απάτης σε βάρος της ΕΕ, έχουν περιορισμένη δικαιοδοσία, η οποία σταματά στα εθνικά τους σύνορα, γεγονός που περιορίζει τα εργαλεία που έχουν στη διάθεσή τους οι εθνικές εισαγγελίες για την καταστολή των οικονομικών εγκλημάτων μεγάλης κλίμακας με διασυνοριακό χαρακτήρα. Αυτό, καθιστώντας την προσπάθειά τους αποσπασματική και περιορισμένη.

Παράλληλα, αρχές της ΕΕ, όπως η OLAF (Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης), η Eurojust (Οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη συνεργασία στον τομέα της Ποινικής Δικαιοσύνης) και η Europol (Ευρωπαϊκή Αστυνομική Υπηρεσία) δεν έχουν τη δυνατότητα διεξαγωγής ποινικών ερευνών ή της άσκησης διώξεων σε υποθέσεις απάτης. Συγκεκριμένα η OLAF μπορεί να ενημερώνει μόνο για τα αποτελέσματα των διοικητικών ερευνών τις αρμόδιες εθνικές αρχές, οι οποίες, στη συνέχεια, αποφασίζουν ανεξάρτητα εάν θα πρέπει ή όχι να κινηθεί ποινική δίωξη.

Τη λύση στην εν λόγω προβληματική έδωσε το άρθρο 86 ΣΛΕΕ και η Συνθήκη της Λισαβώνας το 2009 με την πρόβλεψη ίδρυσης Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας (European Public Prosecutor’s Office, εφεξής EPPO). Ωστόσο, τα πρώτα δειλά βήματα έγιναν το 2013 όταν η Επιτροπή υπέβαλε πρόταση σύστασης Ευρωπαϊκής Εισαγγελικής Αρχής. Προκειμένου να εγκριθεί η πρόταση, το Συμβούλιο έπρεπε να συμφωνήσει ομόφωνα και να λάβει την έγκριση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Έπειτα από διαπραγματεύσεις που διήρκησαν πάνω από 3 χρόνια και κατέληξαν σε αδυναμία λήψης απόφασης consensu omnium εκ μέρους του Συμβουλίου.

16 κ-μ αποφάσισαν τον Απρίλιο του 2017 να προβούν στην σύσταση της EPPO μέσω της «ρήτρας επείγουσας επιτάχυνσης» («ρήτρα ενισχυμένης συνεργασίας», άρθρο 86 παρ.1 εδ. β ́ και γ ́ ΣΛΕΕ). Δυο μήνες αργότερα, στις 8 Ιουνίου 2017, τα 20, τότε, συμμετέχοντα κ-μ κατέληξαν σε συμφωνία επί του κανονισμού σχετικά με την εφαρμογή ενισχυμένης συνεργασίας για τη σύσταση της EPPO (Καν. 2017/1939), τον οποίο ενέκρινε το Συμβούλιο Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων στις 12 Οκτωβρίου 2017 και ετέθη σε ισχύ στις 20 Νοεμβρίου 2017. Πλέον τα συμμετέχοντα κ-μ ανέρχονται σε 22, με τελευταίο τη Μάλτα στις 7 Αυγούστου 2018. Μετά από αυτή την προπαρασκευαστική φάση, η EPPO αναμένεται να αναλάβει τα καθήκοντά της στα τέλη του 2020. Πρέπει να επισημανθεί ότι η άπρακτη πάροδος 4 ετών (από το 2009 έως το 2013) οφειλόταν στην απροθυμία ορισμένων κ-μ και στον φόβο της εγκατάλειψης βαρύνουσας σημασίας εθνικών προνομίων και εξουσιών προς όφελος της Ένωσης.

Τι, όμως, θα είναι η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία; Ξεκινώντας από τα καθήκοντά της, η EPPO θα είναι υπεύθυνη για την διεξαγωγή διασυνοριακών ερευνών, την άσκηση διώξεων και την παραπομπή στην δικαιοσύνη εγκλημάτων που επιβαρύνουν τον προϋπολογισμό της ΕΕ, όπως: υποθέσεις διασυνοριακής απάτης στον τομέα του Φ.Π.Α που αφορούν ζημία άνω των €10 εκατ., ξέπλυμα χρήματος, ενεργητική και παθητική δωροδοκία, υποθέσεις διασπάθισης κοινοτικών πόρων, συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση, εάν το επίκεντρο των δραστηριοτήτων της είναι η διάπραξη εγκλημάτων κατά του προϋπολογισμού της ΕΕ (αδικήματα RIF, όπως ορίζονται στην Οδ.2017/1371).

Αξίζει, βεβαίως, να σημειωθεί ότι η EPPO δεν δύναται να συλλαμβάνει άτομα με δικό της αστυνομικό προσωπικό, καθώς το δικαίωμα σύλληψης υπόπτων για αδικήματα που εμπίπτουν στις αρμοδιότητές της ανήκει στις εθνικές αρχές. Οι Εντεταλμένοι Ευρωπαίοι Εισαγγελείς θα διεξάγουν έρευνες και θα ασκούν διώξεις στα συμμετέχοντα κ-μ σε συνεργασία με τις διωκτικές αρχές και την εθνική αστυνομία, ενώ σε σύλληψη θα προβαίνουν κατόπιν δικαστικής αποφάσεως -ύστερα από αίτημα της EPPO- σε περιπτώσεις απρόβλεπτης ανάγκης όπου λιγότερο παρεμβατικά μέτρα δεν δύνανται να επιφέρουν το ίδιο επιθυμητό αποτέλεσμα. Η EPPO, λοιπόν, έδρα της οποίας θα είναι το Λουξεμβούργο, θα αποτελέσει μια ανεξάρτητη και εξαιρετικά εξειδικευμένη εισαγγελική υπηρεσία, με αποκλειστική δικαιοδοσία στον χώρο της Ένωσης και αποκεντρωμένη φύση, δομημένη σε 2 επίπεδα, το κεντρικό και το εθνικό.

Συνδυάζοντας ευρωπαϊκές και εθνικές προσπάθειες επιβολής του νόμου μέσω των επιτόπιων ερευνών και της ανταλλαγής πληροφοριών σε πραγματικό χρόνο, η EPPO θα είναι το πρώτο υπερεθνικό δημόσιο γραφείο. Δεν θα ζητεί ούτε θα λαμβάνει οδηγίες από τα ενωσιακά όργανα ή τις εθνικές αρχές (εξωτερικοί παράγοντες), γεγονός που θα διασφαλίσει ότι τα θεσμικά και τα λοιπά όργανα και οργανισμοί της Ένωσης, καθώς και τα κ-μ, θα σέβονται την ανεξαρτησία της και δεν θα επιδιώκουν να την επηρεάσουν κατά την άσκηση των καθηκόντων της. Παράλληλα, θα παρέχει νομικές και, δη, δικονομικές εγγυήσεις για την προστασία των φυσικών και νομικών προσώπων που θα αποτελέσουν αντικείμενο έρευνας με βάση τόσο την υφιστάμενη νομοθεσία της ΕΕ όσο και τα εθνικά δικαιώματα υπεράσπισης. Θα σέβεται, σε κάθε περίπτωση, τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων (CFREU) και ιδίως το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη, το δικαίωμα υπεράσπισης, το τεκμήριο αθωότητας (άρθρα 47,48 CFREU), καθώς και την αρχή ne bis in idem (άρθρα 50 CFREU), ενώ εξίσου αυστηρή θα είναι και η τήρηση του πρωτοκόλλου για την διασφάλιση των προσωπικών δεδομένων που θα επεξεργάζεται.

Η αντιμετώπιση των παράνομων και παράτυπων φορολογικών πρακτικών με υπερεθνικό χαρακτήρα αποτελεί ανάγκη για την ΕΕ, τόσο σε επίπεδο εσόδων και προϋπολογισμού, όσο και σε επίπεδο εμπέδωσης των ευρωπαϊκών αξιών και δικαιωμάτων που προβλέπονται στις Συνθήκες και στο παράγωγο ενωσιακό δίκαιο. Μένει να δούμε πώς θα εξελιχθεί το νέο εγχείρημα της Ένωσης και αν θα καταφέρει να αποδώσει τα μέγιστα η καινοτόμος Ευρωπαϊκή Εισαγγελία, πατάσσοντας αποφασιστικά και με τρόπο «ανεξάρτητο» το έγκλημα της απάτης.


Πηγές

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Ελληκαίτη Κουρτάκη
Ελληκαίτη Κουρτάκη
Γεννήθηκε στην Κόρινθο το 1999. Διανύει το τρίτο έτος των προπτυχιακών της σπουδών στο τμήμα της Νομικής του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης ενώ, παράλληλα, προσπαθεί να συλλέγει γνώσεις και εμπειρίες τόσο από τον εσωτερικό όσο και από τον ευρωπαϊκό και διεθνή δικαιϊκό κόσμο, παρακολουθώντας σεμινάρια και ημερίδες που άπτονται του αντικειμένου της. Στα έξω-νομικά της ενδιαφέροντα περιλαμβάνονται ο εθελοντισμός, η ανάγνωση βιβλίων και, κατά τον τελευταίο χρόνο, η αρθρογραφία.