Της Τάνιας Βράνου,
Ο όρος trafficking προέρχεται από την αγγλική λέξη traffic κι όταν αναφερόμαστε σε αυτό, εννοούμε και το εμπόριο ανθρώπων. Εκτός από τον όρο trafficking χρησιμοποιούμε και τον όρο δουλεμπόριο, καθώς και σωματεμπορία ή εμπόριο λευκής σαρκός, όταν μιλάμε για σεξουαλική εκμετάλλευση. Το εμπόριο ανθρώπων αποτελεί μια σύγχρονη μορφή δουλείας, που πραγματοποιείται αρχικά με τη στρατολόγηση των θυμάτων από τους διακινητές με διάφορα μέσα εξαπάτησης, στην πορεία με τη διακίνηση τους σε άλλες περιοχές και τέλος με τη χειραγώγηση τους με αθέμιτα μέσα, όπως απειλές για τη ζωή τη δική τους ή των αγαπημένων τους προσώπων, τη βία και τον εξαναγκασμό.
Η αλήθεια είναι ότι τις περισσότερες φορές όταν ακούμε ή αναφέρουμε τον όρο δουλεμπόριο, ή αλλιώς trafficking, εννοούμε τη σεξουαλική εκμετάλλευση γυναικών. Στην πραγματικότητα όμως, η μορφή εκμετάλλευσης μπορεί να είναι είτε σεξουαλική είτε εμπόριο παιδιών και οργάνων ή ακόμη και εργασιακή.
Στο συγκεκριμένο άρθρο, όμως, θα μιλήσουμε για τη σεξουαλική εκμετάλλευση. Τα θύματα είναι συνήθως γυναίκες ή παιδιά που βρίσκονται σε κάποια ευάλωτη και δυσμενή θέση. Οι συνθήκες κάτω από τις οποίες ζουν είναι δύσκολες και γι’ αυτό αναζητούν κάποια διέξοδο. Μπορεί να ζουν στα όρια της φτώχειας ή να βιώνουν κάποιες κοινωνικές ανισότητες ή ακόμη και να ανήκουν σε κάποια μειονότητα.
Οι γυναίκες αυτές τις περισσότερες φορές μετακινούνται σε άλλες χώρες, χωρίς να γνωρίζουν τη γλώσσα, χωρίς να έχουν τα απαραίτητα έγγραφα, χωρίς χρήματα, ζώντας εγκλωβισμένες σ’ έναν χώρο όλες μαζί. Τις κρατούν όμηρους, τις κακοποιούν και τις εθίζουν σε ναρκωτικές ουσίες. Οι θύτες προσπαθούν να τις κάνουν να εξαρτώνται από τους ίδιους. Αφού πετύχουν να τις πείσουν ότι η ζωή τους εξαρτάται πλέον από εκείνους, τότε τις αναγκάζουν να εκδίδονται είτε σε διάφορα μπαρ είτε σε ξενοδοχεία, σε οίκους ανοχής ή και στον δρόμο.
Στην Ελλάδα το ποσοστό της σεξουαλικής εκμετάλλευσης ανέρχεται στο 79% και αποτελεί την πιο συνηθισμένη μορφή δουλεμπορίου. Φυσικά τα θύματα είναι γυναίκες είτε ενήλικες είτε ανήλικες. Αν και το μεγαλύτερο ποσοστό προέρχεται από άλλες χώρες, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν και Ελληνίδες θύματα. Πόσο δύσκολο είναι για μια γυναίκα να εξαπατάται από ανθρώπους που εμπιστεύτηκε, επειδή πίστεψε ότι θα της προσφέρουν ένα καλύτερο μέλλον ή από ανθρώπους που την έχουν απαγάγει; Πόσο σκληρό είναι να εξαναγκάζεται σε σεξουαλικές πράξεις παρά τη θέληση της και να βιάζεται καθημερινά ψυχικά και σωματικά;
Τη χρονική περίοδο 2014-2018 στην Ελλάδα σημειώθηκαν 142 περιστατικά σωματεμπορίας με 229 αναγνωρισμένα θύματα. Από αυτά, 60 άτομα, δηλαδή το 26%, ήταν ανήλικοι, ενώ 178 ήταν οι γυναίκες. Αυτά τα περιστατικά έχουν καταγγελθεί και είναι καταγεγραμμένα, ενώ από την άλλη υπάρχουν περιστατικά, τα οποία δεν έχουν δηλωθεί στις αστυνομικές αρχές. Επομένως, οι πραγματικές διαστάσεις του προβλήματος δεν είναι γνωστές, καθώς υπάρχουν θύματα που δεν έχουν καταγγείλει την εκπόρνευσή τους. Τα χρήματα που εξοικονομούν τα κυκλώματα μαστροπείας στην Ελλάδα ξεπερνούν το ένα δισεκατομμύριο το χρόνο και ο αριθμός των γυναικών που πέφτουν θύματα είναι περίπου 20.000 τον χρόνο.
Τα θύματα που έχουν καταφέρει να ξεφύγουν και να καταγγείλουν τις συνθήκες κράτησης, τη βία και τη σεξουαλική εκμετάλλευση που έχουν υποστεί στηρίζονται ψυχολογικά από οργανωμένες υποστηρικτικές δομές, ώστε να ξεπεράσουν το σοκ και τους εθισμούς στους οποίους υποβλήθηκαν. Είναι πολύ διαφορετικό να εκδίδεται μια γυναίκα με τη θέληση της από το να εξαναγκάζεται να εκδίδεται. Μας βολεύει, όμως, να πιστεύουμε ότι αυτές οι γυναίκες εκπορνεύονται όλες με δική τους βούληση. Γιατί έτσι νιώθουμε καλά, δεν νιώθουμε ένοχοι και υπεύθυνοι γι’ αυτό το φαινόμενο που μαστίζει δίπλα μας.
Θύματα trafficking μπορεί να συναντήσουμε κι εμείς οι ίδιοι ακόμη και στο δρόμο. Μπορεί να βρεθούμε μπροστά σε περιστατικά βίας. Σε αυτή την περίπτωση, η καταγγελία έχει να κάνει με την ατομική ευθύνη του καθενός. Γι’ αυτό τον λόγο υπάρχει η γραμμή 1109 που δέχεται κλήσεις για να δίνει σχετικές πληροφορίες και να δέχεται αναφορές για πιθανές περιπτώσεις trafficking, τις οποίες προωθεί στην πορεία στις αστυνομικές αρχές και τις αρμόδιες υπηρεσίες. Το ελληνικό κράτος έχει προσπαθήσει να προσεγγίσει το θέμα νομικά και κοινωνικά. Φροντίζει να παρέχει ιατρική περίθαλψη, προστασία και καλές συνθήκες διαβίωσης στα θύματα, προσπαθώντας παράλληλα να ευαισθητοποιήσει και το κοινό. Παρ’ όλα αυτά, το εμπόριο ανθρώπων αποτελεί ένα από τα πιο οργανωμένα κυκλώματα που δρουν στη χώρα μας, καταστρέφοντας ανθρώπινα σώματα και ψυχές. Τις περισσότερες φορές δεν το αποδεχόμαστε, αν και το βλέπουμε. Άλλωστε, ζούμε σε μια κοινωνία που μας έμαθαν πως ό,τι δεν μας αφορά και δεν μας αγγίζει, δεν μας απασχολεί. Αυτό, όμως, που δεν μπορώ να καταλάβω εγώ προσωπικά είναι γιατί η ελληνική κοινωνία δυσκολεύεται τόσο πολύ να αποδεχτεί ότι οι εκδιδόμενες δεν εκδίδονται πάντα με τη θέληση τους.