17 C
Athens
Τετάρτη, 18 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΦεύγοντας για το άγνωστο: ο πρόσφυγας και το δικαίωμα στο άσυλο

Φεύγοντας για το άγνωστο: ο πρόσφυγας και το δικαίωμα στο άσυλο


Της Μαρίας Μπουλιέρη,

Γιατί ο άνθρωπος εγκαταλείπει τον τόπο του; Μπορεί η επιλογή αυτή να σχετίζεται με την με την αναζήτηση ενός καλύτερου μέλλοντος, με τις περισσότερες επαγγελματικές ευκαιρίες, με την απόφαση κάποιο κοντινού του ατόμου. Μπορεί, όμως, να μην πρόκειται για επιλογή, αλλά για μια απόφαση – μονόδρομο, υποκινούμενη από το ένστικτο του για επιβίωση. Όταν ο ίδιος αισθάνεται ότι η ζωή του ή η ζωή της οικογένειες του βρίσκονται σε κίνδυνο, θα διασχίσει ηπείρους και θάλασσες μέχρι να βρει έναν ασφαλή προορισμό. Για την προστασία των συνανθρώπων μας που εγκαταλείπουν τη χώρα καταγωγής τους για να αποφύγουν διώξεις ή σοβαρές βλάβες έχει θεσπιστεί το δικαίωμα στο άσυλο ή αλλιώς στη διεθνή προστασία.

Το δικαίωμα ασύλου αποτελεί θεμελιώδες δικαίωμα και κατοχυρώνεται στο άρθρο 18 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ. Η χορήγησή ασύλου σε πρόσωπα που πληρούν τα κριτήρια της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 σχετικά με το καθεστώς του πρόσφυγα αποτελεί διεθνή υποχρέωση για τα συμβαλλόμενα κράτη, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα και τα υπόλοιπα κράτη μέλη της ΕΕ. Η παραπάνω Σύμβαση είναι το βασικό νομοθετικό  κείμενο – βάση για το έργο της Ύπατης Αρμοστείας, που λειτουργεί ως θεματοφύλακας της. Μέχρι σήμερα, η Σύμβαση έχει επικυρωθεί από 145 κράτη και ορίζει ποιος είναι πρόσφυγας, τα δικαιώματά του και τις νομικές υποχρεώσεις των κρατών απέναντι του. Βασική αρχή στη Σύμβαση αποτελεί η αρχή της μη-επαναπροώθησης (non-refoulement), σύμφωνα με την οποία «ο πρόσφυγας δεν πρέπει να επιστρέφεται σε χώρα όπου απειλείται η ζωή ή η ελευθερία του», αρχή που πλέον αποτελεί κανόνα του εθιμικού διεθνούς δικαίου.

Άσυλο στη χώρα μας μπορεί να ζητήσει οποιοσδήποτε αλλοδαπός ή ανιθαγενής, ο οποίος φοβάται ότι αν επιστέψει στη χώρα του θα διωχθεί λόγω φυλής, εθνικότητας, θρησκείας,συμμετοχής σε ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα ή πολιτικών πεποιθήσεων. Μπορεί να ζητήσει, επίσης, εάν η επιστροφή του στην χώρα καταγωγής του θα συνεπάγεται για αυτόν κίνδυνο σοβαρής βλάβης, όπως θανατική ποινή, εκτέλεση, βασανιστήρια, απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή κίνδυνο ζωής ή ακεραιότητάς του λόγω διεθνούς ή εμφύλιας σύρραξης. Με λίγα λόγια διατρέχει κίνδυνο σοβαρών παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων του.

Πρόσφυγας, αιτών άσυλο και μετανάστης είναι έννοιες που συχνά – σκόπιμα ή μη – μπερδεύονται, ωστόσο τα όρια που τις διαχωρίζουν δεν μπορούμε να πούμε πως είναι λεπτά, ώστε να δικαιολογείται η παραπάνω σύγχυση. Το πρόσωπο που εγκαταλείπει τον τόπο του γιατί διατρέχει τον κίνδυνο σοβαρών παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων του που αναφέραμε στην προηγούμενη παράγραφο ονομάζεται πρόσφυγας, ενώ όταν έχει ήδη υποβάλει αίτηση διεθνούς προστασίας, αλλά δεν έχει εκδοθεί ακόμα η απόφαση επί της αίτησής του ονομάζεται αιτών άσυλο. Από την άλλη, για την έννοια του μετανάστη δεν υπάρχει διεθνώς αποδεκτός νομικός ορισμός. Σύμφωνα με την Διεθνή Αμνηστία «μετανάστες/ριες είναι άνθρωποι που διαμένουν εκτός της χώρας καταγωγής τους, οι οποίοι δεν είναι αιτούντες/ούσες άσυλο ούτε πρόσφυγες». Λόγοι που τους ωθούν σε αυτή την περίπτωση να εγκαταλείψουν τον τόπο τους μπορεί να είναι η φτώχια, οι φυσικές καταστροφές ή οι πολιτικές αναταραχές. Μπορεί, ακόμα να είναι το γεγονός ότι θέλουν να εργαστούν, να σπουδάσουν ή να επανενωθούν με την οικογένεια τους.

Σύμφωνα με τα στατιστικά της Eurostat για το 2019, 612.700 αιτούντες άσυλο για πρώτη φορά υπέβαλαν αίτηση διεθνούς προστασίας στα κράτη μέλη της ΕΕ. Οι κύριες εθνικότητες των αιτούντων ήταν Σύριοι, Αφγανοί και Βενεζουελανοί με κύριες χώρες προορισμού τη Γερμανία, τη Γαλλία και την Ισπανία. Επιπλέον, μόνο 38 % των πρωτοβάθμιων αποφάσεων για τη χορήγηση ασύλου είχε θετική έκβαση και δόθηκε, δηλαδή άσυλο. Το 77,3 % των αιτούντων άσυλο για πρώτη φορά στην ΕΕ ήταν κάτω των 35 ετών, ενώ σχεδόν το ένα τρίτο (30,3 %) ήταν ανήλικοι κάτω των 18 ετών. Σημαντικό ενδιαφέρον παρουσιάζει η περίπτωση των ασυνόδευτων ανηλίκων, καθώς το 7,1% των ανηλίκων ήταν ασυνόδευτοι.

Σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία, στην περίπτωση που αιτών άσυλο είναι ασυνόδευτος ανήλικος, δηλαδή άτομο κάτω των 18 ετών και δεν συνοδεύεται από κάποιον ενήλικο που είναι υπεύθυνος για τη φροντίδα του, οι αρχές πρέπει να ενημερώσουν άμεσα τον αρμόδιο Εισαγγελέα. Στη συνέχεια, ο Εισαγγελέας ορίζει για τον ανήλικο έναν εκπρόσωπο που θα έχει την ευθύνη του και θα μεριμνάει για τα συμφέροντα του. Τα παιδιά κάτω των 15 ετών υποβάλλουν την αίτηση δια του εκπροσώπου που έχει οριστεί για αυτά, ενώ τα άνω των 15 μπορούν και αυτοπροσώπως. Η Υπηρεσία Ασύλου και οι διάφορες ΜΚΟ που συνδράμουν το έργο του με την παροχή διερμηνέων και εξειδικευμένου προσωπικού θα φροντίσουν για την προστασία του ανηλίκου και τη φιλοξενία του σε κατάλληλο περιβάλλον.

Συνήθως, τα παιδία αυτά δεν ξεκινούν το δύσκολο αυτό ταξίδι ασυνόδευτα, αλλά αποκόπτονται βίαια από τις οικογένειές τους στη διαδρομή, είτε γιατί χάνονται, είτε λόγω κάποιου θανάτου. Σε κάθε περίπτωση, η εικόνα ενός παιδιού που εγκαταλείπει την χώρα του με κίνδυνο τη ζωή του και βρίσκεται μόνο του σε έναν τόπο που δεν γνωρίζει καν τη γλώσσα, είναι μια εικόνα που μπορεί να χωρέσει στον ανθρώπινο νου. Και όχι μόνο των παιδιών, αλλά κάθε ανθρώπου. Ευτυχώς, η οργάνωση των αρμόδιων υπηρεσιών της χώρας και η δράση των ΜΚΟ παρουσιάζει μια σταδιακή βελτίωση, όπως και η ευαισθητοποίηση του κόσμου σχετικά με την κοινωνική διάσταση του θέματος.


Πηγές

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Μαρία Μπουλιέρη
Μαρία Μπουλιέρη
Γεννήθηκε το 1997 στην Αθήνα, όπου και ζει μόνιμα. Είναι ασκούμενη δικηγόρος και μεταπτυχιακή φοιτήτρια στο ΠΜΣ «International & European Legal Studies» με ειδίκευση «Private Law & Business Transactions» στο τμήμα Νομικής του ΕΚΠΑ, όπου ολοκλήρωσε και τις προπτυχιακές της σπουδές. Τρέφει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για το εμπορικό δίκαιο και συγκεκριμένα το δίκαιο βιομηχανικής ιδιοκτησίας. Σε προπτυχιακό επίπεδο φοίτησε για ένα εξάμηνο στο Πανεπιστήμιο της Λιμόζ στη Γαλλία. Εκεί, σε ακαδημαϊκό επίπεδο εστίασε στο δίκαιο του περιβάλλοντος και πήρε μέρος σε πολλές εθελοντικές δράσεις.