Της Αννίτας Ελισσαίου,
Από την θεμελίωση της ιδέας την δεκαετία του 1960 ως και σήμερα, η παρουσία της Ευρώπης στο διάστημα διακρίνεται από επιμονή, φιλοδοξία, και μια σειρά επιτυχιών. Οι διαδικασίες για τη σύσταση των ευρωπαϊκών οργανισμών διαστήματος και τα πρώτα χρόνια λειτουργίας συνάντησαν αρκετά εμπόδια, όμως από το 1975, με την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Διαστήματος – ΕΥΔ (European Space Agency – ESA), η Ευρώπη εισέρχεται σε μια νέα εποχή για τις διαστημικές αποστολές της. Η συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Ένωση (Ε.Ε) υπήρξε έντονη σχεδόν αμέσως μετά την ίδρυση της ΕΥΔ, και αποτέλεσε σημαντικό παράγοντα για την πρόοδο των προγραμμάτων της.
Η Ευρωπαϊκή Διαστημική Πολιτική ιδρύθηκε επίσημα στις 22 Μαΐου 2007, και ήταν προϊόν μακροχρόνιων διαπραγματεύσεων ανάμεσα στην ΕΥΔ και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, υπεύθυνο όργανο για την Ε.Ε για τον διαστημικό τομέα. Με κύριο άξονα τη συνεργασία ανάμεσα στην ΕΥΔ, την Ε.Ε, και τα κράτη-μέλη της, η πολιτική θέτει ως βασικούς στόχους της Ευρώπης, την ανάπτυξη και εκμετάλλευση των διαστημικών εφαρμογών, την ενίσχυση της ευρωπαϊκής διαστημικής βιομηχανίας, την ανεμπόδιστη πρόσβαση σε νέες τεχνολογίες και την διασφάλιση της άμυνας και ασφάλειας.
Η αδιάκοπη δράση της ΕΥΔ, τα προγράμματα και οι αποστολές της οποίας συνεχώς εξελίσσονται, έχει σήμερα εξασφαλίσει στην Ευρώπη μια αδιαμφισβήτητη θέση στο διάστημα, ενώ εκατοντάδες χιλιάδες Ευρωπαίοι πολίτες απολαμβάνουν καθημερινά τις υπηρεσίες που προσφέρουν οι πολυάριθμοι δορυφόροι, που βρίσκονται σε τροχιά. Ωστόσο, τα σύγχρονα δεδομένα και οι εξελίξεις σε διεθνές επίπεδο φέρνουν σήμερα τη Γηραιά Ήπειρο αντιμέτωπη με νέες προκλήσεις.
Πλέον, η πρόσβαση στην απαραίτητη τεχνολογία και γνώση για την εξερεύνηση του διαστήματος δεν είναι προνόμιο μόνο των πιο ισχυρών. Νέοι αναδυόμενοι δρώντες έχουν κάνει ξεκάθαρη την πρόθεσή τους να συμμετέχουν στον «αγώνα» του διαστήματος. Η Ρωσία έχει θέσει ξανά εν κινήσει τις εργασίες του διαστημικού της τομέα, ενώ χώρες όπως η Ινδία και η Κίνα επενδύουν όλο και περισσότερο στην απόκτηση τεχνολογιών για μακροπρόθεσμες διαστημικές αποστολές. Οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής παραμένουν κυρίαρχες σε ό,τι αφορά την έρευνα, την τεχνογνωσία και τις επενδύσεις, με τριπλάσιο προϋπολογισμό από τον αντίστοιχο ευρωπαϊκό. Παράλληλα, ιδιωτικές εταιρείες έχουν κάνει την εμφάνισή τους ως κομμάτι ενός νέου κινήματος (Newspace), που στόχο έχει τη μείωση του κόστους των διαστημικών υποδομών και των υπηρεσιών εκτόξευσης πυραύλων. Το πιο γνωστό παράδειγμα είναι αυτό της αμερικανικής «SpaceX», η οποία συνεργάζεται στενά με την NASA και έχει σχεδόν αντικαταστήσει αντίστοιχους δημόσιους φορείς.
Για να διατηρήσει τη θέση της σε έναν χώρο ολοένα και πιο ανταγωνιστικό, η Ευρώπη χρειάζεται μια σθεναρή διακυβέρνηση για το διάστημα. Το παρόν σύστημα, το οποίο απαρτίζεται από την ΕΥΔ, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τα κράτη-μέλη, δεν αποδεικνύεται πάντα αποτελεσματικό. Οι τρεις φορείς συμβάλλουν σε μια ευέλικτη διαδικασία διαμόρφωσης πολιτικής, αλλά ο διαχωρισμός των υποχρεώσεων της ΕΥΔ (τεχνικά ζητήματα) και της Ε.Ε (θεσμικά ζητήματα) συχνά την περιπλέκει, ενώ παρακωλύει τον μακροπρόθεσμο σχεδιασμό και την οικονομική πολιτική. Αρκετές διαδικασίες καθυστερούν, ενώ δεν υπάρχει πάντα ομοφωνία για τους στόχους, ή για την υπογραφή και επικύρωση σημαντικών αποφάσεων. Παράλληλα, η Ευρώπη δεν έχει ακόμα εξασφαλίσει πλήρη ανεξαρτησία στην πρόσβαση σε νεότερα συστήματα και τεχνολογίες και βασίζεται στις ΗΠΑ, οι οποίες όμως θα μπορούσαν να διακόψουν αυτήν τη δυνατότητα ανά πάσα στιγμή.
Η εκμετάλλευση όλων των δυνατοτήτων της επιστημονικής κοινότητας, η τεχνολογική αυτονομία, και η επένδυση σε νέες τεχνολογίες κρίνονται ως τα αναγκαία βήματα για την διατήρηση της ανταγωνιστικότητας και ασφάλειας του ευρωπαϊκού διαστημικού τομέα. Φυσικά, απαραίτητη προϋπόθεση είναι η επαρκής χρηματοδότηση για τη βελτίωση των προγραμμάτων. Εδώ, προκύπτουν εκ νέου ζητήματα.
Η επικείμενη έξοδος της Μεγάλης Βρετανίας από την Ε.Ε θα επηρεάσει σημαντικά κάθε τομέα της, συμπεριλαμβανομένου και του διαστημικού. Το καθεστώς κράτους-μέλους της Βρετανίας στην ΕΥΔ δεν αλλάζει, συνεπώς μπορεί να συνεχίσει τη συμμετοχή της στις εργασίες της, υπό διαφορετικούς όμως όρους. Οι Βρετανοί χρήστες των ευρωπαϊκών διαστημικών προγραμμάτων – πολίτες, ακαδημαϊκοί και επιστήμονες – θα συνεχίσουν να ωφελούνται από τις υπηρεσίες που αυτά προσφέρουν. Η χώρα όμως πρόκειται να αποκλειστεί από συγκεκριμένα projects, ενώ χάνει τη δυνατότητα συνεισφοράς της στον προϋπολογισμό ευρωπαϊκών διαστημικών εργασιών. Μια συνεισφορά διόλου αμελητέα, εάν ληφθεί υπόψιν η έντονη δράση της χώρας στις επενδύσεις, τις πρωτοβουλίες και την επιστημονική έρευνα. Αποκλείοντας την πρόσβαση σε παλιά και νέα προγράμματα, η Ε.Ε δεν θα χάσει μόνο ένα σημαντικό κομμάτι της χρηματοδότησης του διαστημικού τομέα, αλλά και την τεχνογνωσία της αγγλικής επιστημονικής κοινότητας. Η Ευρώπη θα χρειαστεί να καλύψει ως αποτέλεσμα και το κενό στον προϋπολογισμό και τις επενδύσεις, και το κενό στην έρευνα και ανάπτυξη των μελλοντικών της προγραμμάτων.
Ένα ακόμη πρόβλημα που προστίθεται στο σύνολο των δοκιμασιών που αντιμετωπίζει η Ευρώπη είναι η πανδημία του ιού COVID-19. Παρόλο που για τις προγραμματισμένες εργασίες και εκτοξεύσεις σημειώθηκαν λίγες και μικρές καθυστερήσεις, έρευνες και δημοσκοπήσεις έδειξαν ότι η προσαρμογή στην τηλεργασία και στις νέες συνθήκες έφεραν σχετική μείωση της παραγωγικότητας. Καθώς το δεύτερο κύμα της πανδημίας περνά από την ευρωπαϊκή ήπειρο, οι οικονομικές αναταράξεις στις αγορές, τις βιομηχανίες και τις αλυσίδες εφοδιασμού του διαστημικού τομέα ενδέχεται να συνεχιστούν και να επιδεινωθούν ελλείψει επαρκούς σχεδιασμού και προστασίας από την Ευρώπη. Επιπλέον, καθώς δεν είναι ακόμα ξεκάθαρες οι μακροπρόθεσμες συνέπειες του ιού στην οικονομία, δεν αποκλείεται το ενδεχόμενο μιας αναθεώρησης του δημοσίου προϋπολογισμού για το διάστημα. Το ποσό των 14.87 δις ευρώ που προτάθηκε για το διάστημα ως μέρος του σχεδίου ανάκαμψης δεν έχει ακόμα εγκριθεί, γεγονός που εντείνει την αβεβαιότητα για το μέλλον.
Η Ευρώπη έχει καταφέρει πολλά στην πορεία της για την εξερεύνηση του διαστήματος μέχρι σήμερα και θα πρέπει να συνεχίσει, ώστε να μην υστερεί έναντι των ανταγωνιστών της. Καθώς η επιστημονική, οικονομική και στρατηγική σημασία του διαστήματος είναι ισχυρότερες από ποτέ, τα διαστημικά προγράμματα αποκτούν πιο κεντρικό ρόλο στη διαμόρφωση πολιτικής στη διεθνή σκηνή. Η Ευρώπη καλείται πλέον να υπερασπιστεί τα συμφέροντά, τις αρχές και την ασφάλεια της σε ένα δύσκολο περιβάλλον. Η Ευρωπαϊκή Διαστημική Πολιτική έχει όλες τις δυνατότητες να υπερπηδήσει τα εμπόδια που βρίσκονται μπροστά της, αρκεί να ληφθούν στοχευμένες δράσεις και να δοθεί έμφαση στη χρηματοδότηση, την έρευνα και την τεχνολογία.
Γεννήθηκε το 1999 στην Αθήνα και είναι τελειόφοιτος του τμήματος Διεθνών, Ευρωπαϊκών και Περιφερειακών Σπουδών του Παντείου Πανεπιστημίου. Έχει συμμετάσχει σε σημαντικό αριθμό συνεδρίων προσομοίωσης των Ηνωμένων Εθνών. Μιλάει άριστα Αγγλικά και πολύ καλά Γαλλικά. Της αρέσει η ελληνική και ξενόγλωσση λογοτεχνία και συγγραφή κειμένων, ενώ χαλαρώνει με τη γυμναστική και τη μουσική.