Της Αριάδνης-Παναγιώτας Φατσή,
Η έννοια της ετεροδικίας στο δημόσιο διεθνές δίκαιο αναφέρεται στη μη υπαγωγή των ξένων κρατών στη δικαιοδοσία των εγχώριων δικαστηρίων. Για την ύπαρξη αυτής της πρόβλεψης, η οποία στηρίζεται στο έθιμο, αλλά έχει γίνει και γραπτό δίκαιο μέσω της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για την Ετεροδικία των Κρατών και της Περιουσίας τους (United Nations Convention on Jurisdictional Immunities of States and Their Property), η οποία εγκρίθηκε από τη Γενική Συνέλευση στις 2 Δεκεμβρίου 2004, υπάρχουν τρεις δικαιολογητικές βάσεις:
- Η πρώτη δικαιολογητική βάση της ετεροδικίας είναι η αρχή ότι ένας ηγεμόνας δεν ήταν δυνατόν να διώκεται ενώπιον των δικαστηρίων. Την περίοδο εκείνη, υπήρχε άμεση ταύτιση του κράτους με τον μονάρχη, συνεπώς αυτή η αιτιολόγηση ήταν αρκετή για την ετεροδικία σε επίπεδο κράτους.
- Αργότερα, όταν αυτός ο συσχετισμός αδυνάτισε, βάση για την ετεροδικία έγινε η ισότητα των κρατών. Αυτή η αιτιολόγηση βασίστηκε στην καθολική εκκλησία, βάσει της οποίας ένας επίσκοπος δεν μπορεί να δικάσει άλλον.
- Μια τρίτη αιτιολόγηση που προβάλλεται είναι αυτή της κυριαρχίας/ανεξαρτησίας του κράτους που δεν επιτρέπει σε άλλου κράτους εγχώρια δικαστήρια να το δικάσουν.
Για την ετεροδικία του κράτους υπάρχουν δύο σχολές σκέψης, η απόλυτη και η σχετική ή περιορισμένη ετεροδικία. Βάσει της απόλυτης ετεροδικίας, καμία από τις πράξεις ενός ξένου κράτους δεν υπόκειται στα εγχώρια δικαστήρια, απλώς και μόνο γιατί αυτό θεωρείται ότι παραβιάζει την ανεξαρτησία του κράτους. Στην απόφαση του 1812 του Schooner Exchange κατά McFaddon, ο Αμερικανός δικαστής Marshall αναφέρει ότι «βάσει του ορισμού της κυριαρχίας, ένα κράτος έχει απόλυτη και αποκλειστική δικαιοδοσία εντός της επικράτειάς του, αλλά ότι θα μπορούσε επίσης με σιωπηρή ή ρητή συγκατάθεση να παραιτηθεί από τη δικαιοδοσία αυτή». Σε αυτό προσθέτει ότι κανένα κράτος δεν θα μπορούσε ούτε ηθικά ούτε πολιτικά να επιτρέψει να συρθεί στο εγχώριο δικαστήριο άλλου κράτους. Η αναγνώριση της απόλυτης κρατικής ετεροδικίας καθιερώθηκε μετά από αυτήν την απόφαση, τόσο στην Αμερική, όσο και στη βόρεια Ευρώπη.
Τα επόμενα χρόνια, επιχειρήθηκε ένας περιορισμός της ετεροδικίας, που οδήγησε σε αυτό που σήμερα αποκαλούμε σχετική ή περιορισμένη ετεροδικία. Σύμφωνα με αυτήν, το κράτος απολαμβάνει το προνόμιο της ετεροδικίας μόνο αν η επίδικη πράξη αφορά δημόσια διοίκηση (acta iure imperii) και όχι αν αφορά σχέση με βάση το ιδιωτικό δίκαιο (acta iure gestionis). Βέβαια, στην πράξη δεν είναι απλό να γίνει αυτή η διάκριση, καθώς πολλές έννομες σχέσεις έχουν στοιχεία τόσο δημοσίου όσο και ιδιωτικού δικαίου. Έτσι, η νομολογία έχει αποφανθεί ότι το κράτος δεν έχει ετεροδικία στην περίπτωση που οδηγός του προκαλέσει τροχαίο ατύχημα, έστω και αν μετέφερε δημόσια έγγραφα (υπόθεση Collision with Foreign Government Owned Motor Car), ούτε σε περίπτωση παραβίασης πνευματικής ιδιοκτησίας, αξιώσεων από συμβόλαια, δημοσίων έργων, και παραβιάσεων του δικαίου κοινωνικής ασφάλισης. Αντίθετα, κρίθηκε ότι αναγνωρίζεται η ετεροδικία του κράτους σε πράξεις που αφορούσαν την αστυνομία ή τις ένοπλες δυνάμεις.
Η ετεροδικία των κρατών είναι ένα ζήτημα που έχει απασχολήσει και τη χώρα μας, καθώς στην υπόθεση Jurisdictional Immunities of the State (Γερμανία κατά Ιταλίας με παρέμβαση Ελλάδος), όπου τα εγχώρια δικαστήρια της Ιταλίας είχαν καταδικάσει το γερμανικό δημόσιο για αποζημιώσεις από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και η Γερμανία είχε επικαλεστεί ετεροδικία του κράτους. Παράλληλα, στην Ελλάδα το Πρωτοδικείο Λιβαδειάς είχε επιδικάσει αποζημίωση σε ζημιωθέντα του Β’ Παγκοσμίου, και η αναίρεση του γερμανικού δημοσίου είχε απορριφθεί από τον Άρειο Πάγο, με την αιτιολογία ότι «η άρση της ετεροδικίας του αλλοδαπού δημοσίου για τις πράξεις των οργάνων του έχει καταστεί πλέον γενικά παραδεδεγμένος κανόνας του διεθνούς δικαίου». Αντίθετα, το Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο, το οποίο, σύμφωνα με το άρθρο 100 του Συντάγματος της Ελλάδας, έχει αρμοδιότητα σε σχέση με την «άρση της αμφισβήτησης για το χαρακτηρισμό κανόνων του διεθνούς δικαίου ως γενικά παραδεγμένων κατά την παράγραφο 1 του άρθρου 28», έκρινε ότι στην υπόθεση αυτή η Γερμανία είχε στην πραγματικότητα ετεροδικία κράτους. Αυτό είναι ένα παράδειγμα που απασχολεί ιδιαίτερα την Ελλάδα, αλλά δείχνει και σε όποιον μελετά την ετεροδικία στο διεθνές δίκαιο ότι η διάκριση είναι συχνά αρκετά δυσχερής ακόμη και σε έμπειρους εφαρμοστές του δικαίου.
Πηγές
- Gavouneli, M., State Immunity and the Rule of Law, Ant. N. Sakkoulas Publishers, Athens – Komotini, 2001
- Ρούκουνας, Ε., Δημόσιο Διεθνές Δίκαιο, εκδ. 2. Εκδ. Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα, 2012
Γεννήθηκε και ζει στην Αθήνα. Είναι προπτυχιακή φοιτήτρια του τμήματος Νομικής στο ΕΚΠΑ. Αναπτύσσει ιδιαίτερη δράση σε φοιτητικούς οργανισμούς και εκδηλώσεις, βρίσκεται στο διοικητικό συμβούλιο της Unique Minds και έχει συμμετάσχει σε πολλά συνέδρια και ημερίδες. Την ενδιαφέρει η συγγραφή νομικών και λογοτεχνικών άρθρων, τάσεις τις οποίες ικανοποιεί η συμμετοχή της στο OffLine Post. Γνωρίζει Αγγλικά και Γερμανικά.