Της Ευφροσύνης Κουκουφιλίππου,
Μόλις το 2008, τo Κόσοβο ή αλλιώς Κοσσυφοπέδιο αυτοανακηρύχθηκε ανεξάρτητο κράτος κι αποσχίστηκε από τη Σερβία, μετά τον πόλεμο του 1998-1999 και τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας. Μέχρι σήμερα έχει αναγνωρισθεί από 98 κράτη μέλη του ΟΗΕ και 3 ακόμη κράτη εκτός αυτού, 15 κράτη έχουν αποσύρει την αναγνώρισή τους, ενώ 79 κράτη δεν το αναγνωρίζουν. Πιο πρόσφατη αναγνώριση χρονολογείται αυτή του Ισραήλ στις 4 Σεπτεμβρίου του 2020, η οποία έγινε εκατέρωθεν. Όσον αφορά την Ευρωπαϊκή Ένωση, 22 από τα 27 μέλη της έχουν αναγνωρίσει το Κόσοβο, αν και έχουν γίνει πολλαπλές προσπάθειες να συμπράξουν στην αναγνώριση και τα υπολειπόμενα κράτη, εντός των οποίων συμπεριλαμβάνεται και η Ελλάδα.
Η Ε.Ε το 2008 έστειλε στο Κόσοβο την αποστολή EULEX (European Union Rule of Law Mission in Kosovo) που είχε σκοπό να επανδρώσει τις δημόσιες υπηρεσίες με αστυνομικό και δικαστικό προσωπικό, όπως επίσης και ειδικούς αντιπροσώπους. Έκτοτε έχει προσπαθήσει με 16 συμφωνίες, διπλωματικές προσπάθειες και διαμεσολαβήσεις να φέρει πιο κοντά τα δύο κράτη. Η Σερβία, βέβαια, αρνείται πεισματικά να αναγνωρίσει το Κόσοβο ως ανεξάρτητο κράτος, γεγονός που εκτραχύνει γενικότερα όλων των ειδών τις μεταξύ τους σχέσεις. Οι προσπάθειες φαίνεται να ήταν αποδοτικές έως το 2018, με μεγαλύτερο επίτευγμα τη συμφωνία στις Βρυξέλλες το 2013, που προέβλεπε την εξομάλυνση των σχέσεων ανάμεσα στις δύο χώρες, χωρίς όμως ο όρος αυτός να έχει ιδιαίτερα συγκεκριμένο περιεχόμενο.
Από τον Νοέμβριο του 2018 έως τον Απρίλιο του 2020, οι συζητήσεις Σερβίας – Κοσόβου είχαν καταλήξει σε αδιέξοδο εξαιτίας περιστατικών που δημιούργησαν τεταμένο κλίμα. Επιτυχώς, οι δύο χώρες επανήλθαν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, με την Ευρώπη να ηγείται και πάλι της προσπάθειας. Ταυτόχρονα, αυτό το καλοκαίρι οι ΗΠΑ αποφάσισαν να εμπλακούν στην υπόθεση, με πρωτοβουλία του προέδρου Donald Trump, για να επιτύχουν τη δημιουργία πιο στενών δεσμών. Η προσπάθεια απέβη ιδιαίτερα καρποφόρα με τη Σερβία και το Κόσοβο να υπογράφουν «ιστορική», όπως χαρακτηρίζεται από πολλούς, οικονομική συμφωνία. Η συμφωνία της 4ης Σεπτεμβρίου του 2020 ευνοεί και επιτάσσει τη δημιουργία οδικού, σιδηροδρομικού και αεροπορικού δικτύου μεταξύ των δύο χωρών, αλλά δεν λείπουν και ορισμένα πολιτικά στοιχεία που αφορούν την ένταξη του Κοσόβου σε διεθνείς οργανισμούς και τη δέσμευση από την πλευρά της Σερβίας να μην παροτρύνει κάποια άλλη χώρα, να μην αναγνωρίσει το Κόσοβο ως ανεξάρτητο κράτος. Επιπροσθέτως, σημαντικό σημείο αποτελεί η εφαρμογή της «mini Schengen zone» ανάμεσα σε Κόσοβο, Σερβία, Αλβανία και Βόρεια Μακεδονία, σύμφωνα με τη σχετική προαναγγελία.
Πριστίνα και Βελιγράδι έκαναν πράγματι ένα βήμα μπροστά και αναμφισβήτητα, η πρόοδος στις οικονομικές τους σχέσεις είναι μεγάλη, ιδιαίτερα αν τις συγκρίνουμε με την προηγούμενη δεκαετία. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι υπερκεράστηκαν τα χάσματα των περασμένων ετών, όπως συχνά τείνουν να υπογραμμίζουν οι αρχηγοί των δύο κρατών, Aleksandar Vučić και Avdullah Hoti. Βέβαια, με τις πρόσφατες εξελίξεις έρχεται να προστεθεί ένας νέος μπελάς στο κεφάλι της Σερβίας. Κατά την διαμεσολάβηση των ΗΠΑ, η Σερβία έδειξε την πρόθεσή της να μεταφέρει την πρεσβεία της στο Ισραήλ από το Τελ Αβίβ στην Ιερουσαλήμ. Η Ευρωπαϊκή Ένωση όμως είναι αντίθετη ως προς αυτή την στάση και ως εκ τούτου κανένα κράτος – μέλος της δεν έχει πρεσβεία στην Ιερουσαλήμ. Η ιερή πόλη δεν αναγνωρίζεται ως νέα πρωτεύουσα του Ισραήλ από την Ευρώπη, εφόσον η παλαιστινιακή ανάμειξη εμποδίζει το ξεκαθάρισμα του καθεστώτος της. Η πρόθεση της Σερβίας για μεταφορά της πρεσβείας της θα αποτελέσει σίγουρα σημαντικού μεγέθους σκόπελο για την ολοκληρωτική ένταξη της χώρας στην Ε.Ε, καθώς προς το παρόν αποτελεί υποψήφιο μέλος και εδώ και χρόνια διαδραματίζονται όλες οι απαραίτητες διαδικασίες ενσωμάτωσης στους ευρωπαϊκούς θεσμούς. Ο Aleksandar Vučić σε ερώτηση σχετική με το ζήτημα της πρεσβείας απάντησε: «Η Σερβία δεν έχει ανοίξει αυτό το κεφάλαιο ακόμα, αλλά κάνουμε ότι καλύτερο μπορούμε για να ευθυγραμμιστούμε με τους κανονισμούς και τους θεσμούς της Ε.Ε όσο το δυνατόν περισσότερο. Όμως ακολουθούμε τα δικά μας συμφέροντα».
Από τη δική της πλευρά, η Ε.Ε εξέφρασε τη δυσφορία της προς αυτήν την κίνηση, μέσω του εκπροσώπου της Peter Stano, ο οποίος δήλωσε ότι η Ένωση περιμένει οι χώρες που θέλουν να ενταχθούν θα πρέπει να ακολουθούν αντίστοιχη εξωτερική πολιτική και ότι το μονοπάτι που θα ακολουθήσουν οι χώρες προς την ένταξη δεν είναι υπονομευμένο, αλλά αποφάσεις που αμφισβητούν τη γενική θέση της Ευρώπης προς το ζήτημα της Ιερουσαλήμ, θα δημιουργούσαν ανησυχίες και δεύτερες σκέψεις. Η υπόσχεση της Σερβίας προς την Αμερική αναμφισβήτητα χαλάει τη μαγιά για την συντομότερη ένταξη της Σερβίας στην Ε.Ε και περιπλέκει περαιτέρω τη διεθνή πραγματικότητα, όπως επιβεβαιώνεται και από άλλες αρνητικές αντιδράσεις που προέρχονται από τον αραβικό σύνδεσμο, το Υπουργείο Εξωτερικών των Παλαιστινίων και την Τουρκία.
Οι Η.Π.Α. αναμείχθηκαν για άλλη μια φορά στα ευρωπαϊκά πράγματα, με πρόθεση τους να συσφίξουν τους οικονομικούς δεσμούς μεταξύ της Σερβίας και του Κοσόβου. Οι περισσότεροι αναλυτές ορθά σημειώνουν, πως η επίτευξη της συμφωνίας της 4ης Σεπτεμβρίου αποτέλεσε περισσότερο προεκλογικό τρικ του Donald Trump με σκοπό την επανεκλογή του τον προσεχή Νοέμβριο. Έπρεπε να φανεί η δραστηριότητά του στην εξωτερική διπλωματική πολιτική και πράγματι άρπαξε μια καλή ευκαιρία. Η πραγματικότητα όμως όσον αφορά την αξία της οικονομικής συμφωνίας είναι διαφορετική. Τα έγγραφα που υπογράφηκαν είναι δύο ξεχωριστά για κάθε χώρα και στην ουσία, η συμφωνία δεσμεύει τη Σερβία και το Κόσοβο με τις Η.Π.Α.. Οι όροι όντας αρκετά συνοπτικοί δεν είναι τόσο σαφείς και η συμφωνία δεν μπορεί να χαρακτηριστεί καθαρά οικονομική. Συνεπώς, η συμβολή έγκειται ως επί το πλείστον στο γεγονός ότι τα δύο κράτη ήρθαν πιο κοντά, κάθισαν στο τραπέζι του διαλόγου και στρώθηκε ο δρόμος για συζητήσεις πίσω στην Ευρώπη σχετικά με την πολιτική λύση του Σερβικού – Κοσοβικού ζητήματος.
Σερβία και Κόσοβο έκαναν βήματα προόδου στις σχέσεις τους και έκαναν μία νέα αρχή στις διαπραγματεύσεις τους. Επιθυμούν και οι δύο χώρες την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, αν και αυτό προϋποθέτει τη λύση του ζητήματος της αναγνώρισης του Κοσόβου από τη Σερβία. Η Ευρώπη τις καλωσορίζει στον διάλογο και πάλι, ενώ χρήσιμο θα ήταν η συμβολή της να φέρει χειροπιαστά αποτελέσματα αυτήν την φορά. Τα Βαλκάνια, όπως συχνά λέγεται, είναι η μπαρουταποθήκη της Ευρώπης, διότι πολύ εύκολα μία λανθασμένη διπλωματική κίνηση μπορεί να φέρει την αποσταθεροποίηση στην περιοχή. Με αφοσίωση λοιπόν και αλληλοκατανόηση Σερβία και Κόσοβο πρέπει να συνεχίσουν τους νέους γύρους διαλόγου στις Βρυξέλλες τους προσεχείς μήνες, υπό την αιγίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και αντίστοιχα εποικοδομητική να είναι και η συζήτηση που θα γίνει σύντομα στην Σερβική Βουλή, έτσι ώστε να επιτευχθεί η καλύτερη δυνατή λύση.
Γεννήθηκε στην Αθήνα και πέρασε τα σχολικά της χρόνια στο Ναύπλιο. Είναι φοιτήτρια στο 2ο έτος της Νομικής Σχολής του ΕΚΠΑ. Είναι επίσης, απόφοιτος υπότροφος προγράμματος του Πανεπιστημίου Harvard για μαθητές λυκείου και έχει λάβει μέρος σε προγράμματα προσομοίωσης του Ευρωπαϊκού και Ελληνικού Κοινοβουλίου. Μιλάει άπταιστα αγγλικά και γαλλικά. Στον ελεύθερό της χρόνο ασχολείται με την εκμάθηση άλλων ξένων γλωσσών και την άθληση.