Της Δέσποινας Βλάχου,
Εν μέσω εξαιρετικά δύσκολων συνθηκών, λόγω της πανδημίας, το Μάλι βρίσκεται πάλι στην επικαιρότητα, λόγω ενός νέου πραξικοπήματος, του τρίτου κατά σειρά. Πώς μπορεί, όμως, η κρίση ασφαλείας στο Μάλι να επηρεάσει την οικονομία του κράτους;
Το Μάλι, όπως έχει διαμορφωθεί σήμερα, ήταν μέρος της Γαλλικής Δυτικής Αφρικής. Τον Σεπτέμβριο του 1960, ανακηρύχθηκε το ανεξάρτητο κράτος της Δημοκρατίας του Μάλι. Καθ’ όλη τη διάρκεια της αποικιακής περιόδου, οι Γάλλοι θεώρησαν την αποικία ως λιγότερο σημαντική οικονομικά και πολιτικά από τις γειτονικές χώρες, ενώ δόθηκε ιδιαίτερη έμφαση στην ανάπτυξη της αγροτικής παραγωγής.
Σήμερα, η οικονομία του κράτους βασίζεται, ως επί το πλείστον, στην αγροτική ανάπτυξη. Η γεωργία για βιοποριστικούς σκοπούς και η κτηνοτροφία συμπεριλαμβάνονται στις εγχώριες δραστηριότητες, αν και περισσότεροι άνθρωποι στρέφονται στη βιομηχανική καλλιέργεια βαμβακιού. Οι αλλαγές στον αγροτικό τομέα περιορίστηκαν από το δυσμενές κλίμα (ξηρασίες) και τα χαμηλά επίπεδα τεχνολογίας. Η βιομηχανία επικεντρώνεται σε μεγάλο βαθμό στην επεξεργασία τροφίμων για οικιακή χρήση, ενώ η πρόοδος στην εκμετάλλευση εκτεταμένων ορυκτών πόρων είναι αργή. Το συνάλλαγμα, το οποίο λαμβάνεται κυρίως από την εξαγωγή πρωτογενών εμπορευμάτων, είναι ευάλωτο σε ασταθείς παγκόσμιες αγορές και διακυμάνσεις σε ξένο νόμισμα. Τα έσοδα δεν επαρκούν, για να καλύψουν το κόστος των εισαγωγών του Μάλι, ιδίως για τα αγαθά υψηλής αξίας από τη Γαλλία και άλλα δυτικά έθνη.
Το νόμισμα, που χρησιμοποιείται στο Μάλι, είναι το φράγκο CFA (Φράγκο Δυτικής Αφρικής), το οποίο εκδίδεται από την Κεντρική Τράπεζα των κρατών Δ. Αφρικής. Η διμερής εξωτερική βοήθεια στο Μάλι παρέχεται κυρίως από την Γαλλία, τις Ηνωμένες Πολιτείες και άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Παράλληλα, η διεθνής βοήθεια χορηγείται από οργανισμούς, όπως τα Ηνωμένα Έθνη, το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάπτυξης και το Αναπτυξιακό Πρόγραμμα των Ηνωμένων Εθνών. Εκτός από τα άλλα προβλήματά του, το Μάλι υπέφερε σοβαρά από κακοδιαχείριση πόρων και το εθνικό χρέος αυξήθηκε ραγδαία λόγω της εξάρτησης του Μάλι από την ξένη βοήθεια.
Ο Modibo Keita, ο πρώτος Πρόεδρος του κράτους μετά την ανεξαρτησία του, προχώρησε σε ριζικές μεταρρυθμίσεις. Υιοθετήθηκε μια πιο σοσιαλιστική οικονομική πολιτική και καθιερώθηκαν στενοί οικονομικοί δεσμοί με άλλες χώρες. Οι κρατικές εταιρείες και οι αγροτικές συνεταιριστικές οργανώσεις συνασπίστηκαν, για να ρυθμίσουν την παραγωγή και την διανομή των αγαθών. Από το πρώτο πραξικόπημα το 1968 υπό τον Moussa Traoré, η σοσιαλιστική πολιτική μετριάστηκε από την προώθηση της ιδιωτικοποίησης. Κατά τη δεκαετία του 1980, ο Traoré κατέβαλε συντονισμένες προσπάθειες για τη βελτίωση των σχέσεων με άλλες δυτικές χώρες, συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών, οι οποίες συνδέονταν με τις προσπάθειές του να προσελκύσει ξένες επενδύσεις και να προωθήσει τον ιδιωτικό τομέα. Στις αρχές της δεκαετίας του 1990, ξέσπασαν ταραχές, με αποτέλεσμα την διεξαγωγή εκλογών το 1992.
Από το 1992 και μετά, οι κυβερνήσεις που ανέλαβαν την εξουσία έκαναν σημαντικά βήματα προς ένα πιο δημοκρατικό μέλλον. Ωστόσο, η αδύναμη οικονομία, η ξηρασία, η οποία δεν ευνόησε την ανάπτυξη της αγροτικής παραγωγής και η μείωση της εξωτερικής βοήθειας σε συνδυασμό με την υποτίμηση από την γαλλική κυβέρνηση του φράγκου CFA ήταν μόνο μερικά από τα προβλήματα που είχαν να αντιμετωπίσουν οι νέες κυβερνήσεις. Η χώρα επωφελήθηκε από πολλά σχέδια ελάφρυνσης του χρέους, κατά τη δεκαετία του 1990 και του 2000, συμπεριλαμβανομένου του σχεδίου του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου του 2005, που ακύρωσε το 100% του χρέους προς αυτόν τον οργανισμό.
Παράλληλα, οι κυβερνήσεις του Μάλι έπρεπε να αντιμετωπίσουν και τη συνεχιζόμενη κρίση, που προκλήθηκε από μία ομάδα ανταρτών, τους Tuareg, η δράση της οποίας εντάθηκε το 2012, οπότε και έγινε το δεύτερο πραξικόπημα στη χώρα. Η κλιμάκωση των συγκρούσεων και το πραξικόπημα του Μαρτίου του 2012 οδήγησαν την οικονομία να σταματήσει. Το ποσοστό της αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ για το 2012 ήταν στο -0,8%. Η βιομηχανική δραστηριότητα επιβραδύνθηκε, ιδιαίτερα στον τομέα των κατασκευών και των δημοσίων έργων, λόγω της μειωμένης στήριξης των επενδυτών. Το Δ.Ν.Τ. ανέφερε ότι, παρά τις κυβερνητικές προσπάθειες, η κατάσταση στα τέλη του 2012 χαρακτηρίστηκε από αύξηση των οφειλών έναντι εμπορικών τραπεζών και από αύξηση του εσωτερικού και εξωτερικού χρέους. Οι συνολικές οφειλές στα τέλη του 2012 ανήλθαν στο 35% του ΑΕΠ.
Ωστόσο, η οικονομία του Μάλι φάνηκε ιδιαίτερα ανθεκτική. Από το 2013 και εξής παρουσίασε σταθερή αύξηση του ποσοστού πραγματικού ΑΕΠ. Σύμφωνα με την Αφρικανική Τράπεζα Ανάπτυξης, το 2019, η χώρα σημείωσε αύξηση 5% του πραγματικού ΑΕΠ (λόγω της καλής παραγωγής χρυσού και βαμβακιού), ενώ το δημόσιο χρέος ήταν 35,5% του ΑΕΠ στα τέλη του 2018. Ωστόσο, η οικονομία παραμένει μη βιομηχανική και η μεταποιητική βιομηχανία αγωνίζεται να αναπτυχθεί. Αυτό οδηγεί σε τεράστια ανάγκη για εισαγωγές και σε έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών (5,4% του ΑΕΠ το 2019).
Με τις προεδρικές εκλογές του 2018, ο Κeita επανήλθε στην εξουσία. Ωστόσο, η ολοένα αυξανόμενη απογοήτευση του λαού, η αδύναμη οικονομία και οι ισχυρισμοί για περιπτώσεις διαφθοράς στο εσωτερικό του κράτους τροφοδότησαν τη δυσαρέσκεια. Τον Αύγουστο του 2020, στρατεύματα συνέλαβαν τον Keita, τον πρωθυπουργό του Μάλι, και άλλους αξιωματούχους της κυβέρνησης. Ο Keita έκανε γνωστή την παραίτηση του και την εξουσία ανέλαβε η στρατιωτική χούντα. Το πραξικόπημα, καταδικάστηκε σε περιφερειακό και διεθνές επίπεδο. H Δυτικοαφρικανική Οικονομική και Νομισματική Ένωση (ECOWAS) ανέφερε ότι αναστέλλει όλες τις χρηματοοικονομικές ροές μεταξύ των άλλων δεκατεσσάρων κρατών-μελών της και του Μάλι. H ECOWAS αποφάσισε επίσης, το κλείσιμο των χερσαίων και των εναέριων συνόρων με το Μάλι. Οι αποφάσεις αυτές είναι πιθανό να δυσχεράνουν την κατάσταση στο εσωτερικό της χώρας, καθώς θα την αποκλείσουν από τις διεθνείς χρηματοοικονομικές συναλλαγές. Δεδομένου ότι το 35,6% των εισαγωγών στο Μάλι προέρχονται από τις χώρες που ανήκουν στην Ένωση (ιδιαίτερα την Σενεγάλη και την Ακτή Ελεφαντοστού), αναμένεται ότι οι κινήσεις αυτές θα προκαλέσουν ακόμη μεγαλύτερη ασφυξία στην ήδη ταλαιπωρημένη οικονομία του Μάλι. Το ερώτημα, στην περίπτωση αυτή, είναι αν θα καταφέρει το κράτος να ξεπεράσει τα προβλήματα ασφαλείας που αντιμετωπίζει, αλλά και εάν η οικονομία του θα φανεί τόσο ανθεκτική, όπως συνέβη το 2012.
ΠΗΓΕΣ
- African Development Bank Group, (Φεβρουάριος 2020), Mali Economic Outlook, από https://www.afdb.org/en/countries/west-africa/mali
- Baker K. M., Clark A. & Imperato P. J., (Αύγουστος 2020), Mali, Encyclopædia Britannica, από https://www.britannica.com/place/Mali
- Bastagli F. & Toulmin C., (Μάρτιος 2014), Mali: Economic Factors Behind the Crisis, Directorate General for External Policies, από https://www.europarl.europa.eu/thinktank/en/document.html?reference=EXPO-DEVE_ET(2014)433754
- Finnan D., (Σεπτέμβριος 2020), Financial restrictions on Mali following coup will ‘asphyxiate’ the economy, RFI, από https://www.rfi.fr/en/africa/20200901-financial-restrictions-on-mali-following-coup-will-asphyxiate-the-economy
- International Monetary Fund, (n.d.), Mali and the IMF, από https://www.imf.org/en/Countries/MLI#countrydata
- World Bank, (n.d.), Overview, από https://www.worldbank.org/en/country/mali/overview#2
- World Bank, (Μάρτιος 2013), The Malian Economy Holds Steady in the Face of Crisis, από https://www.worldbank.org/en/news/feature/2013/03/14/the-malian-economy-holds-steady-in-the-face-of-crisis