Της Νεφέλης Κανέλλου,
Μετά από τη δημοσίευση ενός ερευνητικού άρθρου σε ένα εναλλακτικό site, το οποίο αφορούσε την υποτιθέμενη εμπλοκή του σε πράξεις διαφθοράς, ο Asim Bajwa αποφάσισε να παραιτηθεί από τη θέση του ως ειδικός βοηθός του πρωθυπουργού πάνω στην πληροφόρηση και τη μετάδοση. Αν και παραιτήθηκε από αυτή τη θέση, δήλωσε πως θα συνεχίσει στην άλλη θέση του, η οποία είναι ακόμη πιο ύποπτη, ως Πρόεδρος της Οικονομικής Αρχής Κίνας-Πακιστάν (Chinese Pakistan Economic Authority – CPEC).
Αν και σε συνέντευξη τύπου ο Bajwa αρνήθηκε κατηγορηματικά την όποια ανάμειξή του σε οποιοδήποτε οικονομικό σκάνδαλο, η μερική παραίτησή του μόνο όξυνε τις υποψίες για υπεξαίρεση χρημάτων και οικονομική διαφθορά. Επιπλέον, η μερική του παραίτηση δεν έγινε καν δεκτή από τον πρωθυπουργό της χώρας, Imran Khan. Στη συνέντευξη τύπου, κατά την οποία αρνούταν τις κατηγορίες, δεν παρουσίασε καμία απόδειξη υπέρ του και, μάλιστα, σε κάποια στιγμή, αποχώρησε από τη συνέντευξη για λίγα λεπτά. Το κομμάτι αυτό, βέβαια, δεν προβλήθηκε από τα πακιστανικά μέσα ενημέρωσης, όπως δεν προβλήθηκε και τίποτα σχετικά με τις κατηγορίες, παρά μόνο η άρνηση του Bajwan για την εμπλοκή του. Αυτό καθιστά προφανές πως τα μέσα μαζικής ενημέρωσης στο Πακιστάν, κάθε άλλο παρά αμερόληπτα είναι και δε διστάζουν να πάρουν θέση, πάντα υπέρ του στρατού ή της κυβέρνησης.
Αν και οι πολιτικοί μπορούν κάπως να ελεγχθούν μέσω αποκαλυπτικών άρθρων και εκθέσεων, για το στρατό τα πράγματα είναι πιο περίπλοκα. Η βιομηχανία του στρατού στο Πακιστάν αυτή τη στιγμή αξίζει πάνω από 100 δις δολάρια, σχεδόν τα διπλάσια από τα 62 δις της Κίνας, μέσω της CPEC, που αποτελεί την μεγαλύτερη εξωτερική επένδυσή της. Μέσω αυτής της επένδυσης, διαφαίνονται τα συμφέροντα της Κίνας και του Πακιστανικού στρατού, τα οποία συμπίπτουν. Και οι δύο επιθυμούν να ιδιοποιηθούν τους πόρους του Πακιστάν, ο καθένας για δικό του συμφέρον, αλλά και για ύποπτες υποθέσεις. Η CPEC είναι συνδεδεμένη τόσο με τη Xinjiang, όσο και με το Balochistan, που αποτελούν περιοχές που έχουν συσχετιστεί πολλές φορές με κακοποιήσεις και καταπάτηση δικαιωμάτων από τις αρχές. Και οι δύο αρχές, η Κινεζική κυβέρνηση και ο Πακιστανικός στρατός, επιθυμούν να εγκαθιδρύσουν και να διατηρήσουν τον απόλυτο έλεγχο, ο καθένας στο έδαφός του, και, μέσω αυτής της οικονομικής ένωσης και της δύναμης που τους δίνουν οι οικονομικοί πόροι έχουν καταφέρει να δημιουργήσουν ένα όργανο, το οποίο δεν τολμά κανείς να αμφισβητήσει στο Πακιστάν.
Η CPEC, από την ίδρυσή της, το 2015, έχει φτάσει το 2020 να διοικείται ξεκάθαρα από τον Πακιστανικό στρατό και να έχει τόση δύναμη, ώστε να ασκεί πιέσεις στην πολιτική του κράτους και να παίρνει αποφάσεις που να μη χωράνε αμφισβήτηση, καθώς κάθε διαφορετική γνώμη εκλαμβάνεται ως «αμφισβήτηση για τη CPEC». Η εμπλοκή της Κίνας, μάλιστα, έχει αυξήσει την επιρροή της Αρχής, καθώς προσφέρει οικονομική υποστήριξη και ασφάλεια, καθιστώντας τις πιέσεις της διεθνούς κοινότητας και των Ηνωμένων Πολιτειών, συγκεκριμένα, οριακά αόρατες.
Το πρόβλημα, βέβαια, που είναι συνολικό και χρόνιο, δεν είναι άλλο από τη σχέση πολιτικής και στρατού, η οποία είναι επικίνδυνα στενή και αλληλεξαρτώμενη. Στην ιστορία του Πακιστάν, τα μισά χρόνια κυβερνά ο στρατός και τα άλλα μισά πολίτες στηριζόμενοι από αυτόν. Και το γεγονός πως ένας άνθρωπος της κυβέρνησης βγήκε δημόσια για να αρνηθεί τις κατηγορίες χαρακτηρίζεται ως «ιστορικό» επιβεβαιώνει την κατάσταση. Πολλοί υπεύθυνοι της κυβέρνησης και του στρατού απολαύουν ειδικής μεταχείρισης, τόσο από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, όσο κι από το σύστημα δικαιοσύνης, το οποίο για αυτούς δείχνει να μη δουλεύει. Η οικονομική ελευθερία που έχει δοθεί στον Πακιστανικό στρατό και η αυτονομία που απολαύει, μέσω αυτής, είναι ένα πρόβλημα το οποίο μπορεί να λυθεί μόνο μέσω αλλαγής της εθνικής νομοθεσίας, υπό την ηγεσία ενός ανεξάρτητου και αμερόληπτου πρωθυπουργού, κάτι το οποίο το κράτος του Πακιστάν δεν έχει βιώσει και δύσκολα θα βρει στα επόμενα χρόνια, αν δεν σπάσει ο κύκλος της εξάρτησης και της διαφθοράς.