Της Τερψιχόρης Κουδούνα,
Το 1948 ο Τζωρτζ Όργουελ (1903-1950), ταλαιπωρημένος από τη φυματίωση, έγραψε ξαπλωμένος το τελευταίο κείμενο ενός μυθιστορήματος που θα κυκλοφορούσε τον επόμενο χρόνο και θα συνέπαιρνε τον κόσμο έως και σήμερα με εκατοντάδες χιλιάδες πωλήσεις παγκοσμίως. Το βιβλίο, σχεδιαζόταν ως προς το περιεχόμενο από το 1943 και μάλιστα έπειτα από τη Διάσκεψη της Τοσκάνης με συμμετέχοντες τους ηγέτες Τσώρτσιλ, Ρούζβελτ και Στάλιν. Συζητώντας για το μέλλον του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, το οποίο ο συγγραφέας προέβλεψε οραματικά αρκετά διαφορετικά και όπως αποδείχθηκε τη χρονολογία που τιτλοφορείται αλλά έως και σήμερα, όχι μόνο αναφορικά με τον ίδιο τον πόλεμο, αλλά με τον ίδιο τον άνθρωπο, που οι «αλυσίδες» του προσαρμόζονται ανά καιρούς.
Το βιβλίο χαρακτηρίστηκε τόσο ως «πολιτικό θρίλερ» όσο και ως «προφητικό μανιφέστο» και φανταστικό μυθιστόρημα παρουσιασμένο με τρόπο αρκετά ρεαλιστικό. Ταυτόχρονα όμως, πρόκειται και για μία συγκινητική ερωτική ιστορία. Το μέλλον που προβλέπεται για τότε δείχνει να είναι κοντινό, με το πέρας, ωστόσο, των χρόνων αποδεικνύεται ότι αντιπροσωπεύει την πραγματικότητα επτά δεκαετιών ολοένα και πλησιέστερα από την έκδοσή του.
Ο Έρικ Άρθουρ Μπλαιρ, καλλιτεχνικό ψευδώνυμο του Όργουελ, επιθυμώντας να προσωποποιήσει έναν απλό καθημερινό άνθρωπο επιλέγει να ονομάσει τον πρωταγωνιστή Γουίνστον Σμιθ, εμπνευσμένος πιθανότατα από τον πρόεδρο της Αγγλίας αλλά και χρησιμοποιώντας ένα αρκετά γνωστό βρετανικό επίθετο, που θα μπορούσε να αντιπροσωπεύει τον καθένα, ενώ ο συγκεκριμένος είναι ένας τυπικός -τότε- ιδιωτικός υπάλληλος. Με πρόσχημα την ασφάλεια των πολιτών υπάρχει ένας «Μεγάλος Αδελφός» ο οποίος επιβλέπει την καθημερινότητα σε σημείο τελικά που να παραβιάζεται η ιδιωτικότητα. Ο ίδιος δεν είναι άνθρωπος αλλά όλη η διαδικασία εντοπισμού και παρέμβασης, σε σημείο που οι κάμερες θα έχουν πρόσβαση παντού, σαν ολοκληρωτικό καθεστώς. Σε μία περίοδο έκπτωσης ηθών και αξιών, οικονομικοκοινωνικοπολιτικών κραδασμών, η ατομική ανελευθερία ολοένα και ενισχύεται. Ο Μεγάλος Αδελφός παραμονεύει με το προσωπείο τριών υπουργείων, της αγάπης, της αφθονίας και της αλήθειας. Αποπροσανατολίζει βάζοντας τη σκέψη σε καλούπια αδρανοποιώντας τον νου και προσαρμόζοντας τις κινήσεις του ανθρώπου σαν εξάρτημα μηχανής, που δεν παρεκκλίνει από τα καθιερωμένα και ιδίως από αυτά που επιθυμούσε να «καλλιεργήσει».
Ο Σμιθ, ένα άτομο φοβισμένο και μοναχικό, διαρκώς καταπιέζεται να εξωτερικεύσει τα συναισθήματά του, ακόμη και όταν έρχεται μία «κατάλληλη στιγμή». Μέχρι και στη γνωριμία του με τη γυναίκα που ερωτεύτηκε, πέραν του ότι βίωνε τον απόλυτο έλεγχο από ειδικές κάμερες και τηλεοθόνες, μάλιστα μέσω ορισμένων τεχνασμάτων βασανίστηκε για καιρό, καθώς εντοπίστηκε πανεύκολα…
Όλα προσαρμόζονταν βάσει μίας και μοναδικής αλήθειας που πρέσβευε το «Κόμμα» και έτσι το μέλλον αποκτά μία άρρηκτη διασύνδεση με το παρελθόν. Το μεγαλύτερο έγκλημα που μπορεί να διαπράξει κανείς είναι η σκέψη του, η οποία να μην συνάδει με τα «μέτρα» του κόμματος και η ποινή θα είναι ο θάνατος, έχοντας πρωτίστως αγαπήσει και υπακούσει τον Μεγάλο Αδελφό. Υπάρχει μία αίσθηση καταπάτησης των ελευθεριών, αλλά δύσκολα κανείς μπορεί να μην πορευτεί με την τρέχουσα κατάσταση και παρά την ενδόμυχη καταπίεση που βιώνει να ξεφύγει από το έρεβος. Στο σημείο αυτό, η ατομική πρωτοβουλία, η ελευθερία και η συνείδηση θυσιάζονται στον βωμό της ομοιογένειας και της κονσερβοποίησης.
Προτείνοντας την ανάγνωση του βιβλίου για την κατανόηση τόσο της τρέχουσας και παρελθούσας καθημερινότητας, όσο και ως ενός αξιόλογου και ποιοτικού μυθιστορήματος, δεν πρόκειται για μία περίληψη του ομώνυμου έργου, αλλά για μία κριτική θετική υπέρ του δέοντος. Το γεγονός που καθιστά την προφητεία ανατριχιαστική δεν είναι τόσο όλες συγκεντρωτικά οι τρέχουσες συνθήκες που συντάχθηκε, όσο η απαράμιλλη προσέγγιση του συγγραφέα στην πραγματικότητα του ’80 και έπειτα. Η σμίλευση της σκέψης επηρεάζει τις λέξεις, η διαμόρφωση μιας καθημερινότητας τυποποιημένης και απαρέγκλιτης αλλά και η «ευτυχία» που αισθάνεται ο σημερινός άνθρωπος να βρίσκεται σε πρόγραμμα φανερώνει τη «σκλαβιά» του, η οποία θεωρείται όχι μόνο ευτυχία, αλλά και αδιαφιλονίκητη στάση ζωής. Η τεχνολογία και η εξέλιξη, πέραν των μεγάλων επιτευγμάτων τους σε αμέτρητους τομείς, δημιούργησαν το αίσθημα της κίβδηλης ασφάλειας και της εύκολης λύσης. Ο σημερινός Δυτικός Ευρωπαίος αισθάνεται ευχάριστα να συμμετέχει σε παιχνίδια που όντως φέρουν το όνομα BigBrother και αν αντέξουν αμείβονται οικονομικά λειτουργώντας τελικά ως πρότυπα… Η ποιότητα, που κατά καιρούς αναπροσαρμόζεται, τείνει να συγχέεται με τα ποσοστά τηλεθέασης και με την αναγνωσιμότητα, έναντι της ουσιαστικής προσφοράς από αληθινούς ανθρώπους του πνεύματος.
Το άτομο, έτσι, παραμένει ανελεύθερο, δεν ζητά «παράλογα», δεν εκφράζεται «ανάρμοστα» και δεν λειτουργεί «αυτόβουλα». Σύμφωνα με το «Κόμμα»:
«Ο πόλεμος είναι ειρήνη,
η ελευθερία είναι σκλαβιά,
η άγνοια είναι δύναμη»
Είναι δεκαεννέα ετών και πρωτοετής φοιτήτρια στο τμήμα Διεθνών, Ευρωπαϊκών και Περιφερειακών Σπουδών του Πάντειου Πανεπιστημίου. Ασχολείται με την εκμάθηση γλωσσών που προάγουν την επικοινωνία, με τις πολεμικές τέχνες, ενώ ιδιαίτερο ενδιαφέρον της δημιουργούν το θέατρο, η ανάγνωση λογοτεχνικών βιβλίων και τα ταξίδια.