Της Αριάδνης-Παναγιώτας Φατσή,
Το 2020 είναι η 70η επέτειος από την υπογραφή της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και η 3η Σεπτεμβρίου που μας πέρασε σηματοδοτεί την επέτειο της έναρξης της ισχύος της. Ένα από τα πιο πολυσυζητημένα πλέον δικαιώματα που αναφέρει η ΕΣΔΑ είναι το δικαίωμα στην ιδιωτικότητα, για το οποίο η ραγδαία ανάπτυξη της τεχνολογίας έχει δημιουργήσει ένα νέο, ενδιαφέροντα διάλογο. Όπως αναφέρει το άρθρο 8 της Σύμβασης:
«1. Παν πρόσωπον δικαιούται εις τον σεβασμόν της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής του, της κατοικίας του και της αλληλογραφίας του.
2. Δεν επιτρέπεται να υπάρξη επέμβασις δημοσίας αρχής εν τη ασκήσει του δικαιώματος τούτου, εκτός εάν η επέμβασις αύτη προβλέπεται υπό του νόμου και αποτελεί μέτρον το οποίον, εις μίαν δημοκρατικήν κοινωνίαν, είναι αναγκαίον δια την εθνικήν ασφάλειαν, την δημοσίαν ασφάλειαν, την οικονομικήν ευημερίαν της χώρας, την προάσπισιν της τάξεως και την πρόληψιν ποινικών παραβάσεων, την προστασίαν της υγείας ή της ηθικής, ή την προστασίαν των δικαιωμάτων και ελευθεριών άλλων.»
Πλέον, η ανάπτυξη της τεχνολογίας και η εμπορική αξιοποίηση των δεδομένων έχει δημιουργήσει αρκετούς κινδύνους για την ιδιωτικότητα των πολιτών. Στην υπόθεση L.H. κατά Λετονίας (αρ. αιτ. 52019/07), η προσφεύγουσα κατηγόρησε το λετονικό Δημόσιο για παραβίαση της ιδιωτικότητάς της, διότι κρατικός φορέας έλαβε τα ιατρικά της δεδομένα χωρίς τη συγκατάθεσή της. Στην απόφαση αυτή, το Δικαστήριο υπενθύμισε τη σημασία της προστασίας των ιατρικών δεδομένων για την απόλαυση του δικαιώματος ενός ανθρώπου σε σεβασμό της ιδιωτικής ζωής του. Το Δικαστήριο έκρινε ότι υπήρξε παραβίαση του Άρθρου 8 της Σύμβασης στην περίπτωση της προσφεύγουσας, διαπιστώνοντας ότι το εφαρμοστέο δίκαιο δεν απέδειξε με επαρκή σαφήνεια το πεδίο της διακριτικής ευχέρειας που παρέχεται στις αρμόδιες αρχές και τον τρόπο άσκησής της.
Το αντίθετο συνέβη στην πιο πρόσφατη υπόθεση Uzun κατά Γερμανίας, όπου ο προσφεύγων, ύποπτος για συμμετοχή σε βομβιστικές επιθέσεις από ένα εξτρεμιστικό κίνημα, διαμαρτυρήθηκε ιδιαίτερα ότι η επιτήρησή του μέσω GPS και η χρήση των δεδομένων που ελήφθησαν κατά την ποινική διαδικασία εναντίον του παραβίασε το δικαίωμά του στην ιδιωτική ζωή. Το Δικαστήριο έκρινε ότι δεν υπήρξε παραβίαση του Άρθρου 8 της Σύμβασης. Η επιτήρηση μέσω GPS και η επεξεργασία και χρήση των δεδομένων που αποκτήθηκαν με αυτόν τον τρόπο παρενέβησαν βεβαίως στο δικαίωμα του προσφεύγοντος στην ιδιωτικότητα. Ωστόσο, το Δικαστήριο σημείωσε ότι είχε επιδιώξει τους νόμιμους στόχους της προστασίας της εθνικής ασφάλειας, της δημόσιας ασφάλειας και των δικαιωμάτων των θυμάτων και της πρόληψης του εγκλήματος, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 8.
Σε κάθε περίπτωση, είναι σημαντικό να γίνεται με εξαιρετική φειδώ ο περιορισμός του δικαιώματος της ιδιωτικότητας. Αν και σε περιορισμένες περιπτώσεις είναι πραγματικά δυνατόν ο περιορισμός να είναι άμεσα συνδεδεμένος με την προστασία της δημόσιας ασφάλειας και την πρόληψη του εγκλήματος, είναι σημαντικό αυτές οι περιπτώσεις να παραμένουν η εξαίρεση και να μη γίνονται ο κανόνας.
Για έναν σημαντικό αριθμό ανθρωπίνων δικαιωμάτων, οι αλλαγές στον τρόπο ζωής μας επιφέρουν νέες ανησυχίες. Θα είναι, λοιπόν, πάντα ενδιαφέρον να βλέπουμε πώς θα ανταποκριθεί η ΕΣΔΑ και στα επόμενα χρόνια της ζωής της, αλλά και να θυμόμαστε ότι οι πυρήνες των δικαιωμάτων πρέπει να παραμένουν ατόφιοι.
Πηγές
- https://www.echr.coe.int/documents/fs_new_technologies_eng.pdf
- https://www.echr.coe.int/documents/fs_data_eng.pdf
Γεννήθηκε και ζει στην Αθήνα. Είναι προπτυχιακή φοιτήτρια του τμήματος Νομικής στο ΕΚΠΑ. Αναπτύσσει ιδιαίτερη δράση σε φοιτητικούς οργανισμούς και εκδηλώσεις, βρίσκεται στο διοικητικό συμβούλιο της Unique Minds και έχει συμμετάσχει σε πολλά συνέδρια και ημερίδες. Την ενδιαφέρει η συγγραφή νομικών και λογοτεχνικών άρθρων, τάσεις τις οποίες ικανοποιεί η συμμετοχή της στο OffLine Post. Γνωρίζει Αγγλικά και Γερμανικά.