Του Άγγελου Μεταλλίδη,
Στην ελληνική και ξένη βιβλιογραφία, η διατήρηση του πολιτισμού των Ελλήνων από τα Μεταβυζαντινά χρόνια έως και την ίδρυση του νέο ελληνικού κράτους συνδέεται άμεσα με την λειτουργία των επονομαζόμενων θεσμών του νέου ελληνισμού, οι οποίοι μέσα από την συνεχή λειτουργία τους διατήρησαν το ελληνικό πνεύμα και το μετέδωσαν στις επόμενες γενιές. Αυτοί οι θεσμοί είναι η εκκλησιά, οι κοινότητες, τα ένοπλα σώματα, οι Φαναριώτες, και φυσικά, η παιδεία.
- Εκκλησία: Η θρησκεία και η εκκλησία παίζουν πραγματικά έναν πολύ σημαντικό ρολό στις προ-νεωτερικές κοινωνίες. Το οικουμενικό πατριαρχείο ιδρύθηκε ξανά, έπειτα από τα προνομία που παραχώρησε ο Μεχμέτ Β΄ προς τον Γεννάδιο Σχολάριο. Η σύσταση του πατριαρχείου έγινε με Βεράτι, επίσημο έγγραφο δηλαδή που αναθέτει σε κάποιο πρόσωπο ένα έργο ή αξίωμα. Στην περίπτωση του πατριαρχείου, κάθε φορά που ο πατριάρχης ή ο σουλτάνος πέθαινε, έπρεπε να εκδοθεί νέο Βεράτι. Απώτερος σκοπός ήταν ο έλεγχος των ανθρώπων αυτών από τη κεντρική διοίκηση. Η ένταξη της Εκκλησίας στο δημοσιονομικό σύστημα της αυτοκρατορίας και μάλιστα με τις προσπάθειες των ίδιων των Ελλήνων, είχε ως στόχο την διαφύλαξή της στο πέρασμα του χρόνου. Μέσα από την Εκκλησία, θα μπορούσε επίσης να προκύψει μια πολιτική ένωση των χριστιανικών ομάδων, πράγμα που δύσκολα θα επιτυγχάνετο, καθώς οι μη Έλληνες χριστιανοί λάμβαναν από την Εκκλησία μόνο το πνευματικό μέρος. Υπήρξαν όμως στιγμές που η εκκλησία λειτούργησε περισσότερο διασπαστικά πάρα ενωτικά. Μια τέτοια στιγμή είναι η ελληνική επανάσταση, όταν το οικουμενικό πατριαρχείο τήρησε αποστάσεις από την προσπάθεια δημιουργίας ελληνικού κράτους. Την εποχή αυτή, ξεχωρίζουν τα 4 πατριαρχεία και οι αρχιεπισκοπές Κύπρου, Αχρίδας και Ιπεκίου με τις υποκείμενες μητροπόλεις, επισκοπές, ενορίες, μονές.
- Κοινότητες: Οι κοινότητες ήταν θεσμός αυτοοργάνωσης των Ελλήνων και οι καταβολές τους βρίσκονταν ήδη στα βυζαντινά χρόνια. Είχαν δημοσιονομικές, πολιτικές, διοικητικές και δικαστικές αρμοδιότητες. Ήταν δηλαδή υπεύθυνες για την είσπραξη των φορών, τους οποίους έπρεπε να καταβάλουν στην οθωμανική διοίκηση. Η κάθε κοινότητα είχε τον δικό της τοπικό άρχοντα, ενώ υπήρχαν και πλήθος άλλων αξιωματούχων. Τέλος, οι κοινότητες είχαν την δυνατότητα εκδίκασης ορισμένων δικαστικών υποθέσεων. Οι κοινότητες δεν αναγνωρίζονταν, όμως, ως νομικά πρόσωπα. Μέσα από αυτές, επιπλέον, ήταν δυνατός ο έλεγχος των υπηκόων. Χωρίζονται σε αστικές, σε αγροτικές και σε ναυτικές. Στις πρώτες είναι έντονη η ανάμειξη μουσουλμάνων και χριστιανών, οι αγροτικές δεν ήταν αυστηρά οριοθετημένες, ενώ οι ναυτικές ήταν οριοθετημένες και είχαν μεγαλύτερη αυτονομία από την κεντρική εξουσία.
- Ένοπλα σώματα: Στα ένοπλα σώματα συμπεριλαμβάνονται οι stradioti, οι αρματολοί, οι κλέφτες και οι πειρατές-κουρσάροι. Οι πρώτοι είχαν κυρίως την καταγωγή τους από την Πελοπόννησο και ήταν Έλληνες και Αλβανοί. Στρατολογήθηκαν από τους βένετους στα μέσα του 15 αιώνα με αντάλλαγμα την παραχώρηση γαιών. Οι αρματολοί βρίσκονταν κυρίως στα Βαλκάνια και αποτελούνταν συνήθως από ορθοδόξους χριστιανούς και γίνονταν μέλη της τάξης των askeri. Ο θεσμός οργανώθηκε συστηματικά επί Μουράτ Β΄. Σταδιακά η κεντρική διοίκηση έχανε τον έλεγχο των επαρχιών και έτσι, εδραιώνονταν η εξουσία των προκρίτων. Οι κλέφτες έμεναν στα ορεινά και ζούσαν κυρίως από την ληστεία. Δεν έχουμε για αυτούς καθόλου πληροφορίες έως τον 18ο αιώνα. Φυσικά, τα όρια ανάμεσα σε κλέφτες και αρματολούς ήταν μεταβλητά, καθώς συχνά κλέφτες γίνονταν αρματολοί και το αντίστροφο. Οι πειρατές και οι κουρσάροι ήταν μέρος του φαινομένου της θαλάσσιας πειρατείας. Η διαφορά των δευτέρων από τους πειρατές είναι ότι οι κουρσάροι συχνά ενεργούσαν υπό τις διαταγές κρατών.
- Φαναριώτες: Αποτελούσαν μια εξέχουσα ομάδα Ελλήνων από την ομώνυμη συνοικία (Φανάρι) της Κωνσταντινούπολης και συνήθως, οι περισσότεροι από αυτούς εντάσσονταν στον διοικητικό τομέα της αυτοκρατορίας και αυτό, γιατί διέθεταν την απαραίτητη μόρφωση και τα οικονομικά μέσα. Η ένταξή τους στον διοικητικό τομέα της αυτοκρατορίας εμφανίζεται στα μέσα του 17ου αιώνα, με ένα από τους πρώτους να είναι ο γλωσσομαθής Τραπεζούντιος, ο Παναγιώτης Νικούσιος, με σπουδές στην Πάντοβα, όπου κατέλαβε τη θέση του μεγάλου δραγουμάνου της Πύλης. Έτσι, οι Φαναριώτες αναδεικνύονται σταδιακά σημαίνοντα πρόσωπα στην διοίκηση και αυτό λόγω της καλλιέργειάς τους, της γλωσσομάθειας και των εμπειριών που είχαν αποκομίσει από την Ευρώπη. Σύντομα , προστέθηκαν τα αξιώματα του δραγουμάνου του στόλου και κυρίως, από τις αρχές του 18ου αιώνα, των ηγεμόνων των αυτόνομων παραδουνάβιων ηγεμονιών, της Βλαχίας και της Μολδαβίας.
- Παιδεία: Μετά την άλωση της Πόλης, το μεγαλύτερο μέρος των λογίων της βυζαντινής αυτοκρατορίας έφυγε προς την δύση με αποτέλεσμα η παιδεία να παρουσιάσει μια κάμψη. Η πρώτη γενιά λογίων μετά την άλωση εντοπίζεται κυρίως στην Πόλη και προέρχεται από ανθρώπους των οποίων η οικογένεια κατείχε κάποιο αξίωμα στην βυζαντινή αυλή. Η οικοδιδασκαλία ήταν η κύρια μορφή διδασκαλίας στα πρώτα χρόνια της τουρκοκρατίας. Η κατάσταση άρχισε να αλλάζει από τον 17ο αιώνα με την ίδρυση οργανωμένων σχολείων και την εμφάνιση πολλών και κάλων δασκάλων. Η περίοδος αυτή θα οδηγήσει σταδιακά στον νεοελληνικό διαφωτισμό από τα τέλη του 18ου αιώνα.
Βιβλιογραφία
- Φ. Κωτζαγεώργης, Ιστορία του νέου ελληνισμού κατά την διάρκεια της οθωμανικής πολιτικής κυριαρχίας, σελ. 95-227
- Φ. Κωτζαγεώργης, 2017
Είμαι προπτυχιακός φοιτητής του τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του ΑΠΘ. Γεννήθηκα στις 12 Φεβρουαρίου 1998 και μεγάλωσα στην Καλαμαριά του νομού Θεσσαλονίκης. Τα επιστημονικά μου ενδιαφέροντα εντάσσονται στο χώρο της πολιτικής ιστορίας του νέου ελληνικού κράτους και στην διαμόρφωση των πολιτικών θεσμών και ιδεολογιών της νεότερης και σύγχρονης Ελλάδας.