Του Κωνσταντίνου Λίκα,
Ο Σίνζο Άμπε, παρόλο που την περασμένη εβδομάδα δήλωσε την παραίτησή του από την Πρωθυπουργία για λόγους υγείας, σημάδεψε το πολιτικό παρασκήνιο της Ιαπωνίας, σε μόνιμη βάση. Έχοντας διατελέσει Πρωθυπουργός της Ιαπωνίας από το 2006 έως το 2007 και από το 2012 και εντεύθεν, ο Σίνζο Άμπε είναι ο Πρωθυπουργός της Ιαπωνίας με τη μεγαλύτερη διάρκεια θητείας –9 χρόνια έμεινε στην εξουσία.
Γνωστός, επίσης, θα παραμείνει για τις μεταρρυθμίσεις του, γνωστές ως “Abenomics”. Το 2012, η Ιαπωνία βρέθηκε στο τέλος μίας χαμένης δεκαετίας οικονομικής στασιμότητας και με την κρίση του 2008 να κρέμεται σαν Δαμόκλειος σπάθη πάνω από την οικονομία της. Η δημογραφική συρρίκνωση της Ιαπωνίας, συναρτήσει του χαμηλού ρυθμού μετανάστευσης (λόγω της αυστηρής μεταναστευτικής πολιτικής) και της αύξησης της φορολογίας, τα χρόνια της χαμένης δεκαετίας, οδήγησαν σε κατακερματισμό της εσωτερικής ζήτησης και σε ένα δομικό πρόβλημα αποπληθωρισμού.
Σε αυτό το πλαίσιο κινήθηκε και το Abenomics, με σημαντικά ποσά ποσοτικής χαλάρωσης, αυξήσεις δαπανών για τόνωση της ζήτησης και δομικές μεταρρυθμίσεις, ιδιωτικοποιήσεις, αύξηση του αριθμού γυναικών στην αγορά εργασίας, προσπάθεια μεταρρυθμίσεων στη γραφειοκρατία και τη δημόσια διοίκηση. Μολονότι τα «Αμπενομικά» είχαν λειτουργήσει στην αρχή αποτελεσματικά, ιδίως με την ευλογία της Τράπεζας της Ιαπωνίας και την ποσοτική της χαλάρωση, η αύξηση του φόρου πωλήσεων περιόρισε τις επιτυχίες του προγράμματος. Συγχρόνως, το δημογραφικό παρέμεινε σοβαρό ζήτημα, η Ιαπωνία αρνείτο να δεχτεί περισσότερους μετανάστες και η Τράπεζα της Ιαπωνίας απέτυχε, παρά τα τρισεκατομμύρια γιεν σε ποσοτική χαλάρωση, να πετύχει τον πληθωρισμό του 2%, πέφτοντας πάντα περίπου στο 1% – όλα αυτά προ κορωνοϊού.
Η εποχή του Άμπε, ωστόσο, τελείωσε. Η υγεία του χειροτερεύει – η ελκοειδής κολίτιδα, που φέρει εδώ και καιρό, τον επιβαρύνει. Αναφέροντας ότι «στην πολιτική, το μόνο που έχει σημασία είναι τα αποτελέσματα», ζήτησε συγνώμη που δε θα μπορέσει να συνεχίσει το έργο του ως Πρωθυπουργός της Ιαπωνίας. Θα διατηρήσει το αξίωμά του, μέχρις ότου βρεθεί αντικαταστάτης, ο οποίος θα ηγηθεί της Ιαπωνίας μέχρι τις επόμενες εκλογές, το 2021.
Για την Προεδρία του Φιλελεύθερου Δημοκρατικού Κόμματος (LDP) και για την Πρωθυπουργία της Ιαπωνίας, κατ’ επέκτασιν, αναδεικνύονται 3 υποψήφιοι. Ο Yoshihide Suga, 71 ετών, νυν Γραμματέας του Συμβουλίου της Κυβέρνησης, είναι το φαβορί για την ηγεσία του κόμματος, έχοντας τη στήριξη 5 εκ των 7 παρατάξεων εντός του κόμματος – συμπεριλαμβανομένων των παρατάξεων του Πρωθυπουργού και της παράταξης του Υπουργού Οικονομικών, Taro Aso, που χαίρουν υψηλού κύρους στο κόμμα – και περίπου των μισών βουλευτών του κόμματος, ήτοι 264 από τους 535 στο Κοινοβούλιο.
Ο Suga δε δίστασε να ξεκαθαρίσει τη θέση του: «Θα αναλάβω τις πρωτοβουλίες του Πρωθυπουργού Άμπε και θα κάνω οτιδήποτε μπορέσω για να τις προωθήσω», είπε σε δήλωσή του. Σε αντίθεση με πολλούς στο κόμμα, ο Suga ήταν γιος ενός αγρότη φράουλας και ξεκίνησε – κυριολεκτικά – από το μηδέν, για να αναδειχτεί ως το δεξί χέρι ενός Πρωθυπουργού, που ήταν, με την σειρά του, γιος ενός Πρωθυπουργού και προερχόταν από μια μακρά δυναστεία πολιτικών.
Άλλοι υποψήφιοι συμπεριλαμβάνουν τον τομεάρχη πολιτικής και πρώην Υπουργό Εξωτερικών, Kishida Fumio, ο οποίος δίνει έμφαση στην ανάπτυξη της ήπιας ισχύος της Ιαπωνίας, διπλωματικά και επιστημονικά, και τον πρώην Γενικό Γραμματέα του Κόμματος και πρώην Υπουργό Άμυνας, Ishiba Shigeru.
Η τελική επιλογή θα γίνει στις 14 Σεπτεμβρίου 2020. Μολονότι ο Suga θεωρείται ως το φαβορί για τη νίκη, η Ιαπωνία θα κληθεί να αντιμετωπίσει τους δαίμονές της. Δαίμονες, οι οποίοι είναι πιο σοβαροί από ποτέ: Γεωπολιτικοί, δημογραφικοί και οικονομικοί, συνάμα.
Ανεξάρτητα από το διάδοχο, η Ιαπωνία θα βρεθεί αντιμέτωπη με σοβαρές προκλήσεις. Η άνοδος της Κίνας, ιδίως εν όψει της κρίσης των νήσων Σενκάκου/Νταϊογιού (Ιαπωνική και Κινεζική ονομασία, αντίστοιχα), συνιστά πρόκληση για την Ιαπωνία. Μία Βόρειος Κορέα με πυρηνικά όπλα συνιστά, με τη σειρά της, μία θανάσιμη απειλή, ενόσω η Νότια Κορέα απαιτεί αποζημιώσεις για τα εγκλήματα πολέμου της Ιαπωνίας στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η Ιαπωνία, συγχρόνως, θα πρέπει να αντιμετωπίσει και την κρίση του κορωνοϊού – οικονομικά και υγειονομικά – ενώ τα δημογραφικά της δεδομένα θα επιβαρυνθούν περαιτέρω.
Η αναιμική Ιαπωνική οικονομία, ωστόσο, θα είναι το καίριο ζήτημα. Το δημόσιο χρέος της Ιαπωνίας υπερβαίνει το 250% του ΑΕΠ και οι προσπάθειες της Bank of Japan να φέρουν τον πληθωρισμό στο 2% δεν πετυχαίνουν. Οι μισθοί στην Ιαπωνία παραμένουν στάσιμοι, εδώ και δεκαετίες, παρόλο που η ανεργία μόλις τώρα, εν μέσω κορωνοϊού, κατάφερε να ξεπεράσει το 5% και ο κατώτατος μισθός θα παραμείνει στα 900 γιεν (7,16 €) την ώρα – εξαιρετικά χαμηλός για μία από τις πιο ακριβές χώρες του κόσμου, και δεν θα αυξηθεί φέτος, λόγω πανδημίας. Επίσης, η Ιαπωνία κατάφερε να ξεπεράσει το ΑΕΠ που είχε το 1997, μόλις το 2016, ενώ, παράλληλα, η κρίση του κορωνοϊού αναμένεται να αφαιμάξει όση πρόοδο επιτεύχθηκε επί Πρωθυπουργίας Άμπε. Ο διάδοχος του Πρωθυπουργού θα χρειαστεί να προβεί σε πιο επιθετικές μεταρρυθμίσεις, προκειμένου να αποφευχθεί άλλη μία χαμένη δεκαετία.
Τουτέστιν, η Ιαπωνία θα βρεθεί αντιμέτωπη με τεράστιες προκλήσεις και η ηγεσία του LDP πρέπει να αποδειχθεί ικανή να τις αντιμετωπίσει.
Γεννήθηκε το 1995 στον Πειραιά. Είναι απόφοιτος του τμήματος Ναυτιλιακών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πειραιώς και μεταπτυχιακός φοιτητής στο ΠΜΣ Εφαρμοσμένα Οικονομικά και Χρηματοοικονομικά του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών και στο Master of Finance της Frankfurt School of Finance and Management. Ενδιαφέρεται κυρίως για διεθνή χρηματοοικονομικά, τραπεζικά, φορολογικά και εμπορικά ζητήματα, όπως και για γερμανικά, αλβανικά, ιαπωνικά και διεθνή πολιτικά ζητήματα. Ενδιαφέρεται επίσης για ζητήματα άμυνας και ασφάλειας. Είναι υπότροφος της διεθνούς ακαδημαϊκής υποτροφίας (IPS) του Γερμανικού Κοινοβουλίου και της DAAD. Μιλάει αγγλικά, γερμανικά, γαλλικά, τουρκικά, αλβανικά και ελληνικά.