Της Ευαγγελίας Παλαιολόγου
Ξεκινώντας, είναι σημαντικό να γίνει αναφορά σε κάποιους όρους και έννοιες. Ασυνείδητος είναι κάποιος χωρίς ηθική συνείδηση, κάποιος που αδιαφορεί για την ηθική αξία ή απαξία των πράξεών του. Αυτό μπορεί να συμβαίνει ηθελημένα ή αθέλητα. Δηλαδή, μπορεί κάποιος να μην είναι σε θέση να συνειδητοποιεί τις πράξεις του, λόγω έλλειψης συνειδήσεως (κυριολεκτικά). Μπορεί όμως, να είναι και κάποιος, ο οποίος καταλαβαίνει τι κάνει, αλλά αδιαφορεί ή το προσπερνάει.
Τους τελευταίους μήνες, ο κόσμος όλος, αλλά και η χώρα μας πλήττονται από έναν καινούριο εχθρό, που από ότι φαίνεται ήρθε για να μείνει. Και αυτός φυσικά, λέγεται κορωνοϊός. Δυστυχώς, όμως, ο πλανήτης πλήττεται και από έναν άλλον εχθρό, ακόμα μεγαλύτερο και ισχυρότερο. Έναν εχθρό που δύσκολα μπορεί κάποιος να εξοντώσει. Ούτε κυβερνήσεις, ούτε πρωθυπουργοί, ούτε επιστήμονες είναι σε θέση να τον πολεμήσουν. Και αυτός δεν λέγεται κορωνοϊός. Λέγεται «ασυνειδησία».
Ήταν από την αρχή ευρέως γνωστό, ότι επρόκειτο για ένα καλοκαίρι πρωτόγνωρο και διαφορετικό για όλους. Οι πολίτες δεν γνώριζαν πώς έπρεπε να πράξουν, οι επιχειρηματίες βρίσκονταν σε δίλημμα για το εάν έπρεπε ή δεν έπρεπε να ανοίξουν τις επιχειρήσεις τους στο κοινό, οι ταξιδιώτες δεν ήταν σίγουροι για το αν έπρεπε να κάνουν τις καθιερωμένες τους διακοπές και γενικότερα, ο κόσμος βρισκόταν σε μια κατάσταση αβεβαιότητας και ανησυχίας. Πολλές κυβερνήσεις αποφάσισαν να ανοίξουν τα σύνορά τους, να υποδεχτούν κόσμο, με σκοπό να βοηθήσουν τις οικονομίες τους να ανασυγκροτηθούν, έπειτα από τόσους μήνες καραντίνας και εγκλεισμού. Η χώρα μας λειτούργησε με παρόμοια βήματα. Το αν έπραξε καλώς ή όχι, δεν θα κριθεί στο παρόν άρθρο.
Αυτό όμως που πρέπει να αναφερθεί εδώ, είναι το κατά πόσον οι πολίτες λειτούργησαν με γνώμονα το κοινό καλό, την κοινωνική ευθύνη, την κοινή προσπάθεια, ή εάν κάπου στο δρόμο έχασαν τις αξίες τους, στο βωμό του χρήματος, της καλοπέρασης και του «δε βαριέσαι βρε αδελφέ».
Η Ελλάδα, μια χώρα άκρως τουριστική, από τις αρχές του Ιουλίου ξεκίνησε και φέτος να δέχεται πλήθος τουριστών. Και οι επιχειρηματίες έπρεπε να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις του κοινού τους, προσπαθώντας ταυτόχρονα να μείνουν ασφαλείς, ακολουθώντας τις οδηγίες των ειδικών. Δεν ήταν λίγοι όμως, όπως φάνηκε εκ του αποτελέσματος, εκείνοι που εκμεταλλεύτηκαν τη λήψη έκτακτων μέτρων για τη μη διασπορά του ιού, αψηφώντας κάθε νομοθεσία και αδιαφορώντας για το κοινό καλό. Και από την άλλη, όσοι προτίμησαν να παραμείνουν ασφαλείς για το καλό των δικών τους, αλλά και των γύρω τους, θα πληρώσουν το τίμημα όσων ασυνείδητων αψήφησαν κάθε μέτρο προστασίας, βάζοντας περισσότερα άτομα από όσα έπρεπε στα μαγαζιά τους, μη φορώντας μάσκα ή αδιαφορώντας για τις εντολές των αστυνομικών αρχών.
Μεγάλος λόγος τελευταία γίνεται και για τη νεολαία. Είτε πρόκειται για τη νεολαία που αποφάσισε, όπως κάθε χρόνο, να κάνει τις διακοπές της, είτε για την εγχώρια νεολαία του εκάστοτε τόπου. Στην κατηγορία «νεολαία», υπάρχουν και υποκατηγορίες. Υπάρχουν εκείνοι που αποφάσισαν να διασκεδάζουν κάθε βράδυ, μη τηρώντας τις αποστάσεις ασφαλείας, μη φορώντας μάσκα και χορεύοντας ξέφρενα μέχρι τα ξημερώματα, με αγκαλιές και φιλιά. Αυτή η κατηγορία είναι μάλλον εκείνη που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως η «ασυνείδητη μερίδα». Δεν πρέπει όμως, να μπαίνουν όλοι στο ίδιο καλάθι. Γιατί, υπάρχει και η νεολαία, η οποία προτίμησε να περάσει τις διακοπές της στην παραλία, να ενισχύσει τα τοπικά ταβερνάκια και τα ξενοδοχεία, τηρώντας όλα τα απαραίτητα μέτρα και σεβόμενη τις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες. Και υπάρχουν και εκείνα τα παιδιά που εργάστηκαν με όλες τους τις δυνάμεις, μέσα σε αυτό το κλίμα ανασφάλειας, για να εξυπηρετήσουν κάθε τουρίστα και αυτόν που φορούσε τη μάσκα του και ήταν προσεκτικός, αλλά και αυτόν που αρνείτο να τη φορέσει, κάνοντάς τους τη ζωή δύσκολη.
Η κοινωνική ευθύνη είναι ο σεβασμός απέναντι στον συνάνθρωπο. Είναι η ευθύνη και η υποχρέωση του καθενός απέναντι στον άλλο. Γιατί, η ελευθερία μας δεν είναι απεριόριστη. Η ελευθερία μου σταματά, εκεί που αρχίζει η ελευθερία του άλλου. Η έλλειψη σεβασμού απέναντι στον συνάνθρωπο συνεπάγεται και έλλειψη ηθικών αξιών. Και η αδιαφορία απέναντι στα μέτρα μη διασποράς ενός ιού συνεπάγεται επίσης, έλλειψη ηθικών αξιών. Στην πραγματικότητα, δεν είναι δύσκολο το να σεβαστεί κανείς τους γύρω του, την οικογένειά του, τις ευάλωτες ομάδες, τους ειδικούς και τους γιατρούς. Δύσκολο είναι για ένα μικρό παιδί να καταλάβει πως ο κόσμος του άλλαξε, λόγω ενός ιού. Και όμως, τα καταφέρνει. Φοράει τη μάσκα του και μιμείται τη συμπεριφορά των γονιών του. Δύσκολο είναι για τα άτομα με ειδικές ανάγκες, για τα παιδιά με σύνδρομο down, για τα παιδιά με αυτισμό, που αναγκάζονται ακόμα και να μείνουν σπίτι, ή να χάσουν τις διακοπές τους, ενώ άλλοι συνομήλικοί τους διασκεδάζουν σε νησιά, αψηφώντας κάθε κίνδυνο. Δύσκολο είναι για έναν παππού ή μια γιαγιά να μην βλέπουν τα παιδιά και τα εγγόνια τους, φοβούμενοι αυτόν τον θανατηφόρο ιό. Δύσκολο είναι για τους γιατρούς και τους νοσηλευτές μας, που θέτοντας τις ζωές τους σε κίνδυνο, κάνουν τα αδύνατα δυνατά, για να ανταποκριθούν σε αυτούς τους δύσκολους καιρούς.
Για όλους αυτούς και ακόμα περισσότερους, είναι δύσκολο κι όμως τα καταφέρνουν. Γιατί να μην τα καταφέρουμε όλοι μας, όλοι μαζί;
Έχει μεγαλώσει στο νησί της Αντιπάρου. Διανύει το τελευταίο έτος των σπουδών της στο τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πειραιά. Έχει συμμετάσχει σε διάφορες εθελοντικές δράσεις και προσομοιώσεις και έχει κάνει διαλέξεις για την Ευρωπαϊκή Ένωση σε σχολεία. Φέτος ξεκίνησε εθελοντικά μαθήματα χορωδίας σε παιδιά Δημοτικού. Αγαπάει τα βιβλία, την ιστορία, τον εθελοντισμό και την μουσική.