Της Μαρίας Μαλανδράκη,
Είναι η πρώτη φορά, μετά από τόσο καιρό, που αισθάνομαι τόσο μεγάλη ηρεμία. Μια στιγμή ανακούφισης, μυρωδιά από τριαντάφυλλα και μια ελαφριά ζέστη, σαν εκείνη που σου χαρίζουν τα σκεπάσματα, τα πρωινά του φθινοπώρου.
Λίγα λεπτά πριν, οι μέρες μου πλήττονταν από μια συνεχή βοή. Ακόμη και η σιωπή ήταν εκκωφαντική, τόσο που δεν μπορούσα να ακούσω τις σκέψεις μου, τόσο που τρελαινόμουν. Κανείς τους δεν με έβλεπε, και όσοι νόμιζαν πως είχαν καλή όραση, μπορούσαν να δουν τη σκιά μου. Δεν τους κατηγορώ, πλέον δεν νιώθω θλίψη, πλέον δεν νοιάζομαι.
Όσο το βάρος μου απομακρύνεται, νιώθω να πέφτω. Αρχίζω και μετράω τα κομμάτια μου. Ένα κομμάτι ο πατέρας που δεν πρόλαβα να βαρεθώ, η φωνή του που δεν ξανάκουσα, τα ρούχα του κρεμασμένα στην ντουλάπα περιμένοντας κάποιον να τα φορέσει. Ακόμη και η όψη τους με καταρράκωνε. Το χειρότερο στον θάνατο, είναι όλα αυτά που μένουν πίσω, πόσο άδεια και ανώφελα φαίνονται, πόσο κούφια η χαρά που έδιναν.
Το επόμενο κομμάτι μου είναι η νέα αρχή. Πράγματι ήταν. Μία αρχή σε μια αντίστροφη μέτρηση. Τρία, νέα πόλη. Δύο, νέοι φίλοι. Ένα, το πρωινό στην αυλή. Είμαι ακόμη ζαλισμένη και η μητέρα μου φωνάζει. Μάλλον θέλει να πάμε στο νοσοκομείο. Εξετάσεις για σεξουαλική κακοποίηση; Δική μου; Δεν έχω ξυπνήσει ακόμη. Ζαλίζομαι. Ακολουθεί σιωπή, και όταν ξυπνάω όλα έχουν αλλάξει.
Ένα κομμάτι ακόμη, τα επόμενα χρόνια, μέχρι να τελειώσω το σχολείο. Οι δίκες, οι ανακρίσεις, τα κανάλια, η άρνηση, ο θυμός, η απόγνωση. Κοιτάζω γύρω μου και βλέπω να με κοιτάνε με μίσος, με περιέργεια, με λύπηση. Βιώνω τη ζωή κάποιας άλλης. Εκείνη έχει μείνει παγιδευμένη σε κάποια λεπτά που δεν θυμάμαι, αλλά τις συνέπειες αυτών των λεπτών τις βιώνω εγώ, μαζί και η οικογένειά μου. Χωρίς εμένα, θα ήταν όλα καλύτερα. Προσπάθησα να τους βοηθήσω πολλές φορές, αλλά η μόνη κατάληξη ήταν σπασμένες κλειδαριές και περισσότερη ανησυχία για εμένα.
Απόπειρες αυτοκτονίας, κατάθλιψη, φάρμακα. Υπάρχουν ειδικοί που μελετάνε τα κομμάτια σου, είναι λίγο ενοχλητικό αλλά προσφέρει μια πρόσκαιρη ανακούφιση, κυρίως σε όσους σε αγαπάνε. Η μητέρα μου πιστεύει πως θα με βοηθήσουν, για να μην χάσει την ελπίδα της, όπως εγώ, πηγαίνω. «Ναι, μαμά, νιώθω καλύτερα, ευχαριστώ», κάποιες μέρες το πιστεύω και εγώ. Λένε πως, αν πεις πολλές φορές το ίδιο ψέμα, κάποια στιγμή θα το πιστέψεις, υποθέτω πως για τους άλλους ισχύει.
Και άλλα κομμάτια. Μια αγωνία για επιβίωση. Πρέπει να ζήσω. Μπορώ να βοηθήσω άτομα σαν εμένα. Αφού δεν μπορώ να αποχωριστώ αυτό που συνέβη, θα το κάνω μέρος μου. Έτσι σκέφτηκα, και δεν ήξερα πως σταδιακά διαλυόμουν. Όσοι δεν έχουν μια φυσιολογική ζωή, με βαρετές χαρές και προβλέψιμα συμβάντα, πάντα θα απεχθάνονται εκείνους που έχουν την πολυτέλεια να μισούν την ανία της.
Το μέτρημά μου πλησιάζει στο τέλος του. Ένα κομμάτι ακόμη. «Πέθανε στο τρακάρισμα». Δεύτερη κηδεία και άλλα ρούχα που περιμένουν στην ντουλάπα να φορεθούν. Τουλάχιστον έχω βίντεο με τον αδερφό μου και όταν θα θέλω να ακούσω την φωνή του, μπορώ να βρω καταφύγιο σε αυτά. Πλέον η κάθε μέρα που αναπνέω είναι μια μικρή νίκη. Αλλά και αυτή η νίκη είναι ανώφελη. Πλέον καταλαβαίνω το βάρος της όταν με τραβάει κάτω, όταν ο ειδικός μου είπε πως ονομάζεται κατάθλιψη, είναι σαν να πήρε μορφή, και σαν πήρε μορφή έμαθα να είμαι πιο παρατηρητική στις σκιές της. Μα πολλές φορές, όπως τώρα, κουράζομαι να νικάω, προτιμώ να βουλιάζω.
Κινητό, τηλεόραση, ύπνος σε μια συνεχή επανάληψη. Ποιο το όφελος στο να ζεις έτσι;
«Τί έχεις;». Όλα γύρω μου σβήνουν, βαρέθηκα, κουράστηκα, δεν αντέχω άλλο. «Τίποτα μωρέ, απλώς είμαι λίγο κουρασμένη», ξέρει τι εννοώ, αλλά επιλέγει να μην με πιέσει, ένα ακόμη άτομο που με λυπάται.
Όμως αυτά τελειώσαν. Όσο πέφτω όλα σβήνουν. Ο πόνος, το άγχος, οι μάχες, η τελευταία μου ήττα. Όσο πλησιάζω ξέρω πως με περιμένει σιωπή και γαλήνη. Σε αυτό το στενό κρεβάτι, η σιγή ενός λεπτού σηματοδοτεί την αρχή μιας αιώνιας ηρεμίας. Ανυπομονώ.
*Το παραπάνω κείμενο γράφτηκε εις μνήμην της Daisy Coleman.