Του Νίκου Μαρκοβίτη,
Η παρατεταμένη προκλητικότητα από πλευράς της Τουρκίας είναι αυτή που καθιστά αναγκαία την άμεση παρέμβαση των μεγάλων «παικτών». Η ανησυχία σε διμερές, αλλά πλέον και σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, είναι έκδηλη. Ελλάδα και Τουρκία, μετά και τα γεγονότα του ‘87 με το ερευνητικό πλοίο Sismik, διέπονται από μια συνεχιζόμενη ένταση με στρατιωτική παρουσία.
Χρονολογικά, λοιπόν, σκόπιμο θα ήταν να αναφερθούμε στις ξένες παρεμβάσεις του τελευταίου διαστήματος. Η επίσκεψη του Χάικο Μάας -ΥΠΕΞ της Γερμανίας- διεμήνυσε σίγουρα την ευρωπαϊκή αλληλεγγύη προς Ελλάδα και Κύπρο και την προτροπή για διάλογο. Εδώ να σημειώσουμε πως υπάρχει μεγάλη απόκλιση μεταξύ διαλόγου και διαπραγμάτευσης. Η προσπάθεια της Γερμανίας, με αυτό που ονομάζουμε shuttle diplomacy, δηλαδή μια προσπάθεια από τρίτο για να συζητήσουν οι δυο πλευρές εν τοις πράγμασι, απέβη μερικώς άκαρπη. Η Άγκυρα συνεχίζει στην ίδια τακτική επιρρίπτοντας την ευθύνη της κλιμάκωσης στην Αθήνα, ενώ, παράλληλα, θέτει επιπλέον ζητήματα, όπως η Μουσουλμανική Μειονότητα της Θράκης, μέχρι και ζήτημα αποστρατικοποίησης νησιών. Η Τουρκία ανοίγει την «βεντάλια» των ζητημάτων, ενώ ταυτόχρονα υποκριτικά παρουσιάζεται ως υπέρμαχη του διαλόγου.
Ο πρόεδρος Ερντογάν προσπαθεί πλέον να παρουσιαστεί ο επόμενος μεγάλος συνεχιστής μιας νέο-οθωμανικής πολιτικής. Η κυβέρνηση, αλλά και το κόμμα του, από υπερκυρίαρχο κόμμα επεκτείνεται και ως Κόμμα Μέσων Ενημέρωσης με βίντεο και καμπάνιες μιας μαξιμαλιστικής πολιτικής. Εδώ, λοιπόν, εντοπίζεται και το ζήτημα της γλώσσας και του επικοινωνιακού λόγου. Όταν σε επίσκεψη ενός αξιωματούχου μιας άκρως φίλης χώρας με πολλούς οικονομικούς δεσμούς, από την μια παρουσιάζεται η γείτονα ως υπέρμαχη του διαλόγου, και από την άλλη κατηγορεί και κλιμακώνει την κατάσταση, σαφώς δημιουργείται σύγχυση. Ο λόγος του Ερντογάν, λοιπόν, μπορεί να αναλυθεί σε δύο (τουλάχιστον) επίπεδα. Σαφώς και νιώθει μια ασφυκτική πίεση, καθώς υψώνεται σταδιακά διπλωματικό τείχος από την Δύση, ενώ παράλληλα μεγάλος στόχος του αποτελούν οι εκλογές του 2023, που συμπληρώνονται και τα εκατό χρόνια της ίδρυσης της Τουρκικής Δημοκρατίας. Με απλά λόγια, είναι ένα κάλεσμα στο τουρκικό λαό να στηρίξει αυτήν την προσπάθεια του και να επικρατήσει ως ο μοναδικός ηγέτης που θα αναβαθμίσει την Τουρκία. Στο ίδιο κλίμα είναι και οι πολύκροτες δηλώσεις περί ύπαρξης κοιτασμάτων φυσικού αερίου στην Μαύρη Θάλασσα, που χρησιμοποιούνται ως μια προσπάθεια συσπείρωσης της κομματικής βάσης. Ενώ από την άλλη, οι κινήσεις αυτές αποτελούν μια δυναμική επίδειξη ισχύος με στόχο, κατά την μαξιμαλιστική της θεώρηση, την εδραίωση της Τουρκίας ως μιας περιφερειακής δύναμης στην Μεσόγειο.
Ο διπλωματικός πυρετός σε Αθήνα και Βρυξέλλες είναι προφανές πως έχει δημιουργήσει μια παγκόσμια ανησυχία και κινητικότητα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το τηλεφώνημα του προέδρου Τραμπ στον Κυριάκο Μητσοτάκη και μετά από μια ώρα στον πρόεδρο Ερντογάν στα μέσα της εβδομάδας. Η πρόθεση για διάλογο και αποκλιμάκωση για τα ζητήματα της Ανατολικής Μεσογείου ήταν τα κυρία θέματα της επικοινωνίας. Η Τουρκία αμετανόητη ανακοίνωσε νέα Navtex με το Oruç Reis να παραμένει έως και την δεύτερη μέρα του Σεπτέμβρη, ενώ η Αθήνα απάντησε με Antinavtex κάνοντας κοινές ασκήσεις με άλλες τρεις ευρωπαϊκές χώρες. Στα πλαίσια αυτά, ιστορικής σημασίας ζήτημα αποτελεί η επέκταση των ναυτικών μας μιλίων στο Ιόνιο, την οποία χαιρέτησε η Αλβανία, από τα έξι στα δώδεκα, όπως προβλέπεται από το δικαίωμα μας στο Δίκαιο της Θάλασσας. Ίσως είναι καιρός (και ευχή όλων των υγιώς σκεπτόμενων πολιτών) και εν προκειμένω με τους γείτονες μας, καλή τη πίστει, να διευθετήσουμε το μόνο μας ζήτημα, την οριοθέτηση των θαλάσσιων ζωνών στα πλαίσια του διεθνούς δικαίου, έτσι ώστε να προάγεται πάντα η φιλία και ο διάλογος μεταξύ μας.
Όπως έγινε φανερό και στο άτυπο συμβούλιο των Υπουργών Εξωτερικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που εκτυλίχθηκε αυτό το διήμερο στο Βερολίνο, υπήρξε σαφές μήνυμα στήριξης αφενός της Γερμανίας και αφετέρου των κρατών-μελών σε Ελλάδα και Κύπρο, γεγονός που εξόργισε την Άγκυρα. Η διορία που δόθηκε για τον τερματισμό των μονομερών κινήσεων της Τουρκίας, ίσως αλλάξει τα δεδομένα, διότι όπως απεδείχθη, τα τηλεφωνήματα Τράμπ έπεσαν στο κενό και τα ηνία πλέον έχει η Καγκελάριος Μέρκελ. Όσον αφορά τον κατάλογο των κυρώσεων, το μόνο σίγουρο που μπορεί να λεχθεί είναι πως απασχόλησε την Τουρκία. Εν συντομία, πρόκειται για περιοριστικά μέτρα για τις γεωτρήσεις προς την Άγκυρα και παράλληλα καταγραφή των εμπλεκομένων πλοίων στις παράνομες αυτές δραστηριότητες. Στον οικονομικό τομέα, υπάρχουν τομεακές κυρώσεις όσον αφορά τον ενεργειακό τομέα, την τεχνολογία και τα προϊόντα, αλλά και βαρύ πλήγμα θα είναι στην αγορά, όπως η απαγόρευση δανεισμού και η μείωση των ευρωπαϊκών κονδυλίων. Τέλος στο ίδιο μήκος κύματος κινούνται και οι κυρώσεις στις μεταφορές (travel ban). Η διορία αυτή είναι ενός μήνα, ενώ είδαμε παράλληλα από τουρκικής πλευράς, να πέφτουν οι τόνοι και να αφήνεται περιθώριο διαλόγου.
Τέλος, καθοριστική θα είναι πλέον μια ακόμη παρέμβαση Μέρκελ προς τον Ταγίπ Ερντογάν στο προσεχές διάστημα. Η ανησυχία είναι έντονη τόσο σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης όσο και σε Βορειο-αντλαντικής Συμμαχίας, δηλαδή του ΝΑΤΟ, που βλέπει μια κρίση προ των πυλών και δεν παίρνει θέση ψάχνοντας μηχανισμούς. Ίσως η παλαιότερη δήλωση Μακρόν πως το ΝΑΤΟ είναι εγκεφαλικά νεκρό θα πρέπει να μας απασχολήσει. Όταν δυο εταίροι έχουν σοβαρά ζητήματα και οι υπόλοιποι δρώντες είναι αμέτοχοι, τότε κάτι πάει στραβά. Η Άγκυρα βλέποντας το κενό στην περιοχή και με ορόσημο της Αμερικανικές Εκλογές, προσπαθεί να κερδίσει χρόνο και έδαφος. Για αυτό το λόγο, η Ευρώπη με τις παρούσες συνθήκες θα πρέπει να ξεκαθαρίσει την θέση της και να μην παραμένει φυτοφάγος σε μια κοινωνία που όλοι είναι σαρκοφάγοι. Ίσως η περίοδος της Γερμανικής προεδρίας να είναι η ευκαιρία την οποία θα πρέπει να αδράξουμε και να θέσουμε νέα δεδομένα στην εξωτερική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το μόνο σίγουρο είναι πως η προκλητικότητα της Τουρκίας έχει κόστος και αυτό αποτυπώνεται και στην τουρκική οικονομία.
Γεννήθηκε το 1997 στην Νάουσα Ημαθίας και είναι επί πτυχίω φοιτητής στο τμήμα Πολιτικής Επιστήμης του ΔΠΘ. Οι συνθέσεις κουλτούρας στην Κομοτηνή ήταν αναπόφευκτο ερέθισμα για το ενδιαφέρον για τα ελληνοτουρκικά ζητήματα. Λάτρης των ξένων γλωσσών με πρώτες τα αγγλικά και τα τουρκικά και νέα προσθήκη τα κινεζικά. Έχει συμμετάσχει σε πολλά ευρωπαϊκά προγράμματα Erasmus+ και παρακολουθεί ευχάριστα συνέδρια διεθνών σχέσεων. Επόμενος σταθμός ζωής η Κωνσταντινούπολη όπου και θα κάνει την πρακτική του στο Γενικό Προξενείο.