Της Αναστασίας Χατζηιωαννίδου,
Έχοντας τιμηθεί επανειλημμένα με την ψήφο των συμπολιτών της και γνωστή ως «η γυναίκα που ίσως να οδηγήσει το Αφγανιστάν στο μέλλον», η Φαζία Κούφι (Fawzia Koofi) κάθε άλλο παρά άγνωστη είναι στους ακτιβιστικούς και φεμινιστικούς κύκλους. Κόρη πρώην μέλους του αφγανικού κοινοβουλίου, ενός ακόμη πατέρα απογοητευμένου από το φύλο του παιδιού που του χάρισε η έκτη από τις συζύγους του, η 45χρονη βουλευτής ήρθε από πολύ τρυφερή ηλικία αντιμέτωπη με τους περιορισμούς που της έθετε η ίδια της η θηλυκή υπόσταση. Όταν με την επιμονή της, σε συνδυασμό με εκείνη της αναλφάβητης μητέρας της, κατάφερε να αποσπάσει από τον πατέρα της την υπόσχεση να σταλεί κανονικά στο σχολείο, η πρώτη από τα κορίτσια της πολυμελούς οικογένειας, η Κούφι πήρε ένα πολύ σημαντικό μάθημα για όσα η μαχητικότητα και η επιμονή της μπορούσαν να κατορθώσουν. Χρόνια αργότερα, όταν εξέφρασε την επιθυμία να ακολουθήσει το μονοπάτι της ιατρικής επιστήμης, το όνειρό της έμελλε να διακοπεί από την επέλαση των Ταλιμπάν στην πρωτεύουσα, Καμπούλ, το 1996. Η ίδια χαρακτηρίζει αυτό ως το σημείο καμπής στις φιλοδοξίες της: στα μάτια των γενεών ταλαιπωρημένων γυναικών της επαρχιακής κοινότητάς της, η ατσαλένια θέληση της Κούφι ήταν το συστατικό που έλειπε για να γίνει η μεγάλη αλλαγή, στη σκιά του σκοταδιστικού πραξικοπήματος.
Παρά τις ρητές απαγορεύσεις του καθεστώτος σχετικά με τη θέση των γυναικών στην εκπαίδευση, η Φαζία Κούφι συνέχισε τις προσπάθειές της, αρχικά με την αποφοίτησή της από τη σχολή Πολιτικών Επιστημών του πανεπιστημίου της Καμπούλ, αργότερα με την είσοδό της στο δικηγορικό επάγγελμα και με αποκορύφωμα την εκλογή της ως μέλος του κοινοβουλίου, το 2005. Δεδομένης της βαθιάς συντηρητικότητας που χαρακτηρίζει την πλειοψηφία της ίδιας της αφγανικής κοινωνίας, η εκλογή της Κούφι στο αξίωμα της αντιπροέδρου του κοινοβουλίου, αλλά και η επανεκλογή της στις επόμενες αναμετρήσεις, το 2010 και το 2014, ήρθε ως η καλύτερη απάντηση σε αρκετούς καλοθελητές που έσπευσαν να χαρακτηρίσουν πυροτέχνημα τα επιτεύγματα της νεαρής δικηγόρου, αποδίδοντάς τα στις πρακτικές ποσόστωσης που καθιερώθηκαν με την πτώση του καθεστώτος των Ταλιμπάν και την αποκατάσταση της δημοκρατίας, το 2001. Έκτοτε, η Κούφι έχει αφιερώσει το μεγαλύτερο κομμάτι της πολιτικής της σταδιοδρομίας στην ανάδειξη των διακρίσεων εις βάρος των γυναικών, ένα θέμα που θεωρείται ακόμη αμφιλεγόμενο για τις περισσότερες χώρες της Μέσης Ανατολής, μεταξύ άλλων με την προσωπική της συμβολή στην κατάρτιση του νομοσχεδίου περί ενδοοικογενειακής βίας. Αν και το νομοσχέδιο απορρίφθηκε από το ελεγχόμενο από ακραίους ισλαμιστές κοινοβούλιο ως αντικείμενο σε διατάξεις του Κορανίου, η Κούφι συνέχισε τις προσπάθειές της, καταφέρνοντας να σφραγίσει τη βουλευτική της παρουσία με την πρωτοβουλία διεξαγωγής δημοσίων έργων προς την κατεύθυνση της διασύνδεσης απομακρυσμένων περιοχών με τα αστικά κέντρα του Αφγανιστάν, κυρίως με σκοπό την ευχερέστερη πρόσβαση των μαθητών στις μονάδες εκπαίδευσης.
Όσο κι αν η μέχρι τώρα στάση της κάθε άλλο παρά συμπαθή την καθιστά, τόσο στη συντηρητική μερίδα του πληθυσμού, όσο και στις τάξεις των ίδιων των Ταλιμπάν, η Κούφι είναι μέλος της ομάδας που εκπροσωπεί την αφγανική πολιτεία στις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις με τους τελευταίους. Παρά το γεγονός ότι πριν από λίγες ημέρες υπέστη την πολλοστή απόπειρα κατά της ζωής της εκ μέρους των εξτρεμιστών, η Φαζία αρνείται να σταματήσει τη σφοδρή κριτική που ασκεί ή να αποχωρήσει από το τραπέζι των διαπραγματεύσεων: «Όλοι επιθυμούμε την ειρήνη. Γεννηθήκαμε μέσα στον πόλεμο και μεγαλώσαμε μέσα σ’ αυτόν. Ούτε η δική μου γενιά, αλλά ούτε και η γενιά των παιδιών μου έχουν γνωρίσει την ειρήνη. Αυτό δε σημαίνει ότι θα επιδιώξουμε τη συμφιλίωση με οποιοδήποτε κόστος. Ειρήνη σημαίνει τη δυνατότητα να ζεις με αξιοπρέπεια, δικαιοσύνη και ελευθερία. Δεν υπάρχει εναλλακτική για τη δημοκρατία».
Σε αυτό το πλαίσιο, με την πολιτική ζωή της χώρας σφραγισμένη από την παρουσία της Κούφι και τις πρωτοβουλίες της να αγγίζουν αξιοθαύμαστο εύρος θεμάτων πάνω στο ζήτημα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων -από την ισότιμη πρόσβαση στην εκπαίδευση και την αγορά εργασίας, μέχρι τις συνθήκες διαβίωσης των κρατούμενων στα σωφρονιστικά καταστήματα και τις προσπάθειες εξάλειψης της σεξουαλικής κακοποίησης εις βάρος ανηλίκων- η 45χρονη πολιτικός, πάρα τις επαναλαμβανόμενες φήμες που τη θέλουν να διεκδικεί στις επόμενες εκλογές το ανώτατο πολιτειακό αξίωμα της χώρας, δεν έχει ανάγκη τον προεδρικό θώκο για να ξεχωρίσει. Σε μια περιοχή που παραμένει μία από τις πιο επικίνδυνες για να ζεις αν είσαι γυναίκα ή πολιτικός, η Φαζία Κούφι είναι και τα δύο. Και αν θα ήταν ευχής έργο να τη δούμε να αναλαμβάνει τα ηνία της χώρας, θα είναι για τη δικαίωση της επιμονής, της μαχητικότητας και της ακεραιότητάς της απέναντι στο πρόσωπο του κινδύνου: «Μετά από όσα συνέβησαν», δηλώνει, «ένα πράγμα με έκανε να συνεχίζω: η σιγουριά ότι χρειάζομαι στη χώρα μου περισσότερο απ’ ό,τι σε οποιαδήποτε άλλη».