Της Ιωάννας Παπαδοπούλου,
Η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας, ως αναδυόμενη δύναμη στο διεθνές σύστημα, επιδιώκει μέσω του σχεδίου ανάπτυξης της «Belt and Road Initiative», ή αλλιώς «Ο Νέος Δρόμος του Μεταξιού», να αποκτήσει στενούς οικονομικούς και εμπορικούς δεσμούς με τα κράτη της αφρικανικής ηπείρου. Η υλοποίηση του σχεδίου στην Αφρική χρονολογείται, ήδη, από την δεκαετία του 2010, καθώς η Κίνα αποβλέπει στα κοιτάσματα, στα μεταλλεύματα και στις σπάνιες γαίες της Ηπείρου, δεδομένου πως αυτά αποτελούν αναγκαία πρώτη ύλη για την τεχνολογική της υπεροχή. Εντούτοις, στην πραγματικότητα, η γεωπολιτική επιρροή που προσπαθεί να ασκήσει η Κίνα παραμένει σε χαμηλότερα επίπεδα, σε σύγκριση με εκείνα των πρώην αποικιοκρατών της Αφρικής. Συγκεκριμένα, οι ΑΞΕ (Άμεσες Ξένες Επενδύσεις) της Γαλλίας και του Ηνωμένου Βασιλείου κατέχουν το ύψιστο σημείο, ενώ η κυριαρχία της Κίνας είναι έκδηλη περισσότερο σε επίπεδο «Μ&Α» (Εξαγορές και Συγχωνεύσεις περιουσιακών στοιχείων).
Η αφρικανική ήπειρος, άλλωστε, με τον ταχύτατα αυξανόμενο πληθυσμό της, έχει τεράστιες ανάγκες σε επενδύσεις, σε υποδομές και σε αναπτυξιακά έργα, λαμβάνοντας, όμως, ελάχιστο ποσοστό ΑΞΕ. Η Κίνα, παράλληλα, θεωρεί την Αφρική ως μία ευκαιρία για να διευρύνει την παγκόσμια επιρροή της και να εκμεταλλευτεί τις πρώτες ύλες της, ανάμεσα στις οποίες βρίσκονται τα κοιτάσματα βωξίτη, κοβαλτίου, μαγγανίου και ουρανίου. Συνεπώς, οι δύο εταίροι έχουν προχωρήσει στη συνεργασία τους, αποβλέποντας στην υλοποίηση των εκατέρωθεν πολιτικών και στην αντιμετώπιση των αδυναμιών τους. Μάλιστα, η σύμπραξη αυτή έχει ενισχυθεί μέσω του Φόρουμ Συνεργασίας Κίνας-Αφρικής (Forum on China–Africa Cooperation), όπου στην τελευταία συνάντηση το 2018, στο Πεκίνο, η Κίνα δεσμεύτηκε να επενδύσει επιπρόσθετα 60 δισεκατομμύρια δολάρια στην Αφρική, για την περίοδο 2019-2021, στους τομείς της εκβιομηχάνισης, της ανάπτυξης των υποδομών και της υγειονομικής περίθαλψης.
Συμπληρωματικά, το 2018, η περιοχή MENA (Μέση Ανατολή και Βόρεια Αφρική) αποτέλεσε τη δεύτερη πιο σημαντική ζώνη στην οποία επένδυσε το Πεκίνο, με 28,11 δισεκατομμύρια δολάρια. Συγκριτικά, η υποσαχάρια Αφρική έλαβε, το 2018, 21,34 δισεκατομμύρια δολάρια σε επενδύσεις, ενώ στην Αίγυπτο ξεκίνησε η δημιουργία μίας ειδικής οικονομικής ζώνης γύρω από τη Διώρυγα του Σουέζ, στηριζόμενη στη γεωπολιτική του πετρελαίου και του φυσικού αερίου.
Ο σφετερισμός του αφρικανικού πλούτου
Ο ορυκτός πλούτος της αφρικανικής γης συνιστούσε ανέκαθεν λάφυρο για τους άλλοτε αποικιοκράτες, ή τους σημερινούς επενδυτές της. Σύμφωνα με τα δεδομένα της Διεθνούς Αμνηστίας, η εξόρυξη κοβαλτίου στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό γίνεται υπό τον κίνδυνο σοβαρών ατυχημάτων και αναπνευστικών παθήσεων. Το κοβάλτιο, αποτελώντας βασικό υλικό των μπαταριών ηλεκτρονικών συσκευών, μηχανημάτων και οχημάτων, είναι ιδιαίτερα τοξικό, μολύνοντας, κατά αυτόν τον τρόπο, τη γη και την ατμόσφαιρα. Επεξηγηματικά, περισσότερο από το ήμισυ του ποσοστού κοβαλτίου που υπάρχει στον πλανήτη εξορύσσεται στο Κονγκό και ένα μεγάλο ποσοστό που εργάζεται στα ορυχεία είναι μικρά παιδιά. Κατ’ ακολουθίαν, οι άθλιες συνθήκες εργασίας και οι πενιχροί μισθοί, που αναλογούν σε λιγότερο από 1 δολάριο την ημέρα, είναι προς όφελος των κινεζικών εταιρειών, συντηρώντας την φτώχεια και την ανεργία.
Μία ακόμη απόδειξη της εκμετάλλευσης του αφρικανικού εδάφους συνιστά η Μοζαμβίκη. Σε έκθεση της Διεθνούς Αμνηστίας αναφέρεται, χαρακτηριστικά, πως η δραστηριότητα κινεζικών εταιρειών εξόρυξης ευθύνεται για την υποβάθμιση του εδάφους του χωριού Nagonha και ως αποτέλεσμα τις πρωτόγνωρες καταστροφικές πλημμύρες το 2015, που κατέστρεψαν δεκάδες σπίτια και έθεσαν σε κίνδυνο πολλές ζωές. Η κινεζική εταιρεία Hainan Haiyu Mining Co. Ltd, που κατηγορήθηκε εν τέλη για το γεγονός, αρνήθηκε να αποζημιώσει τους πληγέντες, παρά το γεγονός πως, όπως υποστηρίχθηκε, οι εξορύξεις λάμβαναν χώρα βόρεια του χωριού, όπου η εταιρεία απέρριπτε τα απόβλητα εξόρυξης στις λιμνοθάλασσες και στις πλωτές οδούς που τις συνέδεαν με τη θάλασσα.
Συμπεραίνοντας, οι πλουτοπαραγωγικοί πόροι της Αφρικής αποτελούν δέλεαρ για τις κινεζικές εταιρείες, που θέλουν να αποκτήσουν το τεχνολογικό πλεονέκτημα και να υλοποιήσουν με επιτυχία το κρατικό σχέδιο ανάπτυξης «Ο Νέος Δρόμος του Μεταξιού». Αυτή η προσπάθεια, που σχετίζεται άρρηκτα με τις κινεζικές φιλοδοξίες για την αλλαγή της ισορροπίας ισχύος στο διεθνές σύστημα, συγκλίνει με την ανάγκη της Αφρικής για άμεσες επενδύσεις και αντιμετώπιση της υπανάπτυξης. Ωστόσο, μία επιτυχημένη επενδυτική στρατηγική της Κίνας στην Αφρική θα έπρεπε να είναι περισσότερο προσανατολισμένη στην κατασκευή υποδομών, από όσο στην εκμετάλλευση των φυσικών πόρων, καθώς, έτσι, θα υπήρχε ουσιαστικότερη αύξηση των θέσεων εργασίας. Τέλος, τα αφρικανικά κράτη δεν θα πρέπει να βυθιστούν στην παγίδα χρέους που ενδέχεται να δημιουργηθεί από την κινεζική χρηματοδότηση, γεγονός που θα υποβάθμιζε περαιτέρω πολιτικά και οικονομικά την Αφρική.
Απόφοιτη του Τμήματος των Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστήμιου Πειραιώς, με ιδιαίτερο ενδιαφέρον στις διεθνείς σχέσεις και στους τομείς ενέργειας. Κατά την διάρκεια των σπουδών της, έχει συμμετάσχει σε προσομοιώσεις στα όργανα των Ηνωμένων Εθνών (MUN), στη διοργάνωση των εκδηλώσεων TEDx και μιλάει 3 ξένες γλώσσες.