Του Γιάννη Μυταυτσή,
Διανύουμε σχεδόν πέντε μήνες από τότε που ο νέος κορωνοϊός έκανε την εμφάνιση του στην χώρα μας. Τα γενικότερα αποτελέσματα του, πέραν των υγειονομικών, είναι γνωστά και έχουν γραφτεί πολλές φορές ιδίως από την στιγμή που επιβλήθηκαν μέτρα από την ελληνική κυβέρνηση. Μάλιστα, αποτελέσματα των δυσβάστακτων μέτρων φάνηκαν άμεσα στην ελληνική κοινωνία, καθώς τα κρούσματα και οι θάνατοι που προέρχονται από τον ιό μειώθηκαν (κυρίως στο τέλος του lockdown), αλλά τα προβλήματα στην οικονομία και στον Έλληνα αυξήθηκαν, φέρνοντας στις μνήμες μας τα πρώτα μνημονιακά χρόνια. Ακριβώς, γι’ αυτό τον λόγο πρέπει να γίνει σαφές ότι η οικονομία είναι ο βασικός πυλώνας του κράτους και δεν σταματά να λειτουργεί ποτέ κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες και αν βρίσκεται. Συνεπώς, επιβάλλεται ως χώρα να βρούμε τον μοχλό εκείνον, στον οποίον η οικονομία θα μπορεί να λειτουργεί ακόμη και σε περιόδους κρίσεων και ίσως αυτό πρέπει να είναι το στοίχημα της κυβέρνησης τους επόμενους μήνες.
Ωστόσο, στον βωμό στήριξης της οικονομίας, αλλά και της απέλπιδας προσπάθειας ότι η βιομηχανία του τουρισμού θα φέρει έσοδα στο ελληνικό κράτος, όπως συνηθίζει τα τελευταία χρόνια ξεκίνησε η σταδιακή χαλάρωση των μέτρων. Η επιστροφή στην κανονικότητα συνδυάστηκε με την «έναρξη» της τουριστικής περιόδου. Μια τουριστική περίοδος που γνωρίζαμε εξ’ αρχής πως δεν θα είναι όπως οι υπόλοιπες, αλλά ελπίζαμε ότι θα έσωζε την κατάσταση κυρίως στους χώρους εστίασης, στα θερινά καταλύματα και στην οικονομία γενικότερα. Έτσι, από τις 15 Ιουνίου έως τις 15 Ιουλίου περίπου αφαιρέσαμε από τις μνήμες μας την ύπαρξη του κορωνοϊού θεωρώντας πως ήταν κάτι παροδικό και έφυγε. Τα αποτελέσματα εν τέλη φαίνονται σήμερα, τα καθημερινά κρούσματα έχουν ξεπεράσει κατά πολύ τους αριθμούς του εγκλεισμού και η κατάσταση πλέον είναι ανεξέλεγκτη.
Μάλιστα, ο καθηγητής Πολιτικής της Υγείας του LSE, Η. Μόσιαλος θεωρεί πως τα ημερήσια κρούσματα πρέπει να πολλαπλασιάζονται επί οχτώ, δεδομένου ότι υπάρχει μεγάλος αριθμός ασυμπτωματικών ασθενών, οι οποίοι μπορεί να μεταδίδουν αλόγιστα τον ιό, ενώ ο Γ. Τούντας καθηγητής Κοινωνικής και Προληπτικής Ιατρικής του ΕΚΠΑ ανέφερε σε συνέντευξη του ότι έχουν μολυνθεί τουλάχιστον 60.000 συμπολίτες μας και νοσούν αυτήν την στιγμή περισσότερα από 10.000 άτομα στην χώρα μας. Παρόλα αυτά, ακόμη δεν θέλουμε να νοήσουμε ότι το άνοιγμα του τουρισμού οδήγησε την χώρα μας σε μια ανεξέλεγκτη κατάσταση, η οποία δεν μπορεί εύκολα να τεθεί σε καλούπια, διότι, δια στόματος του Υφυπουργού Πολιτικής Προστασίας κ. Ν. Χαρδαλιά, ακούσαμε πως το άνοιγμα του τουρισμού και των συνόρων δεν ευθύνονται για την αύξηση των κρουσμάτων. Και τότε τι ευθύνεται; Μήπως ευθύνεται η χαλάρωση των μέτρων; Οι ελάχιστοι και αν όχι μηδενικοί έλεγχοι; Πιθανότατα αυτά να ευθύνονται, αλλά η κυβέρνηση ως γνωστών δεν θα βγει να πάρει την ευθύνη, αλλά θα την ρίξει στον ελληνικό λαό, γιατί αν έπρεπε να πάρει την ευθύνη θα έπρεπε να μας απαντήσει στο ερώτημα: Εφόσον, η διασκέδαση σταματάει στις δώδεκα το βράδυ, γιατί επιτρέπει τον συνωστισμό σε γνωστούς καλλιτέχνες το μεσημέρι και το απόγευμα;
Δυστυχώς, αυτήν την στιγμή η Ελλάδα δεν βρίσκεται στο «παρά πέντε», αλλά στο «και πέντε» και ο χειμώνας που έρχεται θα είναι δύσκολος και τον κάθε Έλληνα. Τα κρούσματα δεν μπορούν πλέον να ελεγχθούν και μόνο τα δραστικά και καθολικά μέτρα θα είναι αυτά που θα μπορέσουν να περιορίσουν τον αυξανόμενο αριθμό κρουσμάτων και σ’ αυτήν την περίπτωση, οφείλουμε να συνδυάσουμε την ατομική ευθύνη με την ευθύνη της πολιτείας, όπως αυτήν ήταν τους πρώτους τρεις μήνες.
Γεννήθηκε στον Άγιο Νικόλαο Χαλκιδικής. Είναι απόφοιτος του τμήματος Ελληνικής Φιλολογίας του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης και μεταπτυχιακός φοιτητής στο ΠΜΣ Βυζαντινής Φιλολογίας - Παλαιογραφίας, στο ίδιο τμήμα. Στις αυτοδιοικητικές εκλογές του Μαϊου ήταν υποψήφιος κοινοτικός σύμβουλος στην κοινότητα Αγίου Νικολάου.