Της Χρυσοβαλάντως Κουτσούλη,
Ο δημόσιος υπάλληλος παρέχει τις υπηρεσίες του εκτελώντας ορισμένα καθήκοντα στο πλαίσιο μιας κεντρικής ή περιφερειακής μονάδας ενός Υπουργείου ή μιας αυτοτελούς υπηρεσίας, που αποτελεί δημόσια αρχή, στην οποία υπάρχει οργανική θέση της κατηγορίας και του βαθμού του.
Με την τοποθέτηση του δημοσίου υπαλλήλου καθορίζεται η δημόσια αρχή, στην οποία υπηρετεί, καθώς και η ειδικότερη μονάδα ή υπηρεσιακή θέση της αρχής, όπου προσφέρει τις υπηρεσίες του. Την πράξη τοποθέτησης σε μια δημόσια αρχή εκδίδει ο προϊστάμενος της μετά από γνώμη του Υπηρεσιακού Συμβουλίου. Η τοποθέτηση σε συγκεκριμένη υπηρεσιακή μονάδα γίνεται με τον διορισμό ή τη μετάταξη του υπαλλήλου που έχουν ως συνέπεια την κατάληψη μιας αφηρημένης οργανικής θέσης. Αρμόδιος για την τοποθέτηση σε υπηρεσιακή θέση περιφερειακής δημόσιας αρχής είναι επίσης ο προϊστάμενος.Μετά την αρχική τοποθέτηση του υπαλλήλου σε δημόσια αρχή και σε ορισμένη υπηρεσιακή θέση της αρχής αυτής, είναι δυνατή η μεταβολή αντίστοιχα: α) της δημόσιας αρχής ή β) της υπηρεσιακής θέσης μέσα στη δημόσια αρχή στην οποία υπηρετεί ο υπάλληλος. Και στις δυο περιπτώσεις η μεταβολή γίνεται για την πλήρωση κενής υπηρεσιακής θέσης που αντιστοιχεί σε μια από τις οργανικές θέσεις του ίδιου κλάδου και του ίδιου βαθμού. Η μεταβολή της δημόσιας αρχής στην οποία υπηρετεί ο υπάλληλος λέγεται μετάθεση, ανεξάρτητα από το εάν η δημόσια αρχή στην οποία μετατίθεται ο υπάλληλος εδρεύει στον ίδιο τόπο. Η μεταβολή της θέσης του υπαλλήλου μέσα στη δημόσια αρχή λέγεται μετακίνηση.
Με βάση τον Υπαλληλικό Κώδικα την πράξη της μετακίνησης εκδίδει ο προϊστάμενος της δημόσιας αρχής, στην οποία έχει τοποθετηθεί ο υπάλληλος, χωρίς γνώμη του Υπηρεσιακού Συμβουλίου. Σε περίπτωση, όμως, που η μετακίνηση γίνει σε μονάδα που έχει έδρα σε περιοχή άλλου δήμου, συνεκτιμάται ο τόπος κατοικίας, η κατάσταση της υγείας, η οικογενειακή κατάσταση, καθώς και η τυχόν συνυπηρέτηση του συζύγου του υπαλλήλου (αρ. 66 παρ. 3 Υπαλληλικός Κώδικας).
Η μετάθεση είναι πολύ σοβαρή μεταβολή της κατάστασης του υπαλλήλου. Κατά τον Υπαλληλικό Κώδικα (αρ. 67 παρ. 5) ενεργείται με πράξη Υπουργού ή εν γένει του αρμόδιου οργάνου Διοίκησης της αρχής, όπου υπηρετεί ο υπάλληλος μετά από σύμφωνη γνωμοδότηση του Υπηρεσιακού Συμβουλίου. Η μετάθεση μπορεί να γίνει είτε αυτεπάγγελτα από τη Διοίκηση, για τις ανάγκες της υπηρεσίας σε κενή οργανική θέση, είτε μετά από αίτηση του υπαλλήλου. Τα κριτήρια που λαμβάνονται υπόψη για τη μετάθεση είναι τα εξής: ο συνολικός χρόνος υπηρεσίας του υπαλλήλου, ο χρόνος υπηρεσίας κατά περιοχή, η οικογενειακή κατάσταση, η ηλικία, η συνυπηρέτηση και η εντοπιότητα, τα οποία (κριτήρια) αξιολογούνται με συντελεστές βαρύτητας, δηλαδή μόρια. Ο κανόνας είναι πως ο υπάλληλος δεν μετατίθεται, αν δε συμπληρώσει διετία στην υπηρεσία, όπου τοποθετήθηκε κατά το διορισμό.Απόσπαση είναι η προσωρινή, για ορισμένο χρονικό διάστημα απομάκρυνση του υπαλλήλου από την υπηρεσιακή μονάδα στην οποία ανήκει η οργανική θέση που κατέχει και στην οποία έχει μετατεθεί ή τοποθετηθεί και η ανάθεση σε αυτόν καθηκόντων σε άλλη υπηρεσιακή μονάδα. Ο υπάλληλος εξακολουθεί να ανήκει στην υπηρεσιακή μονάδα από την οποία έχει αποσπαστεί. Διενεργείται για την κάλυψη επειγουσών αναγκών προσωρινού χαρακτήρα και αφορά την άσκηση καθηκόντων κλάδου για τον οποίο ο υπάλληλος διαθέτει τα απαιτούμενα προσόντα, τόσο τυπικά όσο και ουσιαστικά.
Πηγές
- Σπηλιωτόπουλος – Χρυσανθάκης, Βασικοί θεσμοί Δημοσιοϋπαλληλικού Δικαίου, 9η έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σελ. 81-83
- Υπαλληλικός Κώδικας αρθρ. 65 – 68
- Ν. 4440/2016
Γεννήθηκε και κατοικεί στους Φιλιάτες Θεσπρωτίας. Ασκούμενη Δικηγόρος και πτυχιούχος της Νομικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Υπότροφος του Ι.Κ.Υ. για τα έτη 2016-2018. Μιλάει την αγγλική και τη γερμανική γλώσσα. Έχει συμμετάσχει σε προσομοιώσεις διεθνούς κλίμακας και έχει παρακολουθήσει σεμινάρια και ημερίδες σχετικές με το αντικείμενο σπουδών της. Στον ελεύθερό της χρόνο πηγαίνει θέατρο, ασχολείται με τη συγγραφή ποιημάτων και την ανάγνωση βιβλίων. Αρθρογραφεί για νομικά θέματα, κυρίως ιδιωτικού δικαίου.