Του Γιώργου Δαλακούρα,
Η πόλις των Λακεδαιμονίων, δηλαδή η Σπάρτη, αποτέλεσε, κατά την αρχαϊκή εποχή, τη σημαντικότερη δύναμη του ελλαδικού χώρου και εξελίχθηκε, κατά την κλασική περίοδο, στο αντίπαλο δέος των Αθηνών. Ήδη από την αρχαιότητα, εξυμνήθηκε για τις στρατιωτικές της επιτυχίες. Η ακτινοβολία της πόλης-κράτους έγκειται στο αυστηρότατο πολίτευμά της.
Για την πολιτειακή οργάνωση της Σπάρτης οι πληροφορίες είναι αποσπασματικές και προέρχονται από μεταγενέστερες πηγές. Το κλειστό, στρατιωτικού τύπου σύστημα λειτουργίας της πόλης δεν επέτρεπε τη διαρροή εσωτερικών πληροφοριών στους ξένους. Προσπαθώντας να ανασυνθέσει κανείς το παζλ του πολιτεύματος των Λακεδαιμονίων θα διαπιστώσει πως στηρίζεται σε δύο μυθικές παραδόσεις: την επιστροφή των απογόνων του Ηρακλή και το πρόσωπο του νομοθέτη Λυκούργου.
Κατά τον 10ο με 9ο αιώνα π.Χ., δωρικά φύλα κυριάρχησαν στην περιοχή της Λακωνίας και καθυπέταξαν τους πρωιμότερους Λάκωνες κατοίκους, καθιστώντας τους είλωτες, έναν ιδιόμορφο τύπο δούλων. Κατά το πολίτευμα, το οποίο είχε θεϊκή ισχύ και προέλευση, καθώς προέκυψε κατόπιν δελφικού χρησμού, η κυριαρχία των Δωριέων αποτελεί νομοτέλεια, αφού επέστρεψαν οι απόγονοι του Ηρακλή στην πατρίδα τους, από την οποία είχαν εκδιωχθεί. Αναφορικά με τον δεύτερο μύθο, αυτόν του Λυκούργου, η κατάσταση είναι σύνθετη. Ο Λυκούργος αναφέρεται στις πηγές ως υπαρκτό πρόσωπο, μάλλον βασιλικής καταγωγής, αλλά τα στοιχεία για τη ζωή του είναι περιορισμένα, καθιστώντας την ύπαρξή του μάλλον αμφίβολη. Αποτελεί τον νομοθέτη ο οποίος παρέδωσε στους Λακεδαιμονίους τη «Μεγάλη Ρήτρα», το σπαρτιατικό πολίτευμα. Αξιοσημείωτο είναι ότι, παρά το γεγονός πως η πολιτειακή αυτή οργάνωση χρονολογείται κατά τα τέλη του 7ου ή τις αρχές του 6ου αιώνα π.Χ., το όνομα του Λυκούργου αναφέρεται κάθε φορά που εισάγεται μία νέα μεταρρύθμιση, ανάγοντάς την στον νομοθέτη ακόμη και αιώνες μετά την παγίωση του πολιτεύματος.
Κεντρικοί πυλώνες της Ρήτρας αποτελούσαν πέντε θεσμοί: η διπλή βασιλεία, η Γερουσία, οι Πέντε Έφοροι, η Απέλλα και η Αγωγή. Στην κορυφή της σπαρτιατικής κοινωνίας βρίσκονταν οι δύο βασιλείς. Η διπλή βασιλεία προέκυψε είτε λόγω διδύμων διάδοχων είτε λόγω της ύπαρξης των δύο βασιλικών οίκων, των Αγιάδων και των Ευρυποντιδών, οι οποίοι, μάλλον, αποτελούσαν δύο διαφορετικά δωρικά φύλα που εγκαταστάθηκαν στη Λακωνία. Οι βασιλείς, των οποίων οι δικαιοδοσίες με τον καιρό συρρικνώθηκαν, είχαν θρησκευτικά και ορισμένα στρατιωτικά καθήκοντα. Η Γερουσία αποτελούσε βασικό κορμό της νομοθετικής εξουσίας. Τριάντα μέλη, για την ακρίβεια είκοσι οχτώ, ηλικίας άνω των εξήντα ετών, εκλεγμένα από τη συνέλευση, και οι δύο βασιλείς, ήταν υπεύθυνα για τον καθορισμό και τη διαμόρφωση των ψηφισμάτων, τα οποία θα κατατίθεντο στη συνέλευση των στρατεύσιμων. Η συνέλευση αυτή αποκαλούνταν Απέλλα και απαρτιζόταν από τους Ομοίους, τους Σπαρτιάτες πολίτες, ηλικίας άνω των τριάντα ετών, οι οποίοι διέθεταν έγγειο ιδιοκτησία, συμμετείχαν στα συσσίτια, δηλαδή τα κοινά γεύματα των Λακεδαιμονίων και είχαν λάβει την σπαρτιατική Αγωγή. Στην Απέλλα δεν λάμβανε χώρα συζήτηση των προτάσεων, αλλά τα μέλη τις αποδέχονταν ή τις απέρριπταν ψηφίζοντας δια βοής. Πρέπει να υπογραμμισθεί πως βασιλείς και Γερουσία είχαν το δικαίωμα διάλυσης της συνέλευσης, αν θεωρούσαν πως οι Όμοιοι θα ελάμβαναν μία λανθασμένη απόφαση.
Απαραίτητη προϋπόθεση για τη συμμετοχή στην Απέλλα αποτελούσε η ολοκλήρωση της Αγωγής, του σπαρτιατικού εκπαιδευτικού συστήματος των αγοριών. Μετά τη συμπλήρωση του εβδόμου έτους της ηλικίας τους, τα αγόρια εγκατέλειπαν τις οικογένειές τους και ανατρέφονταν όλα μαζί. Ζούσαν σε οργανωμένες δομές και η εκπαίδευσή τους αποτελούσε αρμοδιότητα της πόλης-κράτους. Πρόκειται, δηλαδή, για δημόσια εκπαίδευση και όχι ιδιωτική, όπως συνέβαινε στις περισσότερες πόλεις της αρχαιότητας. Η Αγωγή περιελάμβανε διάφορα στάδια, εκ των οποίων ορισμένα είχαν αρχέγονο χαρακτήρα, όπως η κρυπτεία, της οποίας δεν είναι σαφής η ακριβής λειτουργία, αλλά περιελάμβανε, μάλλον, την κλοπή τροφίμων και τη δολοφονία ειλώτων. Μάλιστα, συγκεκριμένες λειτουργίες της εκπαίδευσης συναντώνται και στα εκπαιδευτικά συστήματα των άλλων Δωριέων, μαρτυρώντας την κοινή καταγωγή τους, όπως οι σχέσεις νεαρών αγοριών με μεγαλύτερους άνδρες. Στόχος της Αγωγής ήταν η διαμόρφωση του τύπου πολίτη-στρατιώτη, του Ομοίου, του Σπαρτιάτη, δηλαδή, που ασχολείται αποκλειστικά με τις δημόσιες υποθέσεις και είναι πάντα έτοιμος να αγωνισθεί για την προστασία του οίκου και της πόλης του.
Αναφορικά με τους Πέντε Εφόρους, υπάρχει μία δυσκολία χρονολόγησης της εμφάνισής τους, καθώς δεν αναφέρονται στη Μεγάλη Ρήτρα. Επρόκειτο για ένα όργανο διατήρησης των ισορροπιών και της δικαιοσύνης. Αρχικά, είχαν ως αρμοδιότητα τον έλεγχο των βασιλέων για πιθανές αυθαιρεσίες, αλλά, με τον καιρό, η θέση τους αύξανε, καθιστώντας τους ίσως την ισχυρότερη δύναμη στη Λακεδαίμονα. Ωστόσο, επί Κλεομένους Γ΄ (235-222 π.Χ.), το έργο των Πέντε Εφόρων περιορίστηκε εξαιρετικά, με τον έναν πλέον βασιλέα να κυβερνά και τους τέσσερις από τους Πέντε Εφόρους να εκτελούνται.
Τελικά, το πολίτευμα της Σπάρτης πώς θα μπορούσε να χαρακτηριστεί; Οι βασιλείς αποτελούν στοιχείο της μοναρχίας, η Γερουσία της αριστοκρατίας, οι Έφοροι της ολιγαρχίας και η Απέλλα της δημοκρατίας. Έχει υποστηριχθεί πως πρόκειται για ένα μεικτό πολίτευμα, το οποίο αρμονικά συνδυάζει στοιχεία από κάθε τύπο πολιτειακής οργάνωσης. Για τους άλλους Έλληνες, σύγχρονους των Λακεδαιμονίων, η σπαρτιατική υπεροχή ήταν το ακόλουθο του άρτια οργανωμένου πολιτεύματός τους. Πιθανώς, αυτό διαφύλαξε και την πόλη από μία τυραννίδα, καθεστώς που έπληξε τον αρχαιοελληνικό κόσμο.
Συμπερασματικά, η Σπάρτη υπήρξε μία ιδιαίτερη πόλις-κράτος, με ιδιόμορφο πολίτευμα. Επέτυχε να διατηρήσει τη λάμψη, που εξέπεμπε στην αρχαιότητα, μέχρι και τις ημέρες μας. Αυτή η πόλη-στρατόπεδο γοήτευσε και συνεχίζει να γοητεύει. Η δυναμική της επιβεβαιώνεται όχι μόνο από τις επιτυχίες της, αλλά και από τις ποικίλες προσλήψεις της σπαρτιατικής διακυβέρνησης και της κοινωνίας από τους μεταγενέστερους.
ΠΗΓΕΣ–ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Πλούταρχος, Βίοι Παράλληλοι: Λυκούργος
- Baltrusch E., (μτφρ. Μπαλόγλου Χ.), Σπάρτη: Η ιστορία, η κοινωνία και ο πολιτισμός της αρχαίας λακωνικής πόλης, Αθήνα, σ. 23-38 και 69-83 και 120-121
- Lefevre F., (μτφρ. Κεφαλά Α., Καρδαμίτσα M.), Ιστορία του αρχαίου ελληνικού κόσμου, Αθήνα, σ. 148-154
- Levy E., (μτφρ. Στεφανής Α.), Σπάρτη: Κοινωνική και πολιτική ιστορία έως τη ρωμαϊκή κατάκτηση, Αθήνα, σ. 34-54 και 74-96
- Μπιργάλιας Ν., «Μεικτό σπαρτιατικό πολίτευμα και πάτριος αθηναϊκή πολιτεία», στο Cartledge P., Μπιργάλιας N., Μπουραζέλης K. (επιμ.), Η συμβολή της αρχαίας Σπάρτης στην πολιτική σκέψη και πρακτική, Αθήνα, σ. 117-140
Γεννήθηκε στην Ξάνθη το 1998. Σήμερα, ζει στα Ιωάννινα, όπου φοιτά στο τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων. Ειδικεύεται σε ζητήματα αρχαίας ελληνικής ιστορίας, ενώ τον αφορούν και λαογραφικά θέματα. Γνωρίζει άριστα αγγλικά. Στον ελεύθερο χρόνο του, ασχολείται ερασιτεχνικά με τη συγγραφή μικροδιηγημάτων και ποιημάτων.