Του Κωνσταντίνου Λίκα,
Εδώ και τρία χρόνια, το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα της Γερμανίας (SPD) βρισκόταν αντιμέτωπο με την άβυσσο. Κρίση ιδεολογίας, κρίση ηγεσίας και ως αποτέλεσμα κρίση στις δημοσκοπήσεις. Πέρυσι, ειδικά, το κόμμα βρισκόταν στη μεγαλύτερη κρίση της ιστορίας του, με μαζικές αλλαγές στην ηγεσία του, δυσκολίες εδραίωσης μίας ενιαίας ιδεολογικής ατζέντας και πίεση από την άνοδο των Πρασίνων. Τα ποσοστά τους στις δημοσκοπήσεις έπεσαν.
Η Δευτέρα, 10 Αυγούστου 2020, έφερε μαζί της, ωστόσο, μία ενδιαφέρουσα αλλαγή στην τακτική των Σοσιαλδημοκρατών. Ο Olaf Scholz, πρώην υποψήφιος πρόεδρος του SPD και νυν Υπουργός Οικονομικών – λήψας μέτρα στήριξης της οικονομίας εν μέσω της παρούσας πανδημίας, επιβλέψας το πακέτο στήριξης σε ευρωπαϊκό επίπεδο και της απάντησης του κράτους στο σκάνδαλο Wirecard – έχει επιλεγεί ως ο υποψήφιος Καγκελάριος από το SPD.
Ο κορωνοϊός έχει προκαλέσει μία οικονομική κρίση στη Γερμανία και θα προκαλέσει και σοβαρά κοινωνικά προβλήματα. Σε μία τέτοια συγκυρία, ο Olaf Scholz αναλαμβάνει την ευθύνη του Υπουργείου Οικονομικών και συγχρόνως είναι και ο Υποκαγκελάριος. Σε συνεργασία με τον Υπουργό Εμπορίου, Peter Altmeier, των Χριστιανοδημοκρατών, με τους οποίους συγκυβερνούν οι Σοσιαλδημοκράτες, εισηγήθηκε του μεγαλύτερου πακέτου διάσωσης της γερμανικής οικονομίας στην ιστορία της, με μόλις μετριασμένη αύξηση του χρέους από 58% σε 75% του ΑΕΠ. Το πακέτο συνολικού ύψους €130 δις, που ο Scholz αποκάλεσε «Μπαζούκα», ήταν εκτενές – συμπεριλαμβάνει λιτανεία μειώσεων φόρων, επενδύσεων και επιδομάτων σε επιχειρήσεις και φυσικά πρόσωπα. Επίσης, είναι και το δεύτερο μεγαλύτερο κατά κεφαλήν στην Ευρώπη (μετά από τη Σουηδία) και το τέταρτο μεγαλύτερο στον κόσμο (μετά από την Ιαπωνία, τις Η.Π.Α. και τη Σουηδία) – 10,7% του ΑΕΠ. Επίσης, ήταν δήμαρχος του Αμβούργου από το 2011 έως το 2018.
Κοντολογίς, έχει αποδείξει ότι μπορεί να κυβερνήσει. Και αυτό φαίνεται στις δημοσκοπήσεις.
Η ηγεσία του Scholz και οι αποφάσεις του, κατά την κρίση του κορωνοϊού, τον οδήγησαν στο τοπ 3 της απήχησης των πολιτικών στη Γερμανία. Σύμφωνα με πρόσφατη δημοσκόπηση της Infratest, η πιο δημοφιλής πολιτικός στη Γερμανία είναι η Άνγκελα Μέρκελ με 71%, ακολουθούμενη (αυτά είναι τα υψηλότερα ποσοστά που έλαβε ποτέ) από τον Υπουργό Υγείας, Jens Spahn, με 60% και τον Olaf Scholz με 57%. Στο τοπ 5, το μόνο άλλο στέλεχος της SPD είναι ο Υπουργός Εξωτερικών, Heiko Maas, με τους υπόλοιπους να είναι από τους Χριστιανοδημοκράτες – πράγμα που επιβεβαιώνει και την κυριαρχία τους σε πρόσφατες δημοσκοπήσεις.
Επίσης, το πρόβλημα δημοσίων σχέσεων των Σοσιαλδημοκρατών παραμένει. Άλλωστε, από τη διττή προεδρία του SPD, μόνο ο Norbert Walter-Borjans εντάσσεται στο τοπ 10 (και μάλιστα ακριβώς στη 10η θέση) με 15% – ο πρόεδρος της AfD, Alexander Gauland, ακολουθεί με 11% – ενώ η Saskia Eskren δεν είναι καν στην λίστα, πράγμα που επιβεβαιώνει ότι η ηγεσία του SPD δεν είναι και τόσο γνωστή ή δημοφιλής.
Η επιλογή του Olaf Scholz χαιρετίζεται και από όλους τους σοσιαλδημοκρατικούς Υπουργούς της κυβέρνησης Μέρκελ, από την Υπουργό Οικογένειας, Ηλικιωμένων και Νεολαίας, Franziska Giffey (είπε μάλιστα: “das ist gut für Deutschland”), τον Υπουργό Εργασίας, Humbertus Heil, τον Υπουργό Εξωτερικών, Heiko Maas, και την Υπουργό Περιβάλλοντος, Svenja Schulze.
Συγχρόνως, όμως, η εκλογή του χαίρει αποδοχής από την προεδρία μεν, αλλά όχι από τη βάση του κόμματος δε. Θεωρείται συντηρητικός για τα δεδομένα της Αριστεράς και ορισμένες αριστερές πεποιηθήσεις – όπως κατώτατος μισθός στα €13/ώρα, νέοι φόροι πλούτου και επιτάχυνση της απολιγνιτοποίησης – δεν ανήκουν και στις πεποιθήσεις του Scholz.
Το ενδεχόμενο συγκυβέρνησης με τα άλλα δύο αριστερά κόμματα, επίσης, τρομάζει την οικονομία. Η δυνατότητα συγκυβέρνησης με την die Linke έχει οδηγήσει, σύμφωνα με την Welt.de, επιφανείς οικονομολόγους και εκπροσώπους επιχειρηματικών συνδέσμων ανά τη Γερμανία να εκφράσουν τη δυσαρέσκειά τους, ανάμεσά τους η Verband “Die Familienunternehmer”, η Bundesverband der Deutschen Industrie (BDI) και η Bundesvereinigung der Deutschen Arbeitgeberverbände (BDA). Βέβαια, σύμφωνα πάλι με την Welt.de, άλλοι σύνδεσμοι διαφωνούν με αυτόν τον φόβο, κυρίως εκείνοι που συναινούν με τα σωματεία, όπως το Institut für Makroökonomie und Konjunkturforschung (IMK).
Η δουλειά του Olaf Scholz θα είναι διττή. Πρώτον, οφείλει να κατευνάσει την οικονομία και να ισορροπήσει την ανάγκη για οικονομική ανάκαμψη με τις αριστερές στροφές του κόμματος. Δεύτερον, οφείλει να υπερασπιστεί τη γραμμή του κόμματος με τα άλλα κόμματα, που τυχόν θα συγκυβερνήσει. Επί παραδείγματι, η μεν die Linke απαιτεί κατώτατο μισθό €13/ώρα και την αποχώρηση της Γερμανίας από το ΝΑΤΟ. Ο δε Scholz διαφωνεί και με τα δύο – για αυτόν, η οικονομία πρέπει να ανακάμψει από τον κορωνοϊό και η Γερμανία πρέπει να τηρήσει τις υποχρεώσεις της στο ΝΑΤΟ και την Ε.Ε. Είτε οι Αριστεροί θα προσαρμοστούν σε αυτό είτε θα υπάρξει πρόβλημα συμβατότητας και δεν θα υπάρξει καμία συγκυβέρνηση. Και αυτό το ξέρει.
Το εάν ο Olaf Scholz θα καταφέρει να γίνει ο νέος Schröder ή η νέα Μέρκελ, μένει να φανεί. Οι Χριστιανοδημοκράτες και οι Πράσινοι πέφτουν στις δημοσκοπήσεις, αλλά παραμένουν στο 36% και 20% έκαστοι, οι δε Σοσιαλδημοκράτες ανήλθαν στο 15%. Πολύ σημαντικότερο δε, το ωστικό κύμα των περιοριστικών μέτρων κατά του ιού δεν έγινε ακόμα αισθητό στην οικονομία, καθώς οι ειδικοί περιμένουν ένα κύμα χρεοκοπιών το φθινόπωρο (όπως άλλωστε και σχεδόν σε όλες τις άλλες χώρες του κόσμου), που σημαίνει ότι οι πολιτικές προτεραιότητες σήμερα δεν θα παραμείνουν σταθερές του χρόνου, που έρχονται οι εκλογές.
Παρόλα αυτά, με την εκλογή του, ο Olaf Scholz προσφέρει, ως μετριόφρων σε ένα αριστερό κόμμα, τη δυνατότητα στο rot-rot-grün να ονειρεύεται την κυβέρνηση σε ομοσπονδιακό επίπεδο, εξαναγκάζει δε τους Χριστιανοδημοκράτες να επιταχύνουν τις διαδικασίες επιλογής ηγεσίας (που εκκρεμεί ακόμα) και δίνει μία τελευταία ευκαιρία στους Φιλελεύθερους να ανασυγκροτηθούν, πριν να είναι αργά. Ανοίγει νέες επιλογές για ένα κόμμα που «κολλάει» στις δημοσκοπήσεις. Το εάν θα κυβερνήσει όντως, είναι άγνωστο – οι Χριστιανοδημοκράτες παραμένουν ισχυροί, όπως και οι Πράσινοι, και άνετα βγαίνει το schwarz-grün. Αλλά είναι μία νέα αρχή για το SPD σε κάθε περίπτωση. Το εάν θα καταφέρει να σώσει το SPD ή θα το οδηγήσει σε μονοψήφια ποσοστά, μένει να φανεί.
Γεννήθηκε το 1995 στον Πειραιά. Είναι απόφοιτος του τμήματος Ναυτιλιακών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πειραιώς και μεταπτυχιακός φοιτητής στο ΠΜΣ Εφαρμοσμένα Οικονομικά και Χρηματοοικονομικά του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών και στο Master of Finance της Frankfurt School of Finance and Management. Ενδιαφέρεται κυρίως για διεθνή χρηματοοικονομικά, τραπεζικά, φορολογικά και εμπορικά ζητήματα, όπως και για γερμανικά, αλβανικά, ιαπωνικά και διεθνή πολιτικά ζητήματα. Ενδιαφέρεται επίσης για ζητήματα άμυνας και ασφάλειας. Είναι υπότροφος της διεθνούς ακαδημαϊκής υποτροφίας (IPS) του Γερμανικού Κοινοβουλίου και της DAAD. Μιλάει αγγλικά, γερμανικά, γαλλικά, τουρκικά, αλβανικά και ελληνικά.