Της Ερωφίλης Σμυρνιωτάκη,
Τρεις μόλις μέρες μετά τη μοιραία έκρηξη της 4ης Αυγούστου, στο λιμάνι της Βηρυτού, η ελλιπής αντίδραση της πολιτείας απέναντι στην κατάσταση οδήγησε τους οργισμένους πολίτες στους δρόμους της πρωτεύουσας του Λιβάνου, με αίτημα την ανατροπή του Προέδρου και της κυβέρνησης και τη διεξαγωγή εκλογών. Στις 8 Αυγούστου, διαδηλωτές κατέλαβαν την Ένωση Τραπεζών, το Υπουργείο Εξωτερικών και το Υπουργείο Οικονομικών και Εμπορίου, όπου κατέστρεψαν δημόσια έγγραφα και προκάλεσαν σημαντικές ζημιές, ενώ επιβεβαιώθηκε η χρήση πλαστικών σφαιρών και δακρυγόνων από την αστυνομία. Την ίδια ημέρα, σημειώθηκαν, επίσης, συγκρούσεις μεταξύ διαδηλωτών και δυνάμεων της αστυνομίας στην Πλατεία Μαρτύρων, στο κέντρο της Βηρυτού, καθώς στο σημείο είχαν συγκεντρωθεί χιλιάδες άτομα, ορισμένα από τα οποία επιχείρησαν να εισβάλουν στο Κοινοβούλιο.
Παράλληλα, το χριστιανικό πολιτικό κόμμα Καταέμπ ανακοίνωσε την παραίτηση τριών μελών του από το Κοινοβούλιο, μετά την παρότρυνση του ηγέτη του κόμματος, Σάμι Γκεμαγέλ προς τα μέλη να παραιτηθούν, «ώστε οι άνθρωποι να μπορούν να αποφασίσουν για το ποιος θα τους κυβερνήσει, χωρίς κάποιος να τους επιβάλλει κάτι». Το βράδυ της 8ης Αυγούστου, ο πρωθυπουργός της χώρας, Χασάν Ντιάμπ, ανήγγειλε ότι θα προωθήσει νομοσχέδιο, ώστε να διεξαχθούν πρόωρες εκλογές και ότι ο ίδιος θα διατηρήσει το αξίωμά του για ένα διάστημα δύο μηνών, ώσπου να διοργανωθεί το στήσιμο των καλπών, ενώ τόνισε ότι τάσσεται στο πλευρό «των πολιτών που αγωνίζονται για την αλλαγή».
Οι δηλώσεις του πρωθυπουργού, σαφώς απέτυχαν να ηρεμήσουν τα πνεύματα καθώς, την επόμενη μέρα, οι συγκρούσεις των διαδηλωτών με τις δυνάμεις ασφαλείας συνεχίστηκαν, με τους πολίτες να καταλαμβάνουν αυτήν τη φορά το Υπουργείο Στέγασης και Μεταφορών. Οι διαδηλωτές κατόρθωσαν να πλησιάσουν το Κοινοβούλιο και να βάλουν φωτιά σε μία από τις εισόδους του, που, όμως, τέθηκε γρήγορα υπό έλεγχο. Με νεότερες δηλώσεις τους, αρμόδιοι των σωμάτων ασφάλειας αρνήθηκαν τη χρήση πλαστικών σφαιρών, διαψεύδοντας τις δηλώσεις της προηγούμενης ημέρας.
Οι νέες παραιτήσεις μελών του Κοινοβουλίου συνοδεύτηκαν και από τις παραιτήσεις των υπουργών Περιβάλλοντος και Πληροφόρησης και, αμέσως, στα ειδησεογραφικά πρακτορεία του Λιβάνου κατέφθασαν ενημερώσεις για τρεις ακόμα υπουργούς, που σκόπευαν να υποβάλλουν παραίτηση.
Η υπουργός Δικαιοσύνης υπέβαλλε γραπτώς την παραίτησή της, μόλις μερικές ώρες πριν το προγραμματισμένο συμβούλιο των υπουργών με τον Πρωθυπουργό, το μεσημέρι της 10ης Αυγούστου. Αργότερα, ο υπουργός Οικονομικών δήλωσε πως είχε έτοιμη την παραίτησή του ενώ, σύμφωνα με δημοσιεύματα, και άλλοι υπουργοί ήταν προετοιμασμένοι να απομακρυνθούν από τα αξιώματά τους, αν δεν παραιτούνταν η κυβέρνηση. Μετά την ολοκλήρωση του συμβουλίου, οι υπουργοί δήλωναν πλέον ανοιχτά στους δημοσιογράφους ότι ο πρωθυπουργός θα ανακοίνωνε αργότερα την παραίτηση της κυβέρνησης σε δημόσιο διάγγελμα. Η κοινή γραμμή όλων ήταν, ότι η πράξη τους αυτή δεν αποτελούσε αποποίηση της ευθύνης τους.
Το βράδυ της 10ης Αυγούστου, στις 19:30, τοπική ώρα και ώρα Ελλάδας, ο πρωθυπουργός, Χασάν Ντιάμπ, ανακοίνωσε επίσημα την παραίτηση της κυβέρνησης. Στις δηλώσεις του κατηγόρησε την παραδοσιακή πολιτική τάξη για τις αποτυχίες της και καταδίκασε τη διαφθορά που οδήγησε σε αυτήν την κατάσταση, λέγοντας, μάλιστα, ότι το σύστημα διαφθοράς στο Λίβανο «είναι μεγαλύτερο από το κράτος». Μετά από αίτημα του προέδρου της χώρας, Μισέλ Αούν, θα παραμείνει ως υπηρεσιακός πρωθυπουργός μέχρι τον σχηματισμό νέας κυβέρνησης.
Κατά τη διάρκεια της ημέρας, διαρκώς αυξανόμενοι διαδηλωτές συνέρρεαν στην πλατεία μπροστά από το Κοινοβούλιο, από όπου πετούσαν κροτίδες και πέτρες, ενώ η αστυνομία προσπαθούσε να διασπάσει το μεγάλο αριθμό των συγκεντρωμένων με δακρυγόνα. Η παραίτηση της κυβέρνησης δεν κατεύνασε τους διαδηλωτές, που ήδη μετρούν εκατοντάδες τραυματίες από τις πολυήμερες συγκρούσεις. «Θα είναι πάντα το ίδιο. Είναι απλώς ένα πολιτικό παιχνίδι, τίποτα δεν θα αλλάξει», δήλωσε η φοιτήτρια Μαριλίν Κασίς στο πρακτορείο Reuters. Η κοινή γνώμη φαίνεται να υποστηρίζει, πως είναι αναγκαία μια ολική αλλαγή της πολιτικής σκηνής της χώρας, καθώς και η αποτίναξη της επιρροής που ασκεί το κίνημα της Χεζμπολάχ στο πολιτικό γίγνεσθαι. Ομοιώματα ορισμένων πολιτικών ηγετών, όπως του προέδρου Μισέλ Αούν και του ηγέτη της Χεζμπολάχ, Χασάν Νασράλα, κρεμάστηκαν από αυτοσχέδιες αγχόνες κατά τη διάρκεια των συγκεντρώσεων μπροστά από το Κοινοβούλιο. To Al Jazeera, έχοντας μελετήσει οπτικοακουστικό υλικό που περιλαμβάνει τις κατασταλτικές ενέργειες των δυνάμεων ασφαλείας, αλλά και ιατρικά έγγραφα και συνεντεύξεις, υποστηρίζει ότι εναντίον των διαδηλωτών ασκήθηκε βία, σε βαθμό που παραβίαζε τους διεθνείς κανόνες που έχουν τεθεί για τη χρήση βίας από τα σώματα ασφαλείας.
Ο καθηγητής Ράμι Κούρι, από το Αμερικανικό Πανεπιστήμιο της Βηρυτού, χαρακτηρίζει όσα συμβαίνουν αυτήν την στιγμή ως «ένα ιστορικό σημείο καμπής για τη σύγχρονη πολιτική διακυβέρνηση του Λιβάνου». Πράγματι, όπως και ο ίδιος υποστηρίζει, υπάρχουν δύο αντιμαχόμενες δυνάμεις αυτή τη στιγμή στο Λίβανο: η Χεζμπολάχ, που επηρεάζει σημαντικά την πολιτική σκηνή της χώρας, με τους υποστηρικτές της και το κίνημα των διαμαρτυρομένων, η «επανάσταση», όπως αυτοαποκαλούνται. Η μεν πρώτη κοινωνική ομάδα κατέχει προνόμια που δεν είναι πρόθυμη να εγκαταλείψει και, παράλληλα, οι σιίτες της Βηρυτού, οι οποίοι αντλούν αυτοπεποίθηση από την υποστήριξη της Χεζμπολάχ, αντιτάσσονται στις διαδηλώσεις και οχυρώνουν τις γειτονιές τους, θεωρώντας πως οι διαδηλώσεις θα στραφούν εναντίον τους. Η δεύτερη κοινωνική ομάδα εκφράζει την αγανακτισμένη πλειοψηφία, που αποζητά ένα υγιές πολιτικό σύστημα για το Λίβανο. Οι δηλώσεις των διαδηλωτών δεν είναι υπερβολικές· η πολιτική σκηνή είναι δύσκολο να εξυγιανθεί, όσο υπάρχει η ελίτ, οι ιεραρχίες και η δομή του παρελθόντος. Το μόνο βέβαιο είναι ότι οι επόμενοι μήνες θα είναι κρίσιμοι για τη χώρα, καθώς εκκρεμεί η σύσταση μιας νέας κυβέρνησης, μια διαδικασία που έχει αποδειχτεί πως χρειάζεται μήνες για να ολοκληρωθεί στο πολυτάραχο πολιτικό περιβάλλον του Λιβάνου.
Γεννημένη το 1999, φοιτά στο τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πειραιά. Όνειρό της είναι να εξερευνήσει τον κόσμο και τον εαυτό της όσο περισσότερο μπορεί. Μεγάλωσε ανάμεσα σε βιβλία και θεωρεί πως το διάβασμα διαμόρφωσε την προσωπικότητά της όσο τίποτα. Πέρα από τη σχολή της, τα φοιτητικά της χρόνια έχουν απασχολήσει ο εθελοντισμός, η μουσική, η εκμάθηση ξένων γλωσσών και τα συνέδρια προσομοιώσεων διεθνών και ευρωπαϊκών θεσμών.