14.2 C
Athens
Παρασκευή, 22 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΑπόφαση Ολ ΑΠ 9/2010: Δικαίωμα του οφειλέτη επί ανακοπής απόφασης ή εκτέλεσης

Απόφαση Ολ ΑΠ 9/2010: Δικαίωμα του οφειλέτη επί ανακοπής απόφασης ή εκτέλεσης


Της Αλεξάνδρας Οικονόμου, 

Με δύο αποφάσεις στενά συνδεδεμένες μεταξύ τους ο ΑΠ κατέληξε σε δύο πολυσυζητημένα συμπεράσματα αναφορικά με την ερμηνεία των άρθρων 933 παρ. 5 και 940 παρ. 3 ΚΠολΔ. Το ζήτημα που ανακύπτει και στο οποίο απαντά ο ΑΠ είναι, αν μπορεί ο οφειλέτης και καθ’ ου η εκτέλεση να ζητήσει αποζημίωση κατά το άρθρο 914 ΑΚ κι επικουρικά με τις διατάξεις του άρθρου 904 ΑΚ κι ας μην έχει ακυρωθεί αμετάκλητα η πράξη εκτέλεσης που προκάλεσε τη ζημιά.

Το πρώτο που τονίζει ο ΑΠ είναι ότι το μοναδικό ιδιόρρυθμο ένδικο μέσο κατά κάθε πράξης εκτέλεσης είναι η ανακοπή του άρθρου 933 ΚΠολΔ. Ο οφειλέτης, για να προστατευθεί από κατάσχεση, πλειστηριασμό κτλ θα πρέπει να προσβάλει κάθε πράξη χωριστά με την ανακοπή του 933 ΚπολΔ, πετυχαίνοντας την ακύρωση της πράξης. Η απόφαση που εκδίδεται  επί της ανακοπής έχει διαπλαστική υφή κι ενέργεια erga ones. Αυτό που τονίζει με έμφαση το δικαστήριο είναι ότι κάθε πράξη χωριστά πρέπει να προσβληθεί και να ακυρωθεί, χωρίς να αρκεί η ακύρωση της προηγούμενης πράξης. Με αλλά λόγια, κάθε πράξη εκτέλεσης εξοπλίζεται με τεκμήριο νομιμότητας μέχρι αυτό να ανατραπεί με την έκδοση απόφασης που δέχεται την ανακοπή 933ΚΠολΔ.

Με την πρώτη απόφαση του 2005, ο ΑΠ ερμήνευσε το άρθρο 933 παρ. 5 ΚΠολΔ με τον εξής τρόπο: Στους λόγους απόσβεσης της απαίτησης εντάσσεται κι η ένσταση καταχρηστικότητας του άρθρου 281 ΑΚ .Επομένως, κι εκείνη για να μην απορριφθεί ως απαράδεκτη, θα πρέπει να αποδεικνύεται με έγγραφο ή δικαστική ομολογία!

Αποτέλεσμα αυτής της ερμηνείας ήταν ότι πολλές ενστάσεις καταχρηστικής άσκησης του δικονομικού δικαιώματος του Δ να προχωρήσει σε εκτέλεση απορρίπτονταν ως απαράδεκτες λόγω αδυναμίας παραχρήμα απόδειξης. Αυτό σημαίνει ,δηλαδή ότι είχαμε έναν οφειλέτη που είχε δεχτεί μια εκτέλεση αντίθετα προς το νόμο αλλά λόγω της ερμηνείας που ακολούθησε ο ΑΠ δεν μπορούσε εν τέλει να ακυρώσει την πράξη.

Εν συνεχεία της απόφασης του 2005 εκδόθηκε η απόφαση που μας ενδιαφέρει, αυτή του 2010 (9/2010). Στην απόφαση αυτή ο ΑΠ «αναγκάστηκε» λόγω της προηγούμενης νομολογίας να δεχτεί ότι ενόψει του άρθρου 6 ΕΣΔΑ και της ανάγκης δικαστικής προστασίας, ότι μπορεί ο οφειλέτης να ζητήσει αποζημίωση κατά το άρθρο 940 παρ. 3 ΚΠολΔ αν κι η ζημιογόνα πράξη εκτέλεσης δεν ακυρώθηκε αμετάκλητα.

Αυτή η ερμηνεία προσκρούει στο ίδιο το γράμμα του νόμου που ρητά απαιτεί να υπάρχει αμετάκλητη διαπλαστική απόφαση που να διαπιστώνει το παράνομο χαρακτήρα της πράξης. Μέσω της δικαστικής απόφασης το δικαστήριο της ουσίας που θα κρίνει μια ουσιαστικού δικαίου αξίωση αποζημίωσης, θα χρησιμοποιήσει ως βάση αυτή την αμετάκλητη απόφαση και θα δεχτεί το «παράνομο» κατ’ άρθρο 914 ΑΚ. Από εκεί και πέρα, στο πλαίσιο της ουσιαστικής δίκης απομένει στον οφειλέτη να αποδείξει το υπαίτιο, τη ζημιά που προκλήθηκε και την άμεση αιτιώδη συνάφεια.

Χαρακτηριστική είναι η άποψη του κ. Καλαβρού που αναφέρει ότι: «Το άρθρο 940§3 ΚΠολΔ αντιμετωπίζει την αναγκαστική εκτέλεση συνολικά, πέρα και πάνω από κάθε επιμέρους διαδικαστική πράξη που συμβάλλει στην εξέλιξη της διαδικασίας, αποβλέποντας κυρίως στο αποτέλεσμα της παράνομης και άρα άδικης εκτέλεσης, που είναι εν προκειμένω η προσβολή του εννόμου συμφέροντος του οφειλέτη στην περιουσία του, η οποία μέσω της άδικης αναγκαστικής εκτέλεσης απωλέσθηκε».

Επιπλέον, οι νεότερες αποφάσεις του δικαστηρίου έρχονται σε αντίθεση με προηγούμενη του νομολογία, όπως η απόφαση ΑΠ 1410/2002 κατά την οποία: «Από το ίδιο άρθρο 940 συνάγεται τέλος, ότι η ευθύνη εκείνου που επέσπευσε την εκτέλεση προς αποζημίωση ή χρηματική ικανοποίηση εκείνου κατά του οποίου έγινε η εκτέλεση για τις ζημίες, περιουσιακές ή μη που προξενήθηκαν από την εκτέλεση, συνιστώντας ευθύνη από αδικοπραξία ιδιαίτερης μορφής ρυθμίζεται ειδικά ή αποκλειστικά από αυτό το άρθρο ή και από άλλες διατάξεις μόνο όμως στο μέτρο που οι τελευταίες προβλέπονται από το άρθρο αυτό. Παρέπεται, ότι δεν μπορεί κατά νόμο να θεμελιωθεί η ως ανωτέρω ευθύνη αποκλειστικά στις ως άνω άλλες διατάξεις, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται και οι γενικές περί ευθύνης από αδικοπραξία διατάξεις των άρθρων 914 και 932 ΑΚ».

Κατά την πρόσφατη νομολογία, όμως του ΑΠ καταλήγουμε στο εξής (άτοπο) αποτέλεσμα: Έχοντας ως αφετηρία μια διάταξη δικονομικού δικαίου καταφέρνει ο οφειλέτης να αποζημιωθεί βάσει του άρθρου 914ΑΚ που αποτελεί αξίωση ουσιαστικού δικαίου. Περαιτέρω, εν τέλει εκδίδεται μια απόφαση που κρίνει ουσιαστική αξίωση κι επισκιάζει αποζημίωση με δύναμη δεδικασμένου και ταυτόχρονα υπάρχει και μια άλλη απόφαση που κρίνει ότι δεν είναι άδικη η πράξη της εκτέλεσης. Εν ολίγοις, υπάρχει σύγκρουση δεδικασμένων. Αυτό δημιουργεί τεράστια ανασφάλεια στα πλαίσια του δικονομικού δικαίου, δεδομένου ότι υπάρχουν δύο δικαστικές αποφάσεις με διαφορετική κι αντίθετη κρίση η καθεμία.

Τέλος, φαίνεται ότι ο οφειλέτης από οφειλέτης γίνεται πλουτίσας, δεδομένου ότι μπορεί να εισπράξει τόσο το εναπομείναν πλειστηρίασμα (αν γίνει κανονικά ο πλειστηριασμός κι ικανοποιηθεί πλήρως ο Δ) και ταυτόχρονα του επιδικάζεται κι η αποζημίωση κατά το άρθρο 914 ΑΚ. Εν τέλει, φαίνεται πως αντίθετα με τη λογική του νόμου ο καθ’ ου η εκτέλεση βγαίνει κερδισμένος.

Εν κατακλείδι, αυτό που φαίνεται ορθότερο μέσα από την παρουσίαση κι τη σύνδεση των αποφάσεων είναι το να μην απαιτείται παράστημα απόδειξης της καταχρηστικής ένστασης (281ΑΚ) γιατί διαφορετικά απορρίπτονται πολύ εύκολα ως απαράδεκτες. Ο δικονομικός νόμος επιθυμούσε κατά την απόδειξη στη δίκη ανακοπής να αποδεικνύονται παραχρήμα μόνο οι λόγοι απόσβεσης της απαίτησης, όπως η καταβολή, υπόσχεση, δόση αντί καταβολής κτλ. Αυτοί οι αποσβεστικοί λόγοι αποδεικνύονται πράγματι πολύ εύκολα με έγγραφο όπως ενοχλητική απόδειξη ή δικαστική ομολογία. Όμως, η καταχρηστική άσκηση δικαιώματος εν γένει αποδεικνύεται δύσκολα, πόσο μάλλον παραχρήμα!


ΠΗΓΕΣ
  • Γέσιου-Φαλτσή, Αναγκαστική Εκτέλεση Γενικό Μέρος, σελ. 378,
  • Καλαβρός, Αποζημίωση για άδικη εκτέλεση, ΕΠολΔ 2010.791
  • ΑΠ 49/2005, 9/2010

Αλεξάνδρα Οικονόμου

Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην πόλη της Πρέβεζας, όπου ολοκλήρωσε την δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Πλέον σπουδάζει στη Νομική του Αριστοτέλειου Πανεπιστήμιου Θεσσαλονίκης. Γνωρίζει αγγλικά και γερμανικά.

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Αλεξάνδρα Οικονόμου
Αλεξάνδρα Οικονόμου
Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην πόλη της Πρέβεζας, όπου ολοκλήρωσε την δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Πλέον σπουδάζει στη Νομική του Αριστοτέλειου Πανεπιστήμιου Θεσσαλονίκης. Γνωρίζει αγγλικά και γερμανικά.