Του Νίκου Μαρκοβίτη,
Όπως γίνεται φανερό, οι εξελίξεις που διαδραματίζονται στην Ανατολική Μεσόγειο είναι αλλεπάλληλες, καθιστώντας αυτές άκρως σοβαρές. Οι προεκτάσεις από μια ελληνοτουρκική διαφωνία ήδη επεκτείνονται σε διεθνές επίπεδο. Πλέον στην μεσογειακή σκακιέρα μετά και τις τελευταίες παρεμβάσεις, μπαίνουν και άλλοι δυνατοί «παίκτες», βλέποντας μια Τουρκία θυμικά ασυγκράτητη και μη λογαριάζοντας καμία έννοια δικαίου. Πώς, όμως, μπορούμε να αξιολογήσουμε την γείτονα χώρα και να καταλάβουμε τους υπόλοιπους δρώντες;
Στην προσπάθεια μας να επεξηγούσε την κινητικότητα αυτή, μετά και από τέσσερις μέρες πλεύσης του Oruç Reis σε διεθνή ύδατα αυτό που παρατηρήθηκε μέχρι πρότινος ήταν μια αδράνεια από τους εταίρους-συμμάχους. Εχθές, μετά και τις τηλεφωνικές επικοινωνίες του προέδρου Ερντογάν με την Καγκελάριο Μέρκελ και τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ, γίνεται ευκόλως αντιληπτό πως τα διπλωματικά αντανακλαστικά της Αθήνας λειτούργησαν γρήγορα και ο διεθνής παράγοντας αρχίζει να αντιλαμβάνεται πως τα σύνορα της Ελλάδας είναι και ευρωπαϊκά. Νωρίτερα, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, όπως αναφέρεται, μίλησε για έναν διάλογο που αφορά τις χώρες της Ανατολικής Μεσογείου για μια φόρμουλα με την λογική του kazan-kazan, δηλαδή του win-win, ώστε να επωφεληθούν όλοι, ενώ στο τηλεφώνημα με την Καγκελάριο μίλησε για επίλυση με διάλογο και βάσει του διεθνούς δικαίου. Ακόμη, χαρακτηριστικά ανέφερε πως δεν επιθυμεί μια περαιτέρω άσκοπη ένταση και όλα αυτά, μια μέρα πριν την τηλεδιάσκεψη των ΥΠΕΞ της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Από την Ελληνική πλευρά, πολύ σημαντική αποτελεί η επίσκεψη του κ. Δένδια στο Ισραήλ, αλλά και η σημερινή συνάντηση με τον Μάικ Πομπέο. Οι εξελίξεις τρέχουν και τα γεγονότα αυτά μας δείχνουν, πως υπάρχει πρόθεση και πρωτοβουλία, για διάλογο και επίλυση. Αλλά, πως οδηγηθήκαμε σε αυτά τα τηλεφωνήματα και στην προσπάθεια επίλυσης και διαλόγου;
Σε μια περιοχή, άκρως έκρυθμη, όπου ο αραβικός κόσμος διέπεται από μια μεγάλη κρίση μετά και τα γεγονότα του Λιβάνου, αποδεικνύεται ότι λόγω αποχής, αδιαφορίας των άλλων παραγόντων υπάρχει ένα μεγάλο κενό, το οποίο θέλει να αναλάβει ο Ερντογάν. Με την πάροδο πλέον τεσσάρων ημερών, όπου το ερευνητικό σκάφος Oruç Reis πλέει μεταξύ ελληνικής και κυπριακής υφαλοκρηπίδας, αρχίζει να διαφαίνεται μια αντίδραση. Ήταν και είναι πάγια τακτική της τουρκικής πολιτικής, το να θέτει υπό αμφισβήτηση ύδατα και όχι μόνο, για να πάει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με τους δικούς της όρους. Μετά και την προχθεσινή δήλωση Μακρόν για την στήριξη του στην Ελλάδα, πραγματοποιήθηκε την επομένη, κοινή ναυτική άσκηση Ελλάδας- Γαλλίας στην Ανατολική Μεσόγειο.
Αλλά αν φορέσουμε το «καπελάκι» της Τουρκίας, θα δούμε πως η όλη κατάσταση αναλύεται σε δυο επίπεδα. Πρώτον, απευθύνεται στον καταναλωτή, δηλαδή τον τουρκικό λαό σε μια περίοδο, όπου η τουρκική λίρα κατρακυλά και τα αποθέματα μειώνονται θεαματικά και είναι μια κίνηση – απάντηση μετά και την Ελληνο-αιγυπτιακή συμφωνία. Ως απάντηση προς αυτή, ίσως είναι και ένα επικοινωνιακό σόου και επίδειξη ισχύος με όλα τα μέσα. Από την άλλη, σε διεθνές επίπεδο έχουμε μια χώρα που μόνο αδύναμη δεν είναι, αλλά λόγω της νέο οθωμανικής πολιτικής και λογικής, παραγκωνίζεται από όλους. Το διπλωματικό τείχος που έστησε η Αθήνα είναι και μια απάντηση στις προκλητικές ενέργειες της Άγκυρας. Προσπαθεί να πάρει τα ηνία της περιφερειακής δύναμης της Μεσογείου και φυσικά, να έχει μερίδιο από τον ορυκτό πλούτο, δηλαδή μιλάμε για μια πολιτική, για την επίτευξη συνδιαχείρισης.
Συμπερασματικά, βλέπουμε πως είναι μια εξίσωση για δυνατούς λύτες. Στην παρούσα φάση, ιδιαίτερα σημαντικό είναι το ζήτημα του πως θα επιδράσει ο διεθνής παράγοντας, για μια σταδιακή αποκλιμάκωση με σκοπό τον διάλογο. Το μόνο σίγουρο πως η λύση θα πρέπει να είναι απόρροια του διεθνούς δικαίου και να προάγεται, σε κάθε περίπτωση, η ειρήνη και η καλή γειτονία. Και ο αγώνας συνεχίζεται.
Γεννήθηκε το 1997 στην Νάουσα Ημαθίας και είναι επί πτυχίω φοιτητής στο τμήμα Πολιτικής Επιστήμης του ΔΠΘ. Οι συνθέσεις κουλτούρας στην Κομοτηνή ήταν αναπόφευκτο ερέθισμα για το ενδιαφέρον για τα ελληνοτουρκικά ζητήματα. Λάτρης των ξένων γλωσσών με πρώτες τα αγγλικά και τα τουρκικά και νέα προσθήκη τα κινεζικά. Έχει συμμετάσχει σε πολλά ευρωπαϊκά προγράμματα Erasmus+ και παρακολουθεί ευχάριστα συνέδρια διεθνών σχέσεων. Επόμενος σταθμός ζωής η Κωνσταντινούπολη όπου και θα κάνει την πρακτική του στο Γενικό Προξενείο.