11.8 C
Athens
Σάββατο, 23 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΤο χάσμα στην απονομή δικαιοσύνης στους γηγενείς πληθυσμούς των ΗΠΑ

Το χάσμα στην απονομή δικαιοσύνης στους γηγενείς πληθυσμούς των ΗΠΑ


Της Κωνσταντίνας Οικονόμου, 

Ένα ζήτημα που επανέρχεται στην επιφάνεια εξαιτίας της πρόσφατης απόφασης που εξέδωσε το Ανώτατο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο των ΗΠΑ, είναι η δικαιοδοσία της εκάστοτε πολιτείας να εκδικάζει υποθέσεις που αφορούν εγκλήματα, τελούμενα σε περιοχές εγκατάστασης γηγενών φυλών. Η απόφαση McGirt εναντίον της πολιτείας της Οκλαχόμα υπέδειξε, υπό το δόγμα της κυριαρχίας των φυλών, ότι η Οκλαχόμα δεν ήταν πλέον σε θέση να ασκήσει δίωξη κατά υποθέσεων σοβαρών εγκλημάτων στα οποία εμπλέκονται Αβορίγινες Αμερικανοί πολίτες σε γηγενή εδάφη. Ωστόσο, παρατηρείται ελάχιστη πρόβλεψη για άλλα κρίσιμα δικαιοδοτικά ερωτήματα. Λίγο μετά την οριστικοποίηση της απόφασης, η οποία θεωρείται ορόσημο για τον περιορισμό των υψηλών ποσοστών εγκληματικότητας ανάμεσα στις κοινωνίες γηγενών πληθυσμών, ο γενικός εισαγγελέας της Οκλαχόμα συμφώνησε από κοινού με πέντε γηγενή Έθνη της πολιτείας, ότι η πολιτεία θα εξακολουθήσει να διώκει ποινικά εγκλήματα μη-γηγενών Αμερικανών σε γηγενή εδάφη. Οι αρχές των φυλών θα αποκτήσουν κοινή δικαιοδοσία πάνω σε γηγενείς δράστες για την πλειονότητα των εγκλημάτων. Για πιο σοβαρά εγκλήματα, απαιτείται η παρέμβαση των ομοσπονδιακών αρχών, οι οποίες θα κινηθούν ποινικά κατά των Αβοριγίνων πολιτών με βάση τον ομοσπονδιακό νόμο για τα Σοβαρά Εγκλήματα (Federal Major Crimes Act). Η εξάρτηση όμως από έναν νόμο που έχει ημερομηνία έκδοσης το έτος 1885, θα μπορούσε να δημιουργήσει επιπλοκές, και ιδιαίτερα σε υποθέσεις που αφορούν τη σεξουαλική κακοποίηση ενηλίκων και ανηλίκων. 

Ο νόμος ήρθε σε ισχύ από το Κογκρέσο, με σκοπό να διασφαλίσει ότι οι ινδιάνικες αρχές δεν θα μπορούσαν να καθορίσουν το πόρισμα σοβαρών κακουργημάτων, όπως συνέβαινε στο παρελθόν. Εξαιτίας όμως της πληθώρας, και συχνά της αντιφατικότητας, των διατάξεων που ορίζουν τη δικαιοδοτική διαδικασία, η εφαρμογή του αποπροσανατολίζεται ή πραγματοποιείται εσφαλμένα. Στην περίπτωση που θα προκύψει ένα σοβαρό αδίκημα σε γηγενές έδαφος από γηγενές πρόσωπο, η πολιτεία ή η αστυνομική αρχή της φυλής οφείλει να αναφέρει την υπόθεση στο FBI ή άλλη ομοσπονδιακή υπηρεσία. Εάν η υπηρεσία αποδεχθεί την προσφυγή, διεξάγει έρευνα και λειτουργεί συμβουλευτικά στη δίκη σε ομοσπονδιακό δικαστήριο. Η προβληματική ωστόσο της πολιτικής αυτής, έγκειται στο γεγονός ότι η ομοσπονδιακή αρχή μπορεί στην πραγματικότητα να αρνηθεί την δίωξη εγκλημάτων που έχουν διαπραχθεί υπό τα παραπάνω κριτήρια, ακόμη και αφού ο δράστης έχει συλληφθεί, με αποτέλεσμα να αφήνεται ελεύθερος. 

Παρά το ότι τα ποσοστά διαφοροποιούνται από έτος σε έτος, το 2018 απορρίφθηκε το 39% των προσφυγών, ενώ μόλις τον προηγούμενο χρόνο, η κυβέρνηση δεν προχώρησε σε δίκη στο 65% των περιπτώσεων κατηγοριών για σεξουαλικές επιθέσεις και βιασμό. Μερικοί από τους τυπικούς ισχυρισμούς των υπηρεσιών προς αιτιολόγηση των ποσοστών, είναι το έλλειμμα αποδεικτικών στοιχείων, η αποτυχία πλήρωσης της ουσιαστικής έννοιας του εγκλήματος, καθώς και η παράβαση των οδηγιών της εισαγγελικής υπηρεσίας των ΗΠΑ. Όποια κι αν είναι όμως η αιτία, δεν αναιρεί το γεγονός ότι σύμφωνα με επίσημα ομοσπονδιακά στοιχεία, το 1/3 των γυναικών, που διαμένουν σε γηγενή εδάφη φυλών έχουν γίνει θύματα σεξουαλικών επιθέσεων, ή απόπειρας αυτών, ως ενήλικες ή και σε μικρότερη ηλικία. Επιπλέον, τα δικαστήρια των ίδιων των φυλών, δεν διαθέτουν εξουσία πάνω σε μη γηγενείς δράστες. Το 2013 η μεταρρύθμιση της νομοθεσίας για τη βία κατά των γυναικών (Violence Against Women Act), επέκτεινε τη δικαιοδοσία των Ινδιάνικών εθνών για τη δίωξη μη γηγενών δραστών σεξουαλικής κακοποίησης, όμως ελάχιστες κοινότητες έχουν τους πόρους και το ανθρώπινο δυναμικό για την επιτυχή εφαρμογή του προγράμματος. Ο αριθμός τους δεν ξεπερνά τις 30 από τις 326 συνολικά, ποσοστό καθόλου ελπιδοφόρο. 

Η πρόσφατη απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου προσφέρει επομένως ελάχιστες πιθανότητες προς βελτίωση της τρέχουσας κατάστασης. Είναι οπωσδήποτε πιθανό πολλοί Αβορίγινες Αμερικανοί καταδικασθέντες σε πολιτειακά δικαστήρια, να απαιτήσουν εκ νέου δίκη με βάση τα τωρινά δεδομένα, αυξάνοντας τις πιθανότητες υπερσυσσώρευσης των ομοσπονδιακών, πλέον, υποθέσεων. Υπό το φως λοιπόν της υπόθεσης McGirt, είναι ίσως η στιγμή να αναθεωρηθεί η νομοθεσία περί σοβαρών εγκλημάτων και να εκτιμηθεί το εάν και σε τι ποσοστό εξυπηρετεί τον γηγενή πληθυσμό. Η επιστροφή της εξουσίας για ποινικά ζητήματα στις γηγενείς αρχές, θα μπορούσε να είναι η δίοδος για τον ανασχηματισμό της δημόσιας ασφάλειας και την ανακούφιση των γηγενών κοινοτήτων από μία μακροχρόνια περίοδο αναξιοκρατίας και εγληματικότητας. 


Πηγές

Κωνσταντίνα Οικονόμου

Γεννημένη στην Αθήνα, αλλά όπου κι να ταξιδέψει αισθάνεται σπίτι. Σπουδάζει Νομική, γιατί η επιστήμη αυτή σε κάνει περισσότερο άνθρωπο και αγαπά τις ξένες γλώσσες όσο και το καλό φαγητό. Μονίμως αμφισβητεί και διερωτάται, γιατί αυτός είναι ο μόνος δρόμος προς την γνώση. Το γράψιμο είναι για εκείνη το μπαλέτο των λέξεων, ένας τρόπος να ισορροπήσει συναίσθημα και ρεαλισμό.

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Κωνσταντίνα Οικονόμου
Κωνσταντίνα Οικονόμου
Γεννημένη στην Αθήνα, αλλά όπου κι να ταξιδέψει αισθάνεται σπίτι. Σπουδάζει Νομική, γιατί η επιστήμη αυτή σε κάνει περισσότερο άνθρωπο και αγαπά τις ξένες γλώσσες όσο και το καλό φαγητό. Μονίμως αμφισβητεί και διερωτάται, γιατί αυτός είναι ο μόνος δρόμος προς την γνώση. Το γράψιμο είναι για εκείνη το μπαλέτο των λέξεων, ένας τρόπος να ισορροπήσει συναίσθημα και ρεαλισμό.