Της Ευτυχίας-Μαρίας Μητροπούλου,
Με τον όρο πολυμερής διπλωματία ή πολυμέρεια νοείται η διευθέτηση των διεθνών σχέσεων μεταξύ κυβερνήσεων και διακυβερνητικών οργανισμών, που διεξάγεται στα πλαίσια διεθνών διασκέψεων. Σκοπός ενός τέτοιου εγχειρήματος είναι η εγκαθίδρυση μιας σταθερής παγκόσμιας τάξης, προασπίζοντας τη συνεργασία και απορρίπτοντας με σκαιότητα, το μοντέλο του κυρίαρχου κράτους που έτεινε να βασιλεύει στο παρελθόν.
Ήδη από το 1950, στην περιοχή της Νότιας Ασίας, παρατηρείται η εμφάνιση πρώιμων στοιχείων πολυμέρειας σε σχετικές περιφερειακές συνδιασκέψεις. Ειδικότερα, πραγματοποιήθηκαν οκτώ πολιτικές διασκέψεις, από τις οποίες η πρώτη συνεκλήθη από την Ινδία. Ο πρωθυπουργός της χώρας, Τζαβαχαρλάν Νεχρού, λαμβάνοντας υπόψη την σημασία της τοπικής διαύγειας για τη σωστή λειτουργία της πολυμέρειας, πρότεινε τη δημιουργία ενός μόνιμου Ασιατικού οργανισμού, ο οποίος προάγει τον κοινό διάλογο και τη συνεργασία.
Το 1951, τόσο με το σχέδιο “Colombo” για την οικονομική και τεχνολογική συνεργασία, όσο και με την Ασιατική – Αφρικανική διάσκεψη που το συνόδευσε, περιορίσθηκαν οι επεμβάσεις ξένων κρατών, ενώ προωθήθηκε το κοινό συμφέρον, με στόχο την παγκόσμια ειρήνη. Παράλληλα, αναδύθηκε η ανάγκη ανεξαρτητοποίησης της Ινδίας από τις άλλες υπερδυνάμεις και η αμφισβήτηση έναντι των στρατιωτικών συμφώνων, τα οποία αντιτίθενται στις τότε βλέψεις της χώρας. Στη διάσκεψη “Bandung”, όπου συμμετείχαν η Ινδία, το Πακιστάν και οι Φιλιππίνες, δόθηκε ιδιαίτερη έμφαση στην εθνική ανεξαρτησία, την περιφερειακή πολυμέρεια και τη δυνατότητα αποχής από την άσκηση πιέσεων εις βάρος άλλου κράτους. Το φαινόμενο της πολυμέρειας πρωταγωνίστησε και στη διάσκεψη “Brioni” και την πρώτη επίσημη Σύνοδο Κορυφής από τον Πρωθυπουργό Τίτο, σύμφωνα με την οποία κάθε χώρα έπρεπε να ακολουθεί ανεξάρτητη εξωτερική πολιτική, βασισμένη στην ουδετερότητα και ειρηνική συνύπαρξη, να είναι κατά της αποικιοκρατίας και του ιμπεριαλισμού, να μη σχετίζεται με στρατιωτικές ενώσεις του Ψυχρού Πολέμου και να μην έχει υπογράψει διμερή συνθήκη με κάποια από τις υπερδυνάμεις.
Ύστερα από την πρώτη εμφάνιση του πολυμερισμού, το 1920, και την δεύτερη, το 1961, με τη μορφή τοπικών διασκέψεων, η Νότια Ασία, και συγκεκριμένα η Ινδία, συνέχισε να υποστηρίζει την οικονομική ανάπτυξη, μέσω της εκβιομηχάνισης, και την ειρήνη, μέσω της ουδετερότητας. Παρόλα αυτά, η αισιοδοξία και εξέλιξη της χώρας σταμάτησε με τον Σινο-Ινδικό πόλεμο και το θάνατο του Νεχρού, τα οποία οδήγησαν τη χώρα σε οικονομικό αδιέξοδο και κατακερματισμό, σκηνικό που δεν άργησε να αλλάξει ξανά το 1971, με την ανάδυση του Μπαγκλαντές. Έκτοτε, ο πρωθυπουργός του Μπαγκλαντές, Rahman, προώθησε την ιδέα της Ένωσης της Νοτιοανατολικής Ασίας για την Περιφερειακή Συνεργασία, το 1981, για την κοινωνικο-οικονομική ανάπτυξη. Ο ίδιος προσπάθησε να έρθει σε επαφή και με την Ινδία, συγκαλώντας σύνοδο το 1980, στην οποία τόνισε τις αξίες του πολυμερισμού και την ανάγκη συνασπισμού πάνω σε θέματα κοινού ενδιαφέροντος, ενώ δεν παρέλειψε να προτείνει τη δημιουργία ενός Συμβουλίου Εξωτερικών Υπουργών και ειδικού Γραμματέα, πάντα υπηρετώντας την αρχή της ουδετερότητας και ανεξαρτησίας.
Η πίστη και αφοσίωση των χωρών της Νότιας Ασίας στις επιταγές του πολυμερισμού αποτυπώνεται και τα επόμενα χρόνια. Οι εξωτερικοί γραμματείς προχώρησαν στη δημιουργία 5 ομάδων έρευνας, μία για κάθε πεδίο ενδιαφέροντος (γεωργία, αγροτική ανάπτυξη, τηλεπικοινωνίες, μετεωρολογία, υγεία) και στην ίδρυση μιας «Επιτροπής Συνόλου». Η Ινδία προχώρησε σε ενέργειες για οικονομική ανέλιξη και εξήγησε, ότι το μέγεθός και η ηγεμονική της δύναμη δε θα σταθούν εμπόδιο ενάντια στην πολυμέρεια, προασπίζοντας τη σημαντικότητα βασικών δογμάτων της Νότιας Ασίας, καθώς και αρχών της. Οι εξωτερικοί Γραμματείς υπέγραψαν και υιοθέτησαν τη διακήρυξη για την περιφερειακή συνεργασία της περιοχής, ενώ κυριάρχησαν αρχές, όπως η εδαφική ακεραιότητα, η ομοφωνία, η κυριαρχική ισότητα, η πολιτική ανεξαρτησία και η μη επέμβαση στις εσωτερικές υποθέσεις άλλου κράτους. Η περιφερειακή συνεργασία βασίστηκε στην εμπιστοσύνη και το σεβασμό των κρατών, με στόχο τη δημιουργία διακυβερνητικού οργανισμού.
Από το 1984 και έπειτα, η πλειοψηφία των κρατών της Νότιας Ασίας έλαβε υπόψη το ρόλο του ατόμου και τα φλέγοντα παγκόσμια κοινωνικοοικονομικά ζητήματα που απειλούν την ασφάλεια, λόγω διενέξεων στην περιοχή του Ινδικού Ωκεανού. Η Ινδία, με τη σειρά της, πρότεινε τη συνεργασία στον τομέα του εμπορίου και βιομηχανικής ανάπτυξης, με στόχο τη θεσμοθέτηση του οργανισμού, μέσω της ίδρυσης Συμβουλίου Υπουργών και Γραμματείας. Την ίδια περίοδο, στο Μπαγκλαντές, συνεκλήθη η πρώτη σύνοδος κορυφής της Ένωσης της Νοτιοανατολικής Ασίας για την Περιφερειακή Συνεργασία, με βάση τις αρχές της ουδετερότητας και ανεξαρτησίας, χωρίς την παρουσία ζητημάτων πολιτικής ή ασφάλειας. Η διακήρυξη της Ντάκα περιείχε στοιχεία της Πρότασης του Μπαγκλαντές και της Διακήρυξης του Νέου Δελχί, με στόχο την προώθηση της ευημερίας στη Νότια Ασία, τη βελτίωση της ποιότητας ζωής και την ενίσχυση της συλλογικής αυτοπεποίθησης μεταξύ των κρατών. Αδιαμφισβήτητα, οι ενέργειες και φιλοδοξίες της Νότιας Ασίας για πολυμερή διπλωματία, εξακολουθούν να αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της περιοχής από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα.
Γεννημένη το 1998, βρίσκεται στο 4ο έτος των σπουδών της στο τμήμα Διεθνών, Ευρωπαϊκών και Περιφερειακών Σπουδών στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Είναι γνώστρια της Αγγλικής, Γαλλικής, Ισπανικής και Ιταλικής γλώσσας. Το επαγγελματικό της ενδιαφέρον επικεντρώνεται κυρίως στο Διεθνές Δίκαιο και τη Διπλωματία, για τα οποία έχει παρακολουθήσει πληθώρα σεμιναρίων και έχει συμμετάσχει σε Μοντέλα Ηνωμένων Εθνών. Αυτή την περίοδο έχοντας γυρίσει από την Πράγα με το πρόγραμμα Erasmus, κάνει την πρακτική της άσκηση και μαθαίνει μια επιπλέον ξένη γλώσσα.