Του Άγγελου Μεταλλίδη,
Τα βασίλεια των Σέρβων, των Κροατών και των Σλοβένων συνενώθηκαν μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και δημιούργησαν ένα ενιαίο βασίλειο, ενώ γινόταν αντιληπτό από την Σερβία πως θα δημιουργούνταν μια μεγάλη Σερβία. Οι Σέρβοι, οι Κροάτες και οι Σλοβένοι ήταν αντιληπτοί ως τρεις φυλές του ίδιου λαού και θα αποτελούσαν ένα έθνος εντός ενός κράτους. Συνεπώς, η ιδεολογία του βασιλείου ήταν ο ενοποιητικός Γιουγκοσλαβισμός, αν και, από την πλευρά των Σέρβων, το βασίλειο ήταν αντιληπτό ως μεγάλη Σερβία. Στη Σερβική Μακεδονία, ο σλαβικός πληθυσμός ήταν μια άμορφη μάζα, που μπορούσε να εκσερβιστεί. Βλέπουμε, δηλαδή, την επιθυμία ηγεμονισμού εκ μέρους των Σέρβων μέσα στο βασίλειο.
Τα κόμματα, που δημιουργήθηκαν, είχαν εθνική βάση και τα κύρια και πιο ισχυρά ήταν, εκτός από το κόμμα των Σέρβων, το Κροατικό, το Μακεδονικό και το Αλβανικό. Το Κροατικό κόμμα ζητούσε τη διοικητική και οικονομική αυτονομία του τμήματος της Κροατίας, ενώ επιθυμούσε να καθοριστεί γεωγραφικά και θεσμικά. Το Μακεδονικό κόμμα συνδέεται ευρύτερα με την πολίτικη του εκσερβισμού της Μακεδονίας και κυρίως του βουλγαρικού μέρους. Το Αλβανικό κόμμα αντιπροσώπευε τους Αλβανούς του βασιλείου, οι οποίοι ακόμα, όμως, δεν είχαν αφυπνιστεί εθνικά. Οι Σέρβοι προσπαθούσαν να επικρατήσουν στο Κόσοβο και την αλβανική Μακεδονία.
Αργότερα, από το 1929, το βασίλειο θα ονομάζεται «Βασίλειο της Γιουγκοσλαβίας» και το νέο σύνθημα θα είναι «ένα έθνος, ένας βασιλιάς, μία χώρα». Η πολιτική του σερβικού ηγεμονισμού φάνηκε και από τον εκλογικό νομό, που θα ίσχυε σε περίπτωση επιστροφής στον κοινοβουλευτισμό, ο οποίος ευνοούσε καθαρά τους Σέρβους. Όσον αφορά τις σχέσεις μεταξύ του βασιλείου και της Ελλάδας, το βασικό ζήτημα ήταν η ελεύθερη ζώνη στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης. Υπήρχαν στιγμές που το Βελιγράδι αύξησε τα αιτήματά του, όμως το ζήτημα λύθηκε οριστικά από τον Βενιζέλο, το 1928, χωρίς να θιχτεί η ελληνική κυριαρχία. Εφόσον για την Ελλάδα υπείχε πάντα κίνδυνος μιας προσέγγισης μεταξύ του βασιλείου των Σέρβων, Κροατών και Σλοβένων με την Βουλγαρία, η Ελλάδα έπρεπε να χειριστεί με διπλωματικά μέσα τέτοια ζητήματα.
Αντίθετα, η Γιουγκοσλαβία του Τίτο δημιουργήθηκε πάνω σε μια ομοσπονδιακή βάση και με διοικητικά σύνορα. Δημιουργήθηκε η δημοκρατία της Μακεδονίας, της Σλοβενίας, της Κροατίας, της Βοσνίας Ερζεγοβίνης, της Σερβίας και Μαυροβούνιου. Σε αντίθεση με προηγουμένως, τώρα αναγνωρίζονται νέα έθνη, όπως οι Μαυροβούνιοι και οι Μακεδόνες. Διαφορά πλέον υπάρχει και όσον αφορά τους Κροάτες, καθώς κατάφεραν να ενώσουν τις κροατικές χώρες. Ο Τίτο πίστευε ότι με μια Σερβία αδύναμη, αλλά με μια δυνατή Γιουγκοσλαβία, τα εθνικά ζητήματα ως ταξικά ζητήματα είχαν πλέον λυθεί. Στη Γιουγκοσλαβία, πλέον, κυριαρχούσε η αδερφοσύνη, η ενότητα και η ισοτιμία μεταξύ των λαών. Από το 1948 και μετά, όμως, αρχίζουν τα εθνικά ζητήματα. Την εποχή του Τίτο, οι σχέσεις Ελλάδας και Γιουγκοσλαβίας βελτιώθηκαν, καθώς δεν υπήρχαν πλέον εδαφικές διεκδικήσεις.
Ο Τίτο εφάρμοσε στη Γιουγκοσλαβία το σοσιαλιστικό μοντέλο διακυβέρνησης και αυτοδιαχείρισης των εργατών. Μετά την κροατική άνοιξη του 1971, θα δημιουργηθεί σύνταγμα, που θα δώσει ακόμα μεγαλύτερη αυτονομία στις κυβερνήσεις των δημοκρατιών. Μάλιστα, οι Αλβανοί στο Κόσοβο απέκτησαν ένα καθεστώς de facto δημοκρατίας.
Βιβλιογραφία
- Σ. Σφέτας, Εισαγωγή στην βαλκανική ιστορία, τόμος Β΄
- Stevan K. Pavlowitch, Ιστορία των βαλκάνιων 1804-1945
- Σ. Σφέτας, Οι μεταλλάξεις του μακεδονικού