Της Βίκυς Ντζούρβα,
Η πρόοδος της τεχνολογίας είναι ορατή στις περισσότερες πτυχές της ανθρώπινης ζωής. Σταδιακά, τα επιτεύγματα της έχουν ενσωματωθεί στην καθημερινότητα όλων σε τέτοιο βαθμό, που η στέρηση των ηλεκτρονικών ευκολιών νοείται ως ανούσια και παράλογη. Η εξοικείωση του μεγαλύτερου μέρους του πληθυσμού με τα ηλεκτρονικά μέσα ενέτεινε την άσκηση οικονομικών δραστηριοτήτων μέσω διαδικτύου και την μετατροπή σημαντικών πληροφοριών, σε πληροφορίες ηλεκτρονικού τύπου. Τα τελευταία χρόνια το ηλεκτρονικό εμπόριο επεκτάθηκε, κατά συνέπεια όμως, δημιουργήθηκαν και νέας μορφής κίνδυνοι. Οι απόρρητες και προσωπικές πληροφορίες ηλεκτρονικού τύπου «πέφτουν» πλέον θύματα ικανών, αλλά επιτήδειων χρηστών του διαδικτύου, οι οποίοι τις χρησιμοποιούν για ίδιον όφελος. Ταυτόχρονα, ενέργειες κατά της ανθρώπινης ζωής και αξιοπρέπειας βρήκαν περιθώριο άσκησης εντός του κυβερνοχώρου. Φυσικά, αυτή η παρακώλυση της προόδου αφορούσε και αφορά την πλειοψηφία των ανεπτυγμένων χωρών της Ένωσης και για το λόγο αυτό, θεωρήθηκε ότι η δράση προς την καταπολέμησή της οφείλει να είναι συλλογική.
Το κυβερνοέγκλημα, το έγκλημα που υφίσταται εντός του κυβερνοχώρου, εντοπίστηκε ήδη από τις αρχές της νέας χιλιετίας. Θεωρήθηκε μάλιστα, μία από τις πέντε σημαντικότερες απειλές του σύγχρονου κόσμου, σύμφωνα με το Javier Solana, τον εισηγητή της Ευρωπαϊκής Στρατηγικής Ασφάλειας του 2003. Η Στρατηγική αποτέλεσε κοινή βάση για τις απειλές και τους στόχους των κρατών -μελών, σε μία νέα εποχή αναδυόμενων κινδύνων. Το 2006, η αύξηση των επιθέσεων κατά κρατικών και ιδιωτικών δικτύων πληροφοριών, «επέβαλε» τη θέσπιση της Ενωσιακής Στρατηγικής για την ασφαλή κοινωνία της πληροφορίας, κείμενο που αφορούσε σε μεγάλο βαθμό το ηλεκτρονικό έγκλημα.
Ουσιαστικό βήμα για την αντιμετώπιση του ζητήματος αποτέλεσε η ίδρυση του Ευρωπαϊκού Κέντρου για Εγκλήματα στον Κυβερνοχώρο (EC3), ως μέρος της Europol, οντότητα με αναγνωρισμένη νομική προσωπικότητα και δυνατότητα δράσης. Επιδίωξη της είναι τόσο η αντιμετώπιση επιθέσεων και η καταστροφή του κακόβουλου λογισμικού, όσο και ο εντοπισμός των μελλοντικών τάσεων του διαδικτυακού εγκλήματος και η λήψη ανασταλτικών μέτρων. Ιδιαίτερη βαρύτητα δίνεται στην προστασία των καταναλωτών και των διαδικτυακών τους συναλλαγών για την εξυγίανση του ηλεκτρονικού εμπορίου, με την αρωγή για σύλληψη εγκληματιών υποκλοπής στοιχειών πιστωτικών καρτών. Ταυτόχρονα, το Κέντρο συνεργάζεται με αστυνομικές υπηρεσίες παρέχοντας πληροφορίες για τη δράση παιδόφιλων και τη σεξουαλική εκμετάλλευση (sextortion), που υφίσταται εντός του «σκοτεινού» διαδικτύου.
Η ανάγκη προστασίας των Ευρωπαϊκών κοινωνιών στον κυβερνοχώρο συνεχίζει να υπάρχει και καλείται να εντατικοποιηθεί με την πάροδο των χρόνων και την περαιτέρω εξέλιξη της τεχνολογίας. Ήδη από το 2017, αποφασίστηκε η στρατηγική της επόμενης τετραετίας, ο «κύκλος πολιτικής της Ε.Ε». Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο πρόσφατα ανέλαβε δράση για πρώτη φορά, από την αρχή της ύπαρξής του, για την πάταξη των κυβερνοεγκλημάτων. Τον Ιούλιο του 2020, αποφάσισε την επιβολή κυρώσεων κατά τριών οντοτήτων και έξι προσώπων με εγκληματική δράση. Στους παραβάτες επιβλήθηκε η δέσμευση περιουσιακών στοιχείων και κεφαλαίων και η απαγόρευση ταξιδιωτικών μετακινήσεων. Το Συμβούλιο βασίστηκε σε σχετική νομοθεσία του Μαΐου του 2019.
Σήμερα, το 86% των χρηστών του διαδικτύου δεν αισθάνονται ασφαλείς στον κυβερνοχώρο, ενώ τα ηλεκτρονικά εγκλήματα αυξάνονται με ραγδαίο ρυθμό και νέα μέσα. Η έμπρακτη στήριξη της Ένωσης στις κοινωνίες της και στους κρατικούς μηχανισμούς των μελών της, κρίνεται ιδιαίτερα σημαντική για την ασφάλεια όλων μας.
Γεννήθηκε το 2000 στο Αγρίνιο. Είναι φοιτήτρια στο τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς. Στον ελεύθερό της χρόνο ασχολείται με την εκμάθηση ξένων γλωσσών, την παρακολούθηση συνεδρίων σχετικά με το ευρωπαϊκό και διεθνές γίγνεσθαί και τη μελέτη βιβλίων.