Του Γιάννη Μυταυτσή,
Ο κορωνοϊός κατά έναν τρόπο έχει καθιερωθεί στην ζωή των όλων πολιτών, καθορίζοντας εν μέρει ένα μεγάλο κομμάτι της καθημερινότητας τους. Ωστόσο, η Ελλάδα ως μια τουριστική χώρα βιώνει την επικινδυνότητα και τα άμεσα αποτελέσματα του κορωνοϊού στο πετσί της, καθώς το τουριστικό προϊόν που άντεξε καθ’όλη τη διάρκεια της δεκάχρονης κρίσης φαίνεται πως λυγίζει μέρα με την μέρα από την υγειονομική κρίση. Πολλά τουριστικά καταλύματα ανά την Ελλάδα ανέστειλαν την λειτουργία τους για τη φετινή τουριστική σεζόν, μεγάλο μέρος του εργατικού δυναμικού που εργαζόταν στον τουρισμό βρίσκεται στην εύρεση εργασίας, οι ξένοι τουρίστες μειώνονται συνεχώς και η πληρότητα δεν αγγίζει ούτε το 50%.
Σ’ αυτήν την αβέβαιη κατάσταση, οι ευθύνες του επιχειρησιακού σχεδίου ανήκουν κατά κύριο λόγο στο Υπουργείου Τουρισμού, το οποίο εφόσον έλαβε την έγκριση από τα αρμόδια Υπουργεία Υγείας και Πολιτικής Προστασίας, καθώς και από την ειδική ομάδα των επιστημόνων, καθόρισε την πολιτική του τουρισμού δίνοντας βάση στον εσωτερικό τουρισμό. Παρόλα αυτά, τον τελευταίο καιρό παρατηρούμε μια συνεχόμενη αύξηση των κρουσμάτων με αποκορύφωμα την 1η Αυγούστου, όπου το κοντέρ έγραψε 110 κρούσματα. Προφανώς, ο αυξανόμενος αριθμός κρουσμάτων είναι αποτέλεσμα της πολιτικής που ακολουθήθηκε από τον Ιούνιο και ιδίως από τις 15 Ιουνίου, όπου για ένα δεκαπενθήμερο τα πάντα ήταν ανοιχτά και οι έλεγχοι λιγοστοί έως ελλιπείς, παρότι μας ανακοινώθηκε ότι θα ήταν αυστηροί.
Το πρόβλημα είναι ορατό και δυστυχώς, η Ελλάδα δεν θα αντέξει ακόμη ένα ολικό lockdown αν συνεχιστεί η ίδια κατάσταση, η οικονομία θα καταρρεύσει σε ένα ήδη αδύναμο κράτος, επιστρέφοντας μας στην πρώτη μνημονιακή εποχή, οι ΜΕΘ αν και δίνουν καθημερινές μάχες θα είναι ανεπαρκείς σε ένα δεύτερο lockdown και ο Έλληνας θα καταστραφεί οικονομικά για δεύτερη φορά μέσα σε μια δεκαετία. Συνεπώς, τα μέτρα πρέπει να είναι αυστηρά και να νοήσουμε ως ελληνική πολιτεία πως η προστασία των πολιτών είναι ο ύψιστος στόχος, εντούτοις καμία οικονομία δεν λειτουργεί χωρίς τους πολίτες και οι πολίτες δεν λειτουργούν χωρίς την οικονομία. Άρα, για να μην επιστρέψουμε σ’ αυτές τις εποχές, ίσως θα έπρεπε να αλλάξουμε ρότα επιβάλλοντας συνεχείς ελέγχους στα σύνορα -απαιτώντας τα απαραίτητα υγειονομικά έγγραφα υγείας-, τηρώντας όλα τα μέτρα, τα οποία έχουν επιβάλει τα αρμόδια υπουργεία για να διαφυλαχθεί η υγεία των πελατών, αλλά και να δουλέψουν οι χώροι εστίασης και διασκέδασης.
Όμως, στην Ελλάδα το πρόβλημα δεν εντοπίζεται μόνο στα σημεία αλλά στην γενικότερη χάραξη της τουριστικής πολιτικής στην μετα-κορωνοϊού εποχή, διατηρώντας τα κρούσματα σε φυσιολογικές τιμές, αν και η αύξηση θα ήταν δεδομένη λόγω εισαγόμενων κρουσμάτων, εξασφαλίζοντας την εύρυθμη λειτουργία των τουριστικών μονάδων και των χώρων που σχετίζονται με τον τουρισμό. Θα ήταν ίσως ωφέλιμο σε ένα επόμενο άρθρο, να συγκρίνουμε ειδικότερα την περίπτωση της γειτονικής Ιταλία και της Ισπανίας, χώρες με μεγάλο αριθμό κρουσμάτων και θανάτων, που σήμερα λειτουργούν κανονικά κάτω από συνθήκες σκληρής επιτήρησης. Όπως και να έχει, οφείλουμε να πούμε ότι οι χώρες της Ευρώπης, γενικότερα πήραν πιο ριζοσπαστικές αποφάσεις, διαφυλάσσοντας την δημόσια υγεία και στηρίζοντας παράλληλα την οικονομία τους.
Γεννήθηκε στον Άγιο Νικόλαο Χαλκιδικής. Είναι απόφοιτος του τμήματος Ελληνικής Φιλολογίας του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης και μεταπτυχιακός φοιτητής στο ΠΜΣ Βυζαντινής Φιλολογίας - Παλαιογραφίας, στο ίδιο τμήμα. Στις αυτοδιοικητικές εκλογές του Μαϊου ήταν υποψήφιος κοινοτικός σύμβουλος στην κοινότητα Αγίου Νικολάου.