13.4 C
Athens
Παρασκευή, 22 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΟικονομίαH σχέση των Οικονομικών με τη Φιλοσοφία

H σχέση των Οικονομικών με τη Φιλοσοφία


Της Γεωργίας Παγιαβλά,

«Όσο μιλούσαν οι κατήγοροι […] ο Σωκράτης κοίταζε ψηλά τον ανοιξιάτικο ουρανό και κάπου κάπου σιγότριβε το ζερβί του γόνα, που τόνε σουγλούσε. Μ’ όλο το σούσουρο, που γινότανε, μ’ όλη τη βόχα, που βγάζανε τόσα ξαναμένα κορμιά και χαλασμένα στομάχια, τα κατάφερνε ν’ ακούει τα χαρούμενα πουλιά, που τιτιβίζανε στα τριγυρινά πέφκα και να οσμίζεται τη μυρωδιά της ρετσίνας, του σκίνου και του θυμαριού, που ανάδινεν η χέρσα γης […] “Θρακιώτες, Ασιάτες, Αφρικανοί και Σκύθες και Ρωμηοί! Οικέτες, θεράποντες, επιστάτες, παιδαγωγοί, τσογλάνια. Μαντινούτες [= ερωμένες] του γυναικωνίτη κι άγιες πόρνες των θεών και των ανθρώπων. Σκλάβοι δημόσιοι και σκλάβ’ ιδιωτικοί. Η ξετσίπωτη φιλοσοφία δασκαλέβει, πως είσαστε γεννημένοι σκλάβοι. Μα μήτε οι θεοί μήτε κ’ η φύση διατάξανε το σπέρμα του πατέρα σας να σας γεννήσει τέτιους. Η τύχη σάς έκανε κ’ η συνήθεια σάς αποτέλειωσε. Είσαστε σκλάβοι εσείς, για νά μαστ’ εμείς οι λέφτεροι. Σηκώστε το κεφάλι και κοιτάχτε τον ανοιξιάτικο ουρανό. […]”» (Βάρναλης, 1957).

Το αντικείμενο της φιλοσοφίας έγκειται στα θεμελιακά προβλήματα της κοσμοθεωρίας. Προσπαθεί να απαντήσει στα ερωτήματα: τι αντιπροσωπεύει ο κόσμος που μας περιβάλλει, υπάρχει αιώνια η εμφανίστηκε κατά τον άλλο ή άλλο τρόπο, ποια είναι η θέση που κατέχει ο άνθρωπος στο κόσμο, τι αντιπροσωπεύει η συνείδησή μας, ποια είναι η σχέση της συνείδησης με τον κόσμο; Με άλλα λόγια, ποιο είναι το πρωτεύον, η Φύση (το Είναι) ή το Πνεύμα (η Συνείδηση) (Πατέλης, 2015). Ανάλογα με την απάντηση που δίνουν οι φιλόσοφοι χωρίζονται σε υλιστές (η φύση υπάρχει προαιώνια) και ιδεαλιστές (το πνεύμα υπήρχε πριν από τη φύση και ανεξάρτητα από αυτή). Η ιστορία της φιλοσοφίας, από την αρχαιότητα ως σήμερα, είναι η ιστορία της πάλης ανάμεσα στον υλισμό και στον ιδεαλισμό. Τα δύο αυτά φιλοσοφικά ρεύματα θεωρούνται σαν δύο αντιμαχόμενα κόμματα, των οποίων η πάλη εκφράζει τις τάσεις και την ιδεολογία των τάξεων που βρίσκονται σε πόλεμο μεταξύ τους.

Η ιδεαλιστική αντίληψη υποστηρίζει με τον έναν ή τον άλλο τρόπο τη θρησκεία, η οποία στην ταξική κοινωνία έχει έναν προκαθορισμένο ρόλο αυτόν της υποδούλωσης. Μέσα από τη θρησκεία διακηρύσσεται το πρόσκαιρο της επίγειας ζωής και εμφυσείται ο συμβιβασμός με την κοινωνική αδικία. Βέβαια, δεν πρέπει να ταυτίσουμε την ιδεαλιστική φιλοσοφία με τη θρησκεία. Το κοινό τους σημείο είναι ότι δεν είναι μορφές γνώσης της πραγματικότητας. Αντίθετα, κάθε επιστημονική εξήγηση είναι στην ουσία υλιστική, γιατί η επιστήμη δίνει φυσική ερμηνεία των φαινομένων, ικανή να εξοπλίσει τον άνθρωπο για τον μετασχηματισμό του κόσμου.

Η δεύτερη πλευρά της φιλοσοφίας ασχολείται με ερωτήματα τύπου: ποια είναι η σχέση των ιδεών μας, των σκέψεων, της γνώσης μας για το κόσμος, προς αυτόν τον κόσμο; Είναι σε θέση η νόησή μας να γνωρίζει τον πραγματικό κόσμο; Η αντίθεση υλισμού και ιδεαλισμού γίνεται επίσης φανερή, αφού ο υλισμός υποστηρίζει ότι ο κόσμος υπάρχει ανεξάρτητα από τη συνείδηση και πως οι άνθρωποι αποτελούν μέρος της φύσης και την αντανακλούν στη συνείδησή τους. Υπάρχουν ιδεαλιστές που δεν αρνούνται τη δυνατότητα γνώσης του κόσμου, όμως όλοι τους απορρίπτουν την άποψη πως η γνώση είναι αντανάκλαση της αντικειμενικής πραγματικότητας.

Η φιλοσοφία γεννήθηκε στον αρχαίο κόσμος ως ένας καθολικός κώδικας γνώσεων. Οι άνθρωποι εκείνη την εποχή κατείχαν ορισμένες γνώσεις μαθηματικών, αστρονομίας, φυσικής και άλλες, χωρίς όμως να έχουν διαμορφωθεί σε ειδικές επιστήμες, δηλαδή αποτελούσαν μέρος της φιλοσοφίας. Σήμερα, πολλοί φιλόσοφοι δεν τοποθετούν τη φιλοσοφία στην ίδια σειρά με τις άλλες επιστήμες. Άλλοι θεωρούν ότι η φιλοσοφία είναι μια ουδέτερη ζώνη μεταξύ επιστήμης και θρησκείας.

Γράφημα : Κατά κεφαλήν ΑΕγχΠ προσαρμοσμένο στο πληθωρισμό και στις διαφορές τιμών μεταξύ των χωρών – μετριέται σε τιμές διεθνούς δολαρίου, έτος βάσης 2011. Πηγή: Maddison Project Database, 2018

Τον 17ο αιώνα παρουσιάστηκαν τα πρώτα σημάδια ανάπτυξης, καθώς πριν ο κόσμος θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως στάσιμος, όπως διαφαίνεται και στο παραπάνω γράφημα. Το 1870 το παγκόσμιο κατά κεφαλήν ΑεγχΠ, το οποίο μετράει την παραγωγή στο εσωτερικό της χώρας περιλαμβάνοντας κέρδη που φεύγουν προς ξένους ιδιοκτήτες, εκτιμάται σε περίπου 1.263 διεθνή δολάρια ετησίως, όταν ορισμένες παγκόσμιες περιοχές έχουν επιτύχει ήδη οικονομική ανάπτυξη (Roser, 2013). Για όλες τις χιλιάδες χρόνια πριν από το 1870, το μέσο κατά κεφαλήν ΑΕγχΠ ήταν ακόμη χαμηλότερο. Η ανάπτυξη της παραγωγής δημιούργησε νέες ανάγκες, οι οποίες οδήγησαν στην εμφάνιση αυθυπόστατων επιστημών που βασίζονται στην πειραματική έρευνα της φύσης, όπως είναι η φυσική, η χημεία και αργότερα η βιολογία.

Τον 19ο αιώνα εμφανίζεται ο θετικισμός, ο οποίος απορρίπτει τη θέση για τη πραγματικότητα του κόσμου. Από τη μία περιορίζει τη φιλοσοφία στην τυπική ανάλυση της γλώσσας και από την άλλη υποστηρίζει ότι οι επιστήμες έχουν νόημα μόνο αν μπορούν να είναι αληθείς ή ψευδείς, αν δηλαδή μπορούν να ελεγχθούν εμπειρικά (Μπιτσάκης, 1984). Με άλλα λόγια, μόνο το δεδομένο μπορεί να είναι πραγματικό και αυτό συνιστά μια ριζική αναθεώρηση της αντίληψης για τη φιλοσοφία. Αρχές του 20ου αιώνα εμφανίζεται ο λογικός θετικισμός από το γνωστό κύκλο των φιλοσόφων «Κύκλος της Βιέννης» και αποτέλεσαν το πυρήνα ενός νέου πνευματικού ρεύματος που επρόκειτο να επηρεάσει και τις κοινωνικές επιστήμες και ιδιαίτερα τα οικονομικά. Πολλοί λογικοί θετικιστές υποστηρίζουν ότι οι κοινωνικές επιστήμες μπορούν να αναχθούν σε φυσικές επιστήμες, μέσα από την επιστημονική ακρίβεια προερχόμενη από την εμπειρική επαλήθευση και τις καθολικές προτάσεις (Δρακόπουλος, 2001).

Συμπερασματικά, οι θετικιστές υποστηρίζουν ότι η επιστήμη δεν χρειάζεται καμία φιλοσοφία, γιατί η επιστήμη είναι η ίδια η φιλοσοφία. Όμως, οι θετικιστές μόνο στα λόγια αποκρούουν τη φιλοσοφία και καλούν τους επιστήμονες να αρκούνται στην θετική, την εμπειρική γνώση.  Στην ουσία όμως και αυτοί κηρύττουν μια φιλοσοφία που αρνούνται τη δυνατότητα της γνώσης του αντικειμενικού κόσμου, από τη στιγμή που υποστηρίζουν ότι πηγή της γνώσης είναι τα αισθητηριακά εμπειρικά δεδομένα τα οποία μιλούν από μόνα τους και ότι υπάρχει πλήρης διαχωρισμός των γεγονότων και των αξιολογικών κρίσεων.

Η ιστορία δεν είναι γραμμική αλλά ελικοειδής

Εφόσον ο νεοφιλελευθερισμός προτάσσει τον συμβιβασμό με την κοινωνική αδικία, καθώς θεωρεί τη φτώχεια και την ανισότητα το αποτέλεσμα της ορθολογικής και αποκλειστικά ατομικής δράσης, τι διαφορά έχει από τη στάση τη θρησκείας που αναφέραμε παραπάνω; Η έννοια της ατομικής ευθύνης, που την ακούμε πολύ συχνά εν μέσω πανδημίας, στην ουσία αποκρύπτει δομικές αντιθέσεις. Ταυτόχρονα, ο φιλελευθερισμός της αγοράς, αφαιρεί από τον οικονομικό συλλογισμό της οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες των ορθολογικών προσανατολισμών και τις οικονομικές κοινωνικές δομές. Με άλλα λόγια, αφαιρεί την κοινωνική και πολιτική ζωή από την αγορά, με αποτέλεσμα να μην είναι ανάλογη προς την πραγματικότητα.

Ο Μπέικον (17ος αιώνας) παρομοίωσε τον επιστήμονα που δεν είναι εφοδιασμένος με τη σωστή μέθοδο, με έναν πεζοπόρο που περιπλανιέται στο σκοτάδι και γυρεύει ψηλαφιστά να βρει το δρόμο του. Ένας κοινωνικός επιστήμονας όμως, που είναι αποκομμένος από την μελέτη τη φιλοσοφίας, πώς μπορεί να αποκτήσει γνώση της πραγματικότητας; Δίχως θεωρητική σκέψη, η επιστήμη δεν μπορεί να υπάρχει, γιατί αποστολή της επιστήμης δεν είναι να περιγράφει τα φαινόμενα αλλά και να τα εξηγεί. Δίχως τη σωστή κατανόηση των πιο γενικών νόμων ανάπτυξης της κοινωνίας δεν μπορεί να υπάρξει ολοκληρωμένη επιστημονική κοσμοθεωρία. Όπως είχε τονίσει και ο Μαρξ, σκοπός της κατανόησης όμως δεν πρέπει να είναι η απλή εξήγηση του κόσμου, αλλά η αλλαγή του. Με άλλα λόγια, η μέθοδος γνώσης πρέπει να είναι ανάλογη προς την πραγματικότητα, δηλαδή πρέπει να οδηγεί τη σκέψη του ανθρώπου κάπως παράλληλα προς τον δρόμο που βαδίζει η ανάπτυξη της ίδιας της πραγματικότητας που μελετούμε (Κονσταντίνοφ κα. 1958). Η φιλοσοφική βάση της υλιστικής αντίληψης της ιστορίας μπορεί να χρησιμεύσει ως ένα εργαλείο για τον μετασχηματισμό του κόσμου, κάτι που η θετικιστική κοσμοθεώρηση των οικονομικών έχει βγάλει από τη συζήτηση.


Αναφορές

  • Maddison Project Database, version 2018. Bolt, Jutta, Robert Inklaar, Herman de Jong and Jan Luiten van Zanden (2018), “Rebasing ‘Maddison’: new income comparisons and the shape of long-run economic development”, Maddison Project Working paper 10.
  • Πατέλης, Δ. (2015). Εισαγωγή στη Φιλοσοφία: Κείμενα Προβληματισμού. Πολυτεχνείο Κρήτης.
  • Roser, Μ. (2013). Economic Growth. Διαθέσιμο στο OurWorldInData.org. Διαθέσιμο εδώ.
  • Δρακόπουλος, Σ. (2001). Μεθοδολογία Κοινωνικών Επιστημών, Πανεπιστημιακές Σημειώσεις, Πανεπιστήμιο Αθηνών.
  • Μπιτσάκης, Ε. (1984). Τι είναι Φιλοσοφία. Σύγχρονη Εποχή.
  • Κονσταντίνοφ, Φ.Β., κ.α. (1958). Βασικές Αρχές της Μαρξιστικής Φιλοσοφίας. Σύγχρονη Εποχή.

Γεωργία Παγιαβλά

Ξεκίνησε την πορεία της ως μαθήτρια στα «Εκπαιδευτήρια Νέα Γενιά Ζηρίδη», συνέχισε ως φοιτήτρια στο Τμήμα Οικονομικής και Περιφερειακής Ανάπτυξης στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και ως μεταπτυχιακή στο University of Glasgow με ειδίκευση Economic Development. Παρακολούθησε δεύτερο μεταπτυχιακό στα Οικονομικά στο «Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών», ενώ παράλληλα ήταν βοηθός ερευνήτρια στο «Ινστιτούτο Περιφερειακής Ανάπτυξης». Αυτή τη περίοδο απασχολείται σε μια αστική ΜΚΟ και παράλληλα συνεχίζει τις σπουδές της σε διδακτορικό επίπεδο.  Χόμπυ της η Λογοτεχνία και οι περίπατοι στην Αθήνα.

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Γεωργία Παγιαβλά
Γεωργία Παγιαβλά
Αποφοίτησε από το Tμήμα Οικονομικής και Περιφερειακής Ανάπτυξης στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και ολοκλήρωσε μεταπτυχιακό στο University of Glasgow με ειδίκευση Economic Development. Παρακολούθησε δεύτερο μεταπτυχιακό στα Οικονομικά στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, ενώ, παράλληλα, ήταν βοηθός ερευνήτρια στο «Ινστιτούτο Περιφερειακής Ανάπτυξης». Απασχολήθηκε σε μια αστική ΜΚΟ για την Απολιγνιτοποίηση στη Μεγαλόπολη και ολοκλήρωσε μεταπτυχιακό στο Tμήμα Γεωγραφίας στο Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο με κατεύθυνση Χωρικές Πολιτικές και Ανάπτυξη στην Ευρώπη. Συνεχίζει τις σπουδές της σε διδακτορικό επίπεδο, ενώ, συγχρόνως, φοιτά στο προπτυχιακό Τμήμα της Φιλοσοφίας του ΕΚΠΑ. Χόμπυ της η ανάγνωση λογοτεχνικών βιβλίων και οι περίπατοι στην Αθήνα.