Του Σωτήρη Αγράφα,
Κάνοντας κανείς μια βόλτα στην Αθήνα, θα συναντήσει δεκάδες νεοκλασικά κτήρια που αποτελούν δείγματα αίγλης και πλούτου. Τα περισσότερα κατασκευάστηκαν τον 19ο αιώνα και αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της ιστορίας της νεότερης Ελλάδας. Κτήρια που συναντάμε καθημερινά και τα θαυμάζουμε για την αρχιτεκτονική τους, κρύβουν πίσω τους ιστορία χρόνων. Τι κρύβεται λοιπόν πίσω από το Μέγαρο της Τράπεζας της Ελλάδος ή από το Υπουργείο εξωτερικών και πολλά ακόμα γνωστά σε όλους κτήρια, και ποια ήταν η αρχική τους χρήση;
Μέγαρο της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος
Το μεγαλοπρεπές κτήριο που βρίσκεται στην οδό Αιόλου, απέναντι από το παλαιό Δημαρχείο του δήμου Αθηναίων, είναι ένα από τα πιο εντυπωσιακά κτήρια της Αθήνας, που στεγάζει από την ίδρυση της μέχρι και σήμερα την τράπεζα της Ελλάδος. Ωστόσο, το κτήριο δεν είχε πάντοτε την ίδια μορφή, αφού παλαιότερα αποτελούταν από δύο κτίσματα. Το αριστερά κτήριο αποτελούσε την πολυτελή κατοικία του καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών, Κυριάκου Δομνάμου και ανεγέρθηκε το 1837, ενώ στο δεξιά λειτουργούσε το «ξενοδοχείο της Αγγλίας», ιδιοκτησίας του Ιταλού Φραγκίσκου Φεράλδη, ένα από τα διασημότερα και καλύτερα ξενοδοχεία της πρωτεύουσας κατά την δεκαετία 1840-1850. Ο πρώτος διοικητής και ιδρυτής της τράπεζας της Ελλάδος, Γεώργιος Σταύρου, αγόρασε το 18450 την κατοικία στα αριστερά, ώστε να στεγαστούν και να ξεκινήσουν οι υπηρεσίες της τράπεζας. Μια δεκαετία αργότερα, με την αύξηση της λειτουργίας της τράπεζας έγινε επέκταση και στο κτήριο στα δεξιά. Από το 1898 έως το 1900, πραγματοποιήθηκαν έργα ενοποίησης, ενώ το γεγονός, πως τα δύο κτήρια είχαν ίδιο αριθμό ορόφων και ύψους, συντέλεσε στο έργο.
Μέγαρο Κυριακούλη Μαυρομιχάλη
Το κτήριο όπου σήμερα στεγάζονται τα γραφεία της αντιπροσωπείας του Ευρωπαϊκού κοινοβουλίου στην γωνία των οδών Αμαλίας και Ξενοφώντος, είναι ένα από τα παλαιότερα νεοκλασικά με μεγάλη ιστορία. Κατασκευάστηκε με βάση τα σχέδια του Δανού αρχιτέκτονα ,Θεόφιλου Χάνσεν, το 1870 και φιλοξένησε την ρωσική πρεσβεία από το 1876 ως το 1879 κατά τη θητεία του πρέσβη Πέτρου Σαβούρωφ. Το κτήριο αγοράστηκε το 1896 από τον Κυριακούλη Μαυρομιχάλη –από όπου και πήρε το όνομά του- εγγονό του ομώνυμου ήρωα της επανάστασης και τέως πρωθυπουργού της χώρας, μετά το κίνημα στο Γουδί. Αργότερα το οικοδόμημα πέρασε στην ιδιοκτησία της οικογένειας Ράλλη, το οποίο ενοικιάστηκε, αλλά έμεινε και άδειο για μεγάλα διαστήματα. Αξίζει να σημειωθούν, οι αγώνες πολλών ανθρώπων της τέχνης, των γραμμάτων και του πολιτισμού για να ανακηρυχθεί το κτήριο διατηρητέο, αφού κατά την περίοδο της δικτατορίας, το 1971 υπήρξε το ενδεχόμενο πώλησης του οικοπέδου και η πιθανή κατεδάφιση του κτηρίου. Το Μέγαρο θεωρείται επίσημα διατηρητέο με απόφαση του υπουργείου πολιτισμού από το 1975, ενώ από τον ΥΠΕΧΩΔΕ από το 1987.
Μέγαρο Σταθάτου
Το κτήριο της οδού βασιλίσσης Σοφίας και Ηροδότου κατασκευάστηκε το 1895 από τον αρχιτέκτονα Έρνεστ Τσίλλερ και αποτέλεσε την βάση των επιχειρήσεων και την κατοικία του Ιθακήσιου καταγωγής ζευγαριού Όθωνος και Αθηνάς Σταθάτου. Το οίκημα λειτούργησε σαν κατοικία μέχρι το 1937 μέχρι τον θάνατο της Αθηνάς και από τότε και έπειτα, στέγασε διάφορες Πρεσβείες και Λέσχες. Το 1892 πέρασε στην ιδιοκτησία του ελληνικού δημοσίου για να λειτουργήσει ως ξενώνας Αρχηγών Κρατών, αντικαθιστώντας το Μέγαρο Μαξίμου που είχε μετατραπεί σε γραφείο του πρωθυπουργού. Μετά από πολλές προσπάθειες της σπουδαίας συλλέκτη τέχνης, Αικατερίνης Γουλανδρή να εκφράσει το εκθεσιακό πρόβλημα της εποχής, η τότε Υπουργός Πολιτισμού Μελίνα Μερκούρη εγκρίνει την απόφαση για εκθεσιακή λειτουργία του Μεγάρου, εγκαινιάζοντας το Κυκλαδικό Μουσείου στις 20 Ιανουαρίου 1986 στον χώρο όπου φιλοξενείται μέχρι και σήμερα.
Μέγαρο Ανδρέα Συγγρού
Στην οδό Βασιλίσσης Σοφίας και Ζαλόκωστα στην βόρεια πλευρά της Βουλής των Ελλήνων βρίσκεται το Μέγαρο του Ανδρέα Συγγρού, μεγαλοτραπεζίτη από την Κωνσταντινούπολη που επιθυμούσε να χτίσει την κατοικία του απέναντι από τα τότε βασιλικά ανάκτορα. Πρόκειται για ένα ακόμα έργο του Τσίλλερ που οικοδομήθηκε το 1872-1873 που οι έντονες παρεμβάσεις του ιδιοκτήτη επηρέασαν σημαντικά τα αρχικά σχέδια του αρχιτέκτονα. Την ανέγερση ανέλαβε αρχικά ο στρατιωτικός μηχανικός Νικόλαος Σούτσας και αργότερα ο Γάλλος αρχιτέκτονας Φρεντερίκ Πιάτ, ο οποίος επιμελήθηκε το εσωτερικό του κτίσματος. Η σύζυγος του ιδιοκτήτη Ιφιγένεια Μαυροκορδάτου Συγγρού, δεδομένου ότι δεν υπήρχε διάδοχος αφού δεν είχαν αποκτήσει παιδιά, παραχώρησε με μυστική διαθήκη το κτήριο στο Ελληνικό Δημόσιο μετά τον θάνατό της με την υποχρέωση να χρησιμοποιηθεί ως Υπουργείο Εξωτερικών, γεγονός που ισχύει μέχρι και σήμερα. Το 1976 ανακηρύχθηκε από το Υπουργείο Πολιτισμού ως προστατευόμενο έργο τέχνης.
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 2001 όπου και μεγάλωσε. Είναι πρωτοετής φοιτητής του τμήματος Επικοινωνίας & Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης του Πανεπιστημίου Αθηνών. Μιλάει Αγγλικά και Γαλλικά. Λατρεύει τις φωτογραφίες και τα ταξίδια, για τα οποία γράφει στο OffLine Post.