15 C
Athens
Τρίτη, 5 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΔιεθνήΗ Ευρασιατική Οικονομική Ένωση ως μοχλός της ρωσικής εξωτερικής πολιτικής

Η Ευρασιατική Οικονομική Ένωση ως μοχλός της ρωσικής εξωτερικής πολιτικής


Της Μαρίας Κρουσταλλίδη,

Η συμμετοχή της Ρωσίας σε Διεθνείς Οργανισμούς και περιφερειακές οικονομικές δομές εξηγείται με τη βοήθεια διαφορετικών θεωρητικών εργαλείων, καθώς παρουσιάζει, ανά περίπτωση, αρκετά διαφοροποιημένες εκφάνσεις. Σε περιφερειακούς οργανισμούς, όπως η Ευρασιατική Οικονομική Ένωση (EAEU), η Ρωσία θεωρεί ότι κυριαρχεί στην περιοχή του άμεσου ενδιαφέροντός της, ενώ προβαίνει σε προσπάθειες εξισορρόπησης της Κίνας και των ΗΠΑ στην Ευρασία. Έτσι, η ρωσική θεωρία εξωτερικής πολιτικής  του Ευρασιατισμού αποτελεί τη βάση της δράσης της χώρας, η οποία, χωρίς να ανήκει είτε στην Ευρώπη, είτε στην Ασία αμιγώς, διεκδικεί τη θέση της ως μια σημαντική παγκόσμια δύναμη, ξεκινώντας από τα υποσυστήματα στα οποία ανήκει και συνεχίζοντας σε οργανισμούς διεθνούς βεληνεκούς. Μάλιστα, σε δομές, όπου θεωρεί πως έχει μεγαλύτερη σχετική ισχύ από τα υπόλοιπα μέλη, προβαίνει σε ηγεμονικές, πολλές φορές, συμπεριφορές, ενώ σε περιπτώσεις όπως αυτή του Οργανισμού Συνεργασίας Σαγκάης, αρκείται σε μια πιο μετριοπαθή στάση, ουσιαστικά υπονομεύοντας εκ των έσω την περαιτέρω σύνδεση των μελών, λόγω της αίσθησης απειλής από πιο ισχυρούς συμμετέχοντες, εν προκειμένω τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας. Εδώ, εντοπίζεται σε μεγαλύτερο βαθμό η επιρροή του Ρωσικού εθνικισμού, ο οποίος αντιτίθεται έντονα στην επέκταση της κινεζικής επιρροής στην περιοχή. Η συμμετοχή της χώρας στα δυτικοκρατούμενα οικονομικά καθεστώτα αποτελεί μια εφαρμογή του κεντρισμού, βασικού στον πολιτικό σχεδιασμό του Προέδρου Putin, καθώς προάγει μια έντονη συνεργατικότητα, στοχεύοντας στην από κοινού διαμόρφωση των διεθνών πραγμάτων, με αξιώσεις αντιμετώπισής της ως αξιότιμου εταίρου από τη Δύση. Ουσιαστικά, όσο πιο ισχυρή είναι η χώρα μεταξύ των υπολοίπων μελών, τόσο πιο ξεκάθαρα διακρίνονται οι επιδιώξεις της εξωτερικής της πολιτικής στο πλαίσιο ενός θεσμού, αλλά και τόσο περισσότερο είναι και η ίδια σε θέση να ικανοποιήσει τις εκάστοτε αξιώσεις της.

Η Ευρασιατική Οικονομική Ένωση (Εurasian Economic Union/EAEU) αριθμεί σήμερα πέντε μέλη, την Αρμενία, το Καζακστάν, την Κιργιζία, τη Ρωσία και τη Λευκορωσία. Η γέννηση της ιδέας του εν λόγω οργανισμού πηγαίνει τον ερευνητή πίσω στην ιστορία, στις 29 Μαρτίου του 1994, όταν ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας του Καζακστάν, Nursultan Nazarbayev, σε ομιλία του στο Moscow State University εξέφρασε πρώτη φορά την προοπτική μίας Ένωσης των χωρών της κεντρικής Ασίας, κάτι που οι αρχηγοί των υπολοίπων κρατών άρχισαν αμέσως να επεξεργάζονται, εν μέσω μιας εποχής αβεβαιότητας και πολλαπλών προβλημάτων στην περιφέρεια, λόγω της πρόσφατης κατάρρευσης της Σοβιετικής Ένωσης. Το 1995 υπεγράφη η Συνθήκη για την τελωνειακή συνεργασία μεταξύ των Δημοκρατιών του Καζακστάν και της Λευκορωσίας και της Ρωσικής Ομοσπονδίας. Το επόμενο έτος, ενισχύθηκε η συνεργασία στο οικονομικό και ανθρωπιστικό πεδίο, ενώ το 1999 υπεγράφη η Συνθήκη για την ίδρυση του Ενιαίου Οικονομικού Χώρου και, στη συνέχεια, ενιαίας Ευρασιατικής αγοράς (2000). Το 2010 ιδρύθηκε η τελωνειακή ένωση και δύο έτη αργότερα θεσμοθετήθηκε από τα κράτη – μέλη ο Ευρασιατικός Οικονομικός Χώρος και η Ζώνη Ελευθέρου Εμπορίου. Το οικοδόμημα θεμελιώθηκε έτι περαιτέρω, με τη Συνθήκη της Αστάνα (Συνθήκη για την Ευρασιατική Ένωση), στις 29 Μαΐου του 2014, η οποία βρίσκεται σε ισχύ από την πρώτη Ιανουαρίου 2015.

Καθίσταται προφανές πως η πορεία που ακολουθήθηκε για την Ευρασιατική Οικονομική Ένωση αποτελεί μικρογραφία της πορείας ενός άλλου sui generis μορφώματος, της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ωστόσο, τα μέλη είναι αισθητά λιγότερα και, ενώ στην περίπτωση της τελευταίας, η συνεργασία είναι σε αρκετές περιπτώσεις αυθεντική και ισότιμη, η Ευρασιατική Ένωση αποτελεί μάλλον όχημα προώθησης Ρωσικών συμφερόντων, περισσότερο από κάθε άλλης επιδίωξης.

Συγκεκριμένα, η Ρωσία αποκομίζει αμελητέα, αμιγώς οικονομικά οφέλη από τις δομές του Οργανισμού, ίσως με την εξαίρεση της Λευκορωσίας, καθώς το ρωσικό εμπόριο με το Καζακστάν, την Αρμενία και την Κιργιζία αποτελεί το 3,4%, 0,33% και 0,4 % της συνολικής εμπορικής δραστηριότητας της χώρας, αντίστοιχα. Οι μεγαλύτεροι μεμονωμένοι εμπορικοί εταίροι για τη Ρωσία εξακολουθούν να είναι η Κίνα (11%), η Ολλανδία (8,1%) και η Γερμανία (5,8%). Βέβαια, δεν θα πρέπει να παραβλέπεται το γεγονός ότι η συνολική δυναμική της Ένωσης δεν είναι καθόλου ευκαταφρόνητη, καθώς περιλαμβάνει μια ενιαία αγορά 180 εκατομμυρίων ανθρώπων, με συνδυαζόμενο Α.Ε.Π. το οποίο αγγίζει τα 5 τρισεκατομμύρια δολάρια. Έτσι, γίνεται πρόδηλο, πως η Ρωσία κεφαλαιοποιεί τη συμμετοχή της στον Οργανισμό, περισσότερο με όρους πολιτικού παρά οικονομικού οφέλους.

Από την άλλη πλευρά, τα υπόλοιπα κράτη της Ένωσης παρουσιάζουν έντονη διαφοροποίηση, αναφορικά με τα οφέλη τους από αυτή. Η Λευκορωσία υπολογίζεται πως έχει κερδίσει περισσότερα από 2 δις δολάρια σε δανεισμό και προνομιούχες ενεργειακές συμφωνίες από τη Ρωσία, όμως, το 2017, η τελευταία επανέφερε τον τελωνειακό έλεγχο μεταξύ των δύο κρατών, λόγω διαμάχης για την προμήθεια φυσικού αερίου και προσπάθειας, από την πλευρά της Λευκορωσίας, σύσφιξης σχέσεων με την Ευρώπη και τις ΗΠΑ. Η Αρμενία ουσιαστικά εξαναγκάστηκε σε ένταξη από τη Ρωσία, η οποία προθυμοποιήθηκε να διατηρήσει την προνομιακή σχέση της με τη χώρα σε τιμές πετρελαίου και προμήθεια όπλων, μόνο σε περίπτωση θετικής απόκρισής της στη συμμετοχή στην Ένωση. Το Καζακστάν, ως δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία μεταξύ των πέντε μελών, ακολουθεί μια τακτική διμερών εμπορικών συμφωνιών με τρίτα κράτη και όμορους οργανισμούς, κατά παράβαση της κατευθυντήριας γραμμής που δίνεται από τη Ρωσική ηγεσία. Η τελευταία επιδιώκει να χρησιμοποιεί την Ευρασιατική Ένωση ως μέσο επίτευξης συμφωνιών με την Κινεζική Πρωτοβουλία του Δρόμου του Μεταξιού (China’s Belt and Road Initiative), την ΕΕ, την Ένωση Χωρών Νοτιοανατολικής Ασίας (ASEAN) και την Αφρικανική Ένωση. Παράλληλα, η Κιργιζία εκβιάστηκε έμμεσα από τη Ρωσία για μειωμένη πρόσβαση των πολιτών της στην αγορά εργασίας της περιοχής, σε περίπτωση που αντιτίθετο στην ένταξη. Καθίσταται, λοιπόν εμφανές ότι οι πιο αδύναμες οικονομίες επωφελούνται αισθητά και βρίσκουν την ευκαιρία για προνομιακές εμπορικές συνδιαλλαγές στους κόλπους της ενιαίας αγοράς, παρά τις δυσκολίες που περιοδικά ανακύπτουν, όμως από μία άλλη οπτική, εντείνουν την εξάρτησή τους από τη Ρωσία και απομονώνονται ολοένα και περισσότερο από άλλους πιθανούς εταίρους.

Η Ρωσία, συμπερασματικά, λειτουργεί δεσποτικά, επιβάλλοντας τις επιδιώξεις της εξωτερικής της πολιτικής ως κοινή γραμμή δράσης του Οργανισμού. Παρά το γεγονός ότι το ΑΕΠ της χώρας είναι συντριπτικά μεγαλύτερο από οποιουδήποτε άλλου κράτους (90%), το ποσοστό που της αντιστοιχεί στη δυνατότητα λήψης αποφάσεων είναι μόλις το 20%, κατ’ ευφημισμό και μόνο, αφού, στην ουσία, διαθέτει τον πλήρη έλεγχο. Πολύ συχνά, η χώρα «μπλοκάρει» τις προσπάθειες προσέγγισης δυτικών θεσμών, προκειμένου να αποδυναμώσει την επιρροή τους στην περιφέρειά της, ενώ, παράλληλα, δείχνει τη διάθεση επέκτασης της επιρροής της, πέρα από την εδραιωμένη, άμεση «γειτονιά της» και εγγύτερα στην Ευρασιατική ήπειρο. Για παράδειγμα, η Ρωσία φαίνεται να εκμεταλλεύτηκε το κενό ισχύος που δημιουργήθηκε όταν ο  Αμερικανός Πρόεδρος, Donald Trump, αποσύρθηκε το 2017 από τη συνεργασία Ασίας – Ειρηνικού (Trans–Pacific Partnership), πιέζοντας για εμπορικές συμφωνίες της Ευρασιατικής Ένωσης με το Βιετνάμ και τη Σιγκαπούρη. Με παρόμοιο τρόπο κεφαλαιοποίησε τάσεις της Δυτικής πολιτικής, υπογράφοντας, στα πλαίσια πάντα της Ένωσης, εμπορική συμφωνία με τη Σερβία, το 2019, αμέσως μετά την ανακοίνωση του Γάλλου Προέδρου, Emmanuel Macron, για έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων της ΕΕ με την Αλβανία και τη Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας.

Ιδιαίτερης μνείας χρήζουν και οι ρωσικές προσπάθειες πολιτικής ολοκλήρωσης της Ευρασιατικής Οικονομικής Ένωσης, προτείνοντας την υιοθέτησης κοινού νομίσματος, διαβατηρίου, αρχής προστασίας συνόρων, κοινοβουλίου και οικονομικής εξωτερικής πολιτικής, οι οποίες, όμως προσέκρουσαν στο δισταγμό της Λευκορωσίας και του Καζακστάν. Η εκπεφρασμένη πρόθεση της Ρωσίας για τόσο διευρυμένες αρμοδιότητες της Ένωσης λειτουργεί προς επίρρωση του επιχειρήματος, πως στοχεύει στην προώθηση της δικής της ατζέντας και, συγκεκριμένα, της εδραίωσης της επιρροής της στην περιφέρεια της Ευρασίας, με αποδυναμωμένη ή και μηδαμινή επιρροή της Δύσης. Η δράση της Ρωσικής Ομοσπονδίας, μέσω της EAEU, ενέχει, παράλληλα, και βλέψεις επέκτασης των οικονομικών διπλωματικών σχέσεων με την υπόλοιπη Ασία, αναζητώντας την αναβάθμιση του status της στα διεθνή τεκταινόμενα, μέσω της προβολής της  οικονομικής της ισχύος και της δεινής διπλωματικής της ικανότητας.


Μαρία Κρουσταλλίδη

Είναι επί πτυχίω φοιτήτρια του τμήματος Διεθνών και Ευρωπαϊκών σπουδών του Πανεπιστημίου Πειραιώς. Αρθρογραφεί για τρία χρόνια σχετικά με θέματα διεθνούς πολιτικής και διπλωματίας. Έχει συμμετάσχει σε συνέδρια προσομοίωσης πολιτικών θεσμών και στην οργάνωσή τους. Τα ακαδημαϊκά της ενδιαφέροντα άπτονται θεμάτων ασφάλειας, άμυνας, διεθνών σχέσεων και διαπραγματεύσεων. Διετέλεσε Αρχισυντάκτρια Διεθνών Θεμάτων του OffLine Post το διάστημα Μάιος-Οκτώβριος 2020.

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Μαρία Κρουσταλλίδη
Μαρία Κρουσταλλίδη
Είναι επί πτυχίω φοιτήτρια του τμήματος Διεθνών και Ευρωπαϊκών σπουδών του Πανεπιστημίου Πειραιώς. Αρθρογραφεί για τρία χρόνια σχετικά με θέματα διεθνούς πολιτικής και διπλωματίας. Έχει συμμετάσχει σε συνέδρια προσομοίωσης πολιτικών θεσμών και στην οργάνωσή τους. Τα ακαδημαϊκά της ενδιαφέροντα άπτονται θεμάτων ασφάλειας, άμυνας, διεθνών σχέσεων και διαπραγματεύσεων. Διετέλεσε Αρχισυντάκτρια Διεθνών Θεμάτων του OffLine Post κατά το διάστημα Μάιος-Οκτώβριος 2020.