Της Γεωργίας Κακή,
Ήταν απόγευμα Παρασκευής και πίναμε καφέ στο θέατρο. Τότε ήταν που έπεσε η ιδέα στο τραπέζι, το τραπέζι της καφετέριας.
-Πάμε Θάσο αύριο;
-Τι μέρα είναι αύριο;
-Σάββατο! (Τέλη Ιουνίου)
-Μμμ… καθόλου κακή ιδέα.
Ακουγόταν λίγο τρελό. Αλλά τα τρελά και τα ξαφνικά είναι τα καλύτερα. Αρχίσαμε λοιπόν να σερφάρουμε. Ο ένας κοιτάζοντας τα ακτοπλοϊκά εισιτήρια κι ο άλλος ψάχνοντας δωμάτια για να μείνουμε. Και τα κλείσαμε. Χωρίς πολλές σκέψεις και αναλύσεις, γυρίζω σπίτι και φτιάχνω βαλίτσα. Ως ειδήμων πια της βαλίτσας έπειτα από τόσα χρόνια «ταξιδιάρα», ήξερα πολύ καλά τι μου είναι απαραίτητο για τρεις μέρες σε ένα νησί. Δύο μαγιό, δύο φουστάνια και καλή παρέα. Και τα είχα όλα!
Φύγαμε το πρωί του Σαββάτου και σε μισή ώρα από το λιμάνι της Κεραμωτής ήμασταν στον Λιμένα. Την πρωτεύουσα του νησιού. Η διαδρομή με το ferry boat ήταν ευχάριστη. Οι γλάροι μας ακολουθούσαν καθ’ όλη τη διάρκεια του σύντομου ταξιδιού μας. Ήταν εκείνη η στιγμή πάνω στο κατάστρωμα που ένιωσα ευλογημένη. Γιατί είναι ευλογία να μην σε κρατάει τίποτα από το να παίρνεις την τσάντα σου και να φεύγεις ένα τριήμερο ταξίδι, οπουδήποτε. Αυθόρμητα και ξαφνικά, χωρίς δεύτερες σκέψεις και υποχρεώσεις να σε κρατούν δέσμιο. Ακόμη πιο όμορφα ήταν όμως όταν πατήσαμε το πόδι μας στο νησί. Είχα ξανά πάει στη Θάσο και ειλικρινά είχα περάσει υπέροχα. Αυτή η φορά όμως ήταν ξεχωριστή. Ίσως το αυθόρμητο του πράγματος, το απρογραμμάτιστο… δεν ξέρω.
Η Θάσος είναι ένα – ούτε μικρό ούτε μεγάλο – νησί, που βρίσκεται αντικριστά στις ακτές της ανατολικής Μακεδονίας. Μακρινός προορισμός για εμάς τους νοτιοελλαδίτες, σίγουρη επιλογή και σταθερή αξία για τους βορειοελλαδίτες. Καθώς το πλοίο αγκυροβολεί στο λιμάνι, αντιλαμβάνεσαι αμέσως τη γραφικότητά του και την οργιάζουσα φύση του. Εμείς νοικιάσαμε στο Λιμένα. Δεν μείναμε ωστόσο ούτε ένα λεπτό σταθεροί σε ένα σημείο. Ο καιρός και οι συνθήκες ευνόησαν στο να κάνουμε το γύρο του νησιού. Ξεκινήσαμε λοιπόν οδικώς από τη βάση μας, κατευθυνόμενοι προς τα δυτικά για να εξερευνήσουμε μία μία τις παραλίες. Όλες τους. Οργανωμένες και απόκρημνες. Σταματούσαμε, βουτούσαμε και προχωρούσαμε. Γλυφάδα, Παχύς, Λα Σκάλα, Τρυπητή, παραλία Ποτού, Ψιλή Άμμος… Οι πιο φημισμένες είναι η Χρυσή Αμμουδιά, βραβευμένη με μπλε σημαία, ο Παράδεισος, ίσως το όνομά του να τον αδικεί κιόλας, η Γκιόλα, που προφανώς θα την έχετε ακουστά ως μία από τις ομορφότερες φυσικές πισίνες της Ευρώπης, και φυσικά η «άσπρη πέτρα ξέξασπρη κι απ’ τον ήλιο ξεξασπρότερη», Σαλιάρα. Όλες μα όλες αξίζουν τον κόπο. Η δική μου, εναλλακτική αν θέλεις πρόταση, είναι ο Νότος. Ένας μικρός κολπίσκος στο νοτιότερο άκρο του νησιού, με κάπως δύσκολη κατάβαση αλλά θέα που σε αποζημιώνει. Σπάνια φυσική ομορφιά, ξανθή, ψιλή, χρυσή άμμος, γαλήνια αβαθή νερά και πλούσια βλάστηση. Δοκιμάστε το και θα με θυμηθείτε.
Φυσικά, στο νησί αυτό θα φάτε καταπληκτικά, θα ηρεμήσετε αλλά και θα διασκεδάσετε, θα ξεφαντώσετε, θα πιείτε τα κοκτέιλ σας δίπλα στο κύμα, ο καθένας ανάλογα με τα γούστα του. Σίγουρα όμως θα ανεβείτε με μισή καρδιά στο καράβι της επιστροφής, σχεδιάζοντας στο μυαλό σας ήδη την επόμενη εξόρμησή σας για εκεί. Όπως έκανα κι εγώ. Εις το επανιδείν!
Την λένε Γεωργία Κακή, αλλά είναι πολύ καλή! Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην ιστορική Τρίπολη, σπούδασε και εργάζεται στην πολυπολιτισμική Κομοτηνή. Είναι απόφοιτος της Νομικής Σχολής του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης και ασκούμενη δικηγόρος. Μιλάει αγγλικά και γαλλικά. Διαβάζει οτιδήποτε και ταξιδεύει οπουδήποτε. Τραγουδά από μικρή. Αγαπά τη μόδα ως τέχνη. Αν μια φράση τη χαρακτηρίζει αυτή είναι: «Ζήσε το Σήμερα!»