Της Γιώτας Κοσκινά,
Είναι γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια έχουμε μία έκρηξη διαζυγίων και στην Ελλάδα, αλλά και διεθνώς. Χωρίζοντας οι δύο γονείς και τραβώντας πλέον διαφορετικούς δρόμους στην ζωή τους, τα παιδιά τα οποία αποκτήθηκαν, είθισται βάσει της ελληνικής νομοθεσίας να μένουν με τον έναν εκ των δύο γονέων – συνήθως την μητέρα – έχοντας και την αποκλειστική επιμέλεια.
Αντίθετες στην ελληνική αυτή παραδοσιακή νοοτροπία είναι οι τάσεις του διεθνούς δικαίου και της διεθνούς νομολογίας, όπου ορίζουν ως κανόνα και όχι ως εξαίρεση –όπως συμβαίνει στην Ελλάδα- την συνεπιμέλεια των τέκνων και από τους δύο γονείς. Πιο συγκεκριμένα, την πολιτική της κοινής επιμέλειας γονέων ακολουθούν κατά βάση τέσσερις ευρωπαϊκές χώρες, η Γαλλία, το Βέλγιο, η Σουηδία και η Δανία, ενώ σχετική απόφαση που εισηγείται στην Αρχή της Εναλλασσόμενης Κατοικίας έχει εκδώσει και το Συμβούλιο της Ευρώπης, η Προεδρία του οποίου, ασκεί η χώρα μας το τρέχων εξάμηνο.
Στην Ελλάδα το δίκαιο, το οποίο ρυθμίζει θέματα γύρω από την επιμέλεια των παιδιών στις περιπτώσεις διαζυγίου, είναι το οικογενειακό δίκαιο, όπου από το 1983 προβλέπεται η κοινή γονική μέριμνα και όχι κοινή επιμέλεια. Κάτι που στην πράξη μεταφράζεται με συχνά σε εναλλασσόμενες κατοικίες για τα παιδιά, θέτοντας σε δοκιμασία την ψυχική τους υγεία σε μία δύσκολη συνθήκη της ζωής τους. Πέραν αυτού, η διαδικασία που προβλέπεται για τον ορισμό της επιμέλειας εργαλειοποιεί συχνά τον ρόλο των παιδιών στο δικαστήριο και στερεί από το παιδί τη δυνατότητα να έχει μία σταθερή σχέση και με τους δύο του γονείς.
Με βάση αυτό το σκεπτικό, αλλά και όλες τις επιστημονικές αναλύσεις διεθνώς, που δείχνουν ότι τα παιδιά που μεγαλώνουν με τη φυσική παρουσία και των δύο γονέων, καταφέρνουν να επιβιώνουν καλύτερα, να προσαρμόζονται καλύτερα στις συνθήκες και τις δυσκολίες της ζωής, να καταφέρνουν περισσότερα πράγματα, το Υπουργείο Δικαιοσύνης προχωρά το προσεχή Φθινόπωρο σε μία νέα νομοθετική ρύθμιση, βασισμένη στο μοντέλο των προαναφερθεισών Ευρωπαϊκών χωρών, προκειμένου να διασφαλίσει τη φυσική παρουσία και των δύο διαζευγμένων γονέων στο μεγάλωμα των παιδιών τους. Συστήνεται λοιπόν νομοπαρασκευαστική επιτροπή, η οποία θα ορίσει τους κανόνες για μία αρμονική και ευέλικτη συνεπιμέλεια με γνώμονα το συμφέρον των παιδιών. Όπως άλλωστε είπε και ο ίδιος ο Υπουργός Δικαιοσύνης, Κώστας Τσίαρας, αναφορικά με την νομοθετική ρύθμιση, είναι χρέος της Πολιτείας να νομοθετήσει για το συμφέρον των παιδιών.
Με την υπάρχουσα κατάσταση στην Ελλάδα, τα παιδιά χωρισμένων γονιών δεν απολαμβάνουν τον ίδιο χρόνο και με τους δύο γονείς, αλλά περισσότερο με την μητέρα. Αντίθετα με την εφαρμογή της συνεπιμέλειας ο κάθε γονέας θα έχει σχεδόν τον ίδιο χρόνο απασχόλησης με τα παιδιά, κάτι το οποίο σίγουρα θα έχει και τις δυσκολίες στην εφαρμογή του, ή μπορεί να μην εφαρμόζεται εύκολα σε όλες τις περιπτώσεις (π.χ όταν οι γονείς εδρεύουν πλέον σε διαφορετικές πόλεις). Ωστόσο, σε αυτές τις περιπτώσεις θα είναι στο χέρι των γονιών πως θα βρουν τη χρυσή τομή, εφόσον η Πολιτεία θα τους δίνει την ευελιξία.
Για αυτό τον εξισωτισμό πλέον των γονεϊκών ρόλων –σύνηθες πρακτική για πολλές ευρωπαϊκές χώρες- απέναντι στα παιδιά, των οποίων οι γονείς έχουν ακολουθήσει χωριστούς δρόμους, μένει πλέον να δούμε αναλυτικά το σχέδιο νόμου που θα κατατεθεί το προσεχές φθινόπωρο στη Βουλή, προκειμένου να αποσαφηνιστούν οι λεπτομέρειες.
Γεννήθηκε στην Αθήνα και μεγάλωσε στον Πειραιά. Αποφοίτησε το 2016 από το τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου με κατεύθυνση την Πολιτική Επιστήμη. Είναι μεταπτυχιακή φοιτήτρια του τμήματος Επικοινωνίας και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης στο μεταπτυχιακό με τίτλο «Πολιτική και Διαδίκτυο» του Πανεπιστημίου Αθηνών. Εργάζεται στον ιδιωτικό τομέα ως επικοινωνιολόγος.