Της Αγγελίνας Παλαιοκαστρίτη,
Στον τομέα της ανθρωπολογίας, η μελέτη της χρήσης του χώρου από τους ανθρώπους συμπυκνώνεται στον όρο “proxemics” (εκ του proximity που σημαίνει «εγγύτητα»). Ο όρος “proxemics” κατοχυρώθηκε από τον πολιτισμικό ανθρωπολόγο Edward T. Hall το 1963. Ο Hall όρισε τον συγκεκριμένο τομέα μελέτης ως τις «αλληλοεξαρτώμενες παρατηρήσεις και θεωρίες της ανθρώπινης χρήσης του χώρου ως μιας εξειδικευμένης διεργασίας του πολιτισμού». Στο βιβλίο του με τίτλο The hidden dimension, ο Hall έδωσε έμφαση στην επίδραση που έχει η χρήση του χώρου από τους ανθρώπους στη διαπροσωπική επικοινωνία. Σύμφωνα με τον Hall, η μελέτη της ανθρώπινης χρήσης του χώρου είναι σημαντική όχι μόνο για την κατανόηση της ανθρώπινης αλληλεπίδρασης στην καθημερινότητα, αλλά και για την κατανόηση του πώς δομούνται τα αστικά κέντρα και πώς αυτά επηρεάζουν τον ανθρώπινο πολιτισμό.
Ο Hall, ως διαπολιτισμικός ανθρωπολόγος, ταξίδεψε σε πολλές χώρες και μελέτησε πολλούς διαφορετικούς πολιτισμούς. Υπήρξε αδιαμφισβήτητα ένας από τους πρωτοπόρους στη μελέτη της μη λεκτικής ανθρώπινης επικοινωνίας και άλλαξε για πάντα τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε τη συνεισφορά του χώρου στην ανθρώπινη αλληλεπίδραση. Όπως είπε και ο ίδιος: «Ο άνθρωπος έχει αναπτύξει την εδαφικότητά του σε ένα σχεδόν απίστευτο βαθμό. Παρ’ όλα αυτά, συμπεριφερόμαστε σε σχέση με τον χώρο όπως συμπεριφερόμαστε σε σχέση με το σεξ. Είναι εκεί, υπάρχει, αλλά δεν μιλάμε για αυτό και αν το κάνουμε δεν του αποδίδουμε τη σοβαρότητα που του αρμόζει». Προκειμένου να κάνει τη μελέτη του εφικτή, ο Hall επικεντρώθηκε σε μετρήσεις που αφορούσαν την εγγύτητα, το άγγιγμα, τη βλεμματική επαφή, τη θερμοκρασία του σώματος, την όσφρηση και τη φωνητική ένταση. Μάλιστα, δημιούργησε έναν δικό του κώδικα για να μπορεί να καταγράφει τις παρατηρήσεις του στον ελάχιστο δυνατό χρόνο και εκπαίδευσε πάνω από χίλιους συνεργάτες του, προκειμένου να μπορούν να τον χρησιμοποιούν. Ένα παράδειγμα καταγεγραμμένης κωδικοποίησης φαίνεται στην παρακάτω φωτογραφία όπου τα συγκεκριμένα σύμβολα μεταφράζονται ως «Ένας άντρας βρίσκεται σε ομάδα τριών ανδρών χωρίς άμεση βλεμματική επαφή».
Από την πολυετή έρευνα που διεξήγαγε, σε σχέση με την ανθρώπινη εγγύτητα, ο Hall κατέληξε ότι οι ανθρώπινες διαπροσωπικές αποστάσεις χωρίζονται σε τέσσερις ζώνες:
Zώνη μεγάλης οικειότητας (1-46cm): Στη συγκεκριμένη ζώνη επιτρέπουμε σε στενούς συγγενείς και φίλους και ερωτικούς συντρόφους να μας αγγίξουν, αγκαλιάσουν κλπ.
Zώνη των προσωπικών σχέσεων (46-122 cm): Αυτή είναι η ζώνη της απόστασης που τηρούμε όταν συζητάμε με κάποιον που μας είναι αρκετά οικείος (πχ. φίλος ή συνεργάτης).
Ζώνη της κοινωνικής απόστασης (1.2-3.7 m): Τηρούμε αυτή την απόσταση με ανθρώπους που δεν τους γνωρίζουμε καλά, όπως μια νέα γνωριμία ή μια εμπορική συνδιαλλαγή.
Ζώνη της δημόσιας απόστασης (3.7-7.6+ m): Αυτή η ζώνη απόστασης χρησιμοποιείται όταν βρισκόμαστε σε δημόσιους χώρους μεταξύ αγνώστων.
Οι εν λόγω αποστάσεις υφίστανται σαν άγραφος κοινωνικός κανόνας. Ωστόσο, στη σύγχρονη κοινωνία όπου οι αστικές κοινότητες είναι πολυπληθείς και επικρατεί συνωστισμός, πολλές φορές είναι σχεδόν αδύνατο να τηρηθούν οι επιθυμητές αποστάσεις και η παραβίαση τους προκαλεί δυσφορία και σύγχυση σε πολλούς ανθρώπους. Μάλιστα, σε αυτή τη δυσφορία έχει αποδοθεί από κάποιους ειδικούς η αιτία για την εμφάνιση του φαινόμενου της «απανθρωποποίησης» που παρατηρείται στα αστικά κέντρα.
Βιολογικά, σύμφωνα με έρευνα, φαίνεται πως η αμυγδαλή είναι υπεύθυνη για την επεξεργασία των παραβιάσεων των εν λόγω αποστάσεων. Η έρευνα συνδέει την αμυγδαλή με τις συναισθηματικές αντιδράσεις στην παραβίαση της επιθυμητής εγγύτητας και σε περιπτώσεις που η αμυγδαλή έχει υποστεί βλάβη, υπάρχει έλλειψη της αίσθησης του προσωπικού χώρου.
Ο προσωπικός χώρος είναι μια έννοια μεταβαλλόμενη, λόγω των πολιτισμικών διαφορών και των ατομικών προτιμήσεων. Για παράδειγμα, έχει καταγραφεί ότι στις ΗΠΑ ο προσωπικός χώρος εκτιμάται αρκετά και η απόσταση που τηρούν οι Αμερικανοί κατά την διάρκεια των συζητήσεών τους είναι κατά μέσο όρο στα 1.2 m, ενώ ο μέσος όρος για τους Ευρωπαίους είναι στα 90cm. Σε υπερπληθυσμιακές χώρες όμως, όπως η Ινδία και η Ιαπωνία, οι ίδιες ζώνες συνίστανται από μικρότερες αποστάσεις.
Αυτές οι διαφορές στις διαπροσωπικές αποστάσεις έχουν ως αποτέλεσμα τη διαφοροποίηση των πολιτισμών, αναφορικά με την επικοινωνιακή τους δραστηριότητα. Για παράδειγμα, στον ινδικό και στον ιαπωνικό πολιτισμό η επικοινωνία χαρακτηρίζεται από ευθύτητα και η χρήση των επικοινωνιακών δυνατοτήτων (βλεμματική επαφή, άγγιγμα, μη λεκτικά μηνύματα) είναι μικρότερη συγκριτικά με πολιτισμούς της Δύσης. Γι’ αυτόν τον λόγο, κάποιοι πολιτισμοί χαρακτηρίζονται ως «πολιτισμοί χαμηλής επικοινωνιακής συνάφειας» και κάποιοι ως «πολιτισμοί υψηλής επικοινωνιακής συνάφειας».
Έτσι, όπως φαίνεται, η πυκνότητα ενός πληθυσμού, καθώς και η χρήση του χώρου επιδρούν στη συμπεριφορά, στην επικοινωνία και στην κοινωνική αλληλεπίδραση.
Παρ’ όλα αυτά, η θεωρία πίσω από τις διαπροσωπικές αποστάσεις αναμένεται να αλλάξει, λόγω της πανδημίας του COVID-19 και της τήρησης των αποστάσεων ασφαλείας. Σύμφωνα με πρόσφατο άρθρο στο Psychology Today, το ζήτημα που τίθεται προς μελέτη είναι αν αυτές οι αλλαγές στις διαπροσωπικές αποστάσεις μπορούν μακροπρόθεσμα να οδηγήσουν σε αλλαγές στον τρόπο που αλληλεπιδρούμε με τους οικείους μας, αλλά και γενικότερα με τα υπόλοιπα μέλη της ανθρώπινης κοινωνίας.
ΠΗΓΕΣ
- Hall, Edward T. (1966). The Hidden Dimension. Anchor Books.
- Kennedy DP, Gläscher J, Tyszka JM, Adolphs R (2009). “Personal space regulation by the human amygdala”. Nat. Neurosci. 12 (10): 1226–1227.
- “Pandemic Proxemics: Is Six Feet Enough?”. Psychology Today. Retrieved 2020-05-15.