Της Δανάης Λυπιρίδη,
Το 416 π.Χ. ο αθηναϊκός στρατός, η υπερδύναμη της εποχής, εμφανίστηκε στο μικρό νησί της Μήλου. Η απαίτηση των Αθηναίων ήταν ξεκάθαρη· οι Μήλιοι είτε θα εντάσσονταν στην Αθηναϊκή Συμμαχία, αποδίδοντας φόρο τιμής στην Αθήνα, είτε θα εξαλείφονταν. Έκπληκτοι, οι Μήλιοι επικαλέστηκαν -εις μάτην- την ηθική, τη δικαιοσύνη, το νόμο, ακόμα και τους Θεούς. Οι Αθηναίοι, όμως, ήταν άτεγκτοι και, εκμεταλλευόμενοι την στρατιωτική τους υπεροχή, παρά τις συνεχείς εκκλήσεις των Μηλίων στην δικαιοσύνη, «θανάτωσαν όλους τους ενήλικες άνδρες που πήραν, πούλησαν τις γυναίκες και τα παιδιά για σκλάβους, και ύστερα, αφού έστειλαν πεντακόσιους αποίκους κατοίκησαν οι ίδιοι το νησί» (Θουκυδίδης, Ιστορία του Πελοποννησιακού πολέμου, Βιβλίο E΄ § 116).
Με αυτήν τη φράση, ολοκληρώνει το διάλογο των Μηλίων με τους Αθηναίους στην «Ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου» ο ιστορικός Θουκυδίδης. Το βιβλίο αυτό θεωρείται παγκοσμίως ως ένα από τα κορυφαία εγχειρίδια εισαγωγής στις διεθνείς σχέσεις και στις στρατηγικές σπουδές, καθώς εκεί εκφράσθηκαν για πρώτη φορά οι δύο διαχρονικές θεωρίες της παγκόσμιας πολιτικής. Η πρώτη (η αθηναϊκή νοοτροπία) ονομάζεται ρεαλισμός. Βλέπει τον κόσμο ως ένα άναρχο διεθνές περιβάλλον, το οποίο διέπεται από την σύγκρουση εθνικών συμφερόντων, στην οποία επικρατεί ο πιο ισχυρός. Η νοοτροπία των Μηλίων ονομάζεται ιδεαλισμός. Εδώ, οι κανόνες, θεωρητικά, σκοπεύουν στην προστασία των αδύναμων από τους ισχυρούς για μια συνολική ευδαιμονία. Αυτή η θεωρία εξελίχθηκε με την πάροδο του χρόνου στην έννοια του διεθνούς δικαίου, όπως ενσωματώθηκε αργότερα σε οργανισμούς, όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση και τα Ηνωμένα Έθνη.
Μετά από προσεκτική ανάλυση, γίνεται φανερό ότι ο Θουκυδίδης είναι εξίσου σχετικός και στον εμφύλιο πόλεμο της Λιβύης. Το 2011, η επέμβαση του ΝΑΤΟ στη Λιβύη συμβόλιζε τη μεταψυχροπολεμική αμερικανική ηγεμονία, μέσω της ιδεολογίας του φιλελεύθερου παρεμβατισμού. Η Βορειοατλαντική Συμμαχία κατάφερε να δημιουργήσει ένα «κενό ασφάλειας» με την ανατροπή του Συνταγματάρχη Καντάφι και έμεινε ανίσχυρη να ελέγξει τις μακροχρόνιες περιφερειακές αντιπαλότητες -εντός και εκτός της χώρας- που τον αντικατέστησαν. Τώρα, οι Ηνωμένες Πολιτείες τείνουν να αποδεσμευθούν από τη γύρω περιοχή (ή τουλάχιστον δεν είναι πλέον σε θέση να είναι το ίδιο στρατιωτικά ενεργές στη Λιβύη, σε σύγκριση με τις άλλες δυνάμεις), οι Ευρωπαίοι εταίροι τους βρίσκονται διαιρεμένοι (η Ιταλία υποστηρίζει τη κυβέρνηση της Τρίπολης του Φαγιέζ αλ Σαρράτζ, ενώ η Γαλλία υποστηρίζει τον Χαλίφα Χαφτάρ και την κυβέρνηση της πόλης Τομπρούκ), αλλά και το μέλλον της ίδιας της Συμμαχίας απειλείται. Μάλιστα, ο Πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας, Εμμανουέλ Μακρόν, επαναλαμβάνει το χαρακτηρισμό του ΝΑΤΟ ως «εγκεφαλικά νεκρού», μετά τις πρόσφατες εντάσεις μεταξύ της Γαλλίας και της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο. Οι στόχοι και ο ρόλος του Βορειοατλαντικού Συμφώνου είναι πλέον αμφισβητήσιμοι, διότι ο κίνδυνος ανοικτού πολέμου μεταξύ των εταίρων του ΝΑΤΟ αυξάνεται καθημερινά και μέλη της Συμμαχίας συνεργάζονται με χώρες – αντιπάλους του οργανισμού, με στόχο την επίτευξη των εθνικών τους στρατηγικών (η Γαλλία συνεργάζεται με την παραδοσιακή αντίπαλο του ΝΑΤΟ, Ρωσία, στη Λιβύη, υποστηρίζοντας αμφότερες τον Χαλίφα Χαφτάρ).
Όσον αφορά στον ΟΗΕ, οι προσπάθειές του να σταθεροποιήσει τη Λιβύη έχουν υπονομευθεί από τα αποκλίνοντα συμφέροντα των ξένων δυνάμεων. Η απλή επίκληση στον κανόνα της ειρηνικής επίλυσης των διαφορών και στο σεβασμό του διεθνούς δικαίου, η λεκτική καταδίκη των βίαιων συγκρούσεων και η έλλειψη αποτελεσματικότητας της Αποστολής των Ηνωμένων Εθνών για την Υποστήριξη της Λιβύης (UNSMIL), δεν προσφέρουν ουσιαστική βοήθεια για τον τερματισμό των πολεμικών συρράξεων, την αντιμετώπιση των ολοένα αυξανόμενων μεταναστευτικών ροών προς την Ευρώπη και την απάλυνση του ανθρώπινου πόνου. Η ΕΕ, επίσης, ήλπιζε να γίνει ένα νέο είδος υπερδύναμης, όπου η ήπια ισχύς, η τήρηση των κανόνων του διεθνούς δικαίου και η θελκτικότητα του ευρωπαϊκού τρόπου ζωής θα αναιρούσε την ανάγκη να χρησιμοποιήσει «επιθετικά μέσα» για την επίλυση περιφερειακών διαφορών. Ωστόσο, όπως φαίνεται από την κλιμάκωση της κρίσης στη Λιβύη, η αδυναμία της Ένωσης να προβάλει σκληρή ισχύ (π.χ. η αμφιλεγόμενη πορεία της ναυτικής επιχείρησης EUNAVFOR MED IRINI) αφήνει την ασφάλεια της περιοχής στο έλεος άλλων δυνάμεων.
Είναι πλέον, αδιαμφισβήτητο γεγονός, ότι η μοίρα της Λιβύης βρίσκεται στα χέρια ισχυρών κρατών, με τα δικά τους συμφέροντα και επιδιώξεις. Η Ρωσία, η Γαλλία, η Τουρκία και άλλα κράτη της Μέσης Ανατολής είναι τώρα οι κύριοι παίκτες στην γεωπολιτική και γεω-οικονομική σκακιέρα της περιοχής, αποδεικνύοντας ότι η νοοτροπία του ρεαλισμού στις μέρες μας είναι εξίσου ισχυρή με τον ρεαλισμό στην εποχή του Θουκυδίδη. Έτσι, λοιπόν, γεννάται και το ερώτημα που προβληματίζει την παγκόσμια κοινότητα: Το ΝΑΤΟ, ο ΟΗΕ και η ΕΕ θα αναλάβουν αποτελεσματική δράση για την πάταξη των συγκρούσεων και την επιβολή της τάξης και της ασφάλειας, στην ευρύτερη περιοχή, αποτρέποντας, έτσι, έναν κόσμο στον οποίο «ο ισχυρός επιβάλλει ό,τι του επιτρέπει η δύναμή του και ο αδύναμος υποχωρεί όσο του το επιβάλλει η αδυναμία του», ή απλά θα μείνουν παθητικοί θεατές, φοβούμενοι για το τι επρόκειτο να συμβεί;
Είναι τριτοετής φοιτήτρια στο τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πειραιώς. Τα ακαδημαϊκά της ενδιαφέροντα άπτονται θεμάτων άμυνας, ενεργειακής ασφάλειας και διεθνών σχέσεων. Παράλληλα με τη σχολή της, σπουδάζει πιάνο σε επίπεδο ανωτέρας στο Ωδείο Αθηνών και ασχολείται με την εκμάθηση ξένων γλωσσών. Κατέχει άριστη χρήση της αγγλικής και της γαλλικής γλώσσας. Στον ελεύθερό της χρόνο παρακολουθεί σεμινάρια σχετικά με τις σπουδές της και ασχολείται με την ερασιτεχνική κριτική κινηματογράφου, το κλασσικό μπαλέτο, την άθληση και το χειμερινό σκι.