17 C
Athens
Τετάρτη, 18 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΣυνεντεύξειςΒασίλης Παυλόπουλος: «Η καμπύλη της επαναφοράς μετά από ένα σοκ είναι απότομη...

Βασίλης Παυλόπουλος: «Η καμπύλη της επαναφοράς μετά από ένα σοκ είναι απότομη στην αρχή»


Συνέντευξη στην Αθηνά Μηνά,

Ο Αναπληρωτής Καθηγητής του Τμήματος Ψυχολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, με ειδίκευση στη Διαπολιτισμική Ψυχολογία, κ. Βασίλης Παυλόπουλος, στο δεύτερο μέρος της συνέντευξης του OffLine Post μιλά για τις ψυχολογικές επιπτώσεις της καραντίνας και γενικότερα της πανδημίας του κορωνοϊού.

Συγκεκριμένα, αναφέρεται στις αλλαγές που αναμένεται να συμβούν στις διαπροσωπικές σχέσεις και μας απαντά σχετικά με την ενδεχόμενη αναθεώρηση των αξιών και των ιδανικών. Επισημαίνει δε πως η καθημερινή χρήση της τεχνολογίας κατά τη διαμονή στο σπίτι σίγουρα συνέβαλε θετικά στην κοινωνικοποίησή μας, χωρίς όμως να μπορούμε να τη χαρακτηρίσουμε ως υποκατάστατο της φυσικής και άμεσης ανθρώπινης επαφής. Ακόμη, μας επεξηγεί και μας αποσαφηνίζει τι πραγματικά συνέβη το διάστημα της καραντίνας με τα αιτήματα των ανθρώπων για ψυχολογική υποστήριξη.

  • Πιστεύετε πως η πανδημία θα επηρεάσει τις ανθρώπινες σχέσεις ακόμη κι αφού θα έχει υποχωρήσει; Θα κυριαρχήσει μήπως η επιφυλακτικότητα και η εσωστρέφεια;

Η ανθρώπινη φύση είναι αποτέλεσμα μακροχρόνιας προσαρμογής. Έτσι, δεν αναμένεται να αλλάζει δραματικά σε σύντομο χρονικό διάστημα, ακόμα αν εντός του διαστήματος αυτού συντελέστηκε μια πανδημία. Πρέπει να περάσουν μερικές χιλιάδες χρόνια για να αλλάξει ο τρόπος με τον οποίο έχει ρυθμιστεί η βασική βιολογία μας! Ωστόσο, θα δούμε αλλαγές στο επίπεδο της κοινωνικής συμπεριφοράς. Δηλαδή, είναι πιθανό ότι θα μειωθούν οι πολλές χειραψίες, τα φιλιά και γενικότερα η διαχυτικότητα που σχετίζεται με την άμεση σωματική επαφή. Αν ωστόσο αυτά αλλάξουν, δε σημαίνει ότι θα μειωθεί η ανάγκη μας για επικοινωνία. Οι άνθρωποι θα βρουν εναλλακτικούς τρόπους για να εκδηλώσουν τα ίδια συναισθήματα και τις βασικές ψυχικές τους ανάγκες, κατά τρόπο που θα αισθάνονται πιο ασφαλείς. Ήδη βλέπουμε τέτοιες αλληλεπιδράσεις που περιλαμβάνουν αρκετή δόση χιούμορ (ως αντίβαρο στην αμηχανία της απόστασης;), όπως το να αγγίζουμε τους αγκώνες ή τα πόδια μας αντί για την κλασική χειραψία.

Θα βρεθούν εναλλακτικές επειδή οι ανάγκες των κοινωνικών σχέσεων δεν αλλάζουν. Επιπλέον, η άμεση σωματική επαφή θα περιοριστεί όχι μόνο στην ποσοτική της διάσταση, αλλά πιθανόν και στην ποιοτική. Για παράδειγμα, ίσως γίνουμε πιο προσεκτικοί ως προς το ποιους αγκαλιάζουμε. Η έννοια του «ασφαλούς συντρόφου» μπορεί να έρθει ξανά στο προσκήνιο αυτήν την εποχή, όπως είχε γίνει την περίοδο της πρώτης έξαρσης του AIDS. Έτσι και τώρα δε θα στερηθούμε τη δυνατότητα να εκφράζουμε την τρυφερότητά μας ή τα βαθιά μας συναισθήματα, απλώς θα είμαστε πιο προσεκτικοί ώστε να μην τα εκφράζουμε σε αγνώστους ή σε άτομα που δεν εμπιστευόμαστε. Αλλά τους δικούς μας ανθρώπους, όπως τα μέλη της οικογένειάς μας ή εκείνους που ξέρουμε πως έχουν ένα σταθερό και ελεγχόμενο δίκτυο σχέσεων, θα συνεχίσουμε να τους αγκαλιάζουμε και να τους φιλάμε. Σε προηγούμενες πανδημίες, το κοινωνικό φιλί είχε υποχωρήσει για δεκαετίες, κάποιες φορές για αιώνες, αλλά παρ’ όλα αυτά επανήλθε ως κοινωνική συμπεριφορά, διότι είναι ένας τρόπος να εκδηλώνουν οι άνθρωποι κάτι πολύ βαθιά ριζωμένο στην ανθρώπινη φύση. Η καμπύλη της επαναφοράς μετά από ένα σοκ είναι απότομη. Αρχικά καταγράφεται σημαντική πτώση στη συχνότητα εκδήλωσης των σχετιζόμενων συμπεριφορών, αλλά σταδιακά αυτές ανακάμπτουν στα προηγούμενα επίπεδα. Ο ρυθμός της επαναφοράς μένει να φανεί στην πράξη και θα εξαρτηθεί από πολλούς παράγοντες, κυρίως από το αν θα υπάρξουν επόμενα κύματα της πανδημίας και νέες καραντίνες.

 

  • Ως ανθρώπινο είδος θα αναθεωρήσουμε τα ιδανικά και τις αξίες μας με την ολοκλήρωση του κύκλου της πανδημίας;

Αν θα διακινδύνευα μια σύντομη απάντηση, αυτή θα ήταν μάλλον αρνητική. Δεν υπάρχει κάποια συγκροτημένη και συστηματική διαδικασία μέσα από την οποία το ανθρώπινο είδος αποφασίζει ή αναθεωρεί κάτι. Δε θα γίνει κάποια παγκόσμια συνέλευση, ούτε καν θα μάθουμε κάτι συλλογικά. Η πανδημία του κορωνοϊού είναι μία από τις πολλές πανδημίες που έχουν πλήξει την ανθρωπότητα τα προηγούμενα χρόνια. Στον 20ο αιώνα υπήρχαν τουλάχιστον τρεις πολύ σοβαρές πανδημίες. Δε νομίζω ότι η ανθρωπότητα συλλογικά έμαθε κάτι από αυτές. Οι κοινωνίες που επλήγησαν περισσότερο από μια πανδημία, είναι αλήθεια ότι έμαθαν να προστατεύονται καλύτερα σε πρακτικό επίπεδο απέναντι στην επόμενη πανδημία. Όμως αυτό δεν άλλαξε την ανθρώπινη φύση. Τα δεινά που πέρασαν οι παππούδες και οι γιαγιάδες μας, δυστυχώς, φέρνουν λίγα απευθείας διδάγματα στις επόμενες γενιές, στο επίπεδο της εμφανούς συμπεριφοράς.

Οι αλλαγές συντελούνται με άλλους τρόπους. Αυτό που μπορεί να συμβεί είναι ότι μια πανδημία θα επιφέρει αλλαγές στα μέσα παραγωγής, την οικονομία, τον τρόπο οργάνωσης της επιβίωσης μιας κοινωνίας. Αυτές οι μεταβολές ίσως έχουν αντίκτυπο στη συνέχεια σε ψυχολογικό επίπεδο. Για παράδειγμα, η πανδημία είναι πιθανόν να οδηγήσει στην αύξηση της τηλεργασίας ή της τηλεκπαίδευσης. Οι αλλαγές αυτές στον κοινωνικό και τον οικονομικό τομέα μπορεί στη συνέχεια να επηρεάσουν το πώς αισθάνονται οι άνθρωποι, πώς σχετίζονται μεταξύ τους και πώς συμπεριφέρονται. Η μεταβολή είναι έμμεση και, πάντως, δεν είναι κατευθυνόμενη, αν και θα επιχειρήσουν να την εκμεταλλευτούν προς όφελός τους άτομα ή ομάδες.

Είναι δύσκολο να προβλέψει κανείς ποιες ψυχολογικές επιπτώσεις θα επικρατήσουν σε αυτήν την πανδημία. Αυτό συναρτάται με άλλες εξελίξεις. Για παράδειγμα, αν οι εργασιακές συνθήκες χειροτερέψουν, αυτό ίσως προκαλέσει ανάλογη ψυχολογική επιβάρυνση στους εργαζόμενους, με συμπτώματα όπως η αύξηση του άγχους, της κατάθλιψης ή της ουσιοεξάρτησης. Αν προχωρήσουμε, όμως, προς μια κατεύθυνση θωράκισης των συστημάτων υγείας και των εργασιακών σχέσεων, αυτό θα έχει θετικές επιπτώσεις. Επιπλέον, οι όποιες αλλαγές δε συντελούνται ερήμην μας. Υπάρχουν φορείς που ωθούν τις εξελίξεις προς συγκεκριμένες κατευθύνσεις και υπάρχουν μέσα με τα οποία έχουμε τη δυνατότητα να ασκήσουμε πιέσεις, να οργανωθούμε συλλογικά ώστε να επιδιώξουμε αλλαγές που θεωρούμε δίκαιες και επιθυμητές. Η αλήθεια είναι πως μια πανδημία, ένα τόσο μεγάλης κλίμακας γεγονός, θα μπορούσε να αποτελέσει ευκαιρία για να διεκδικήσουμε ξανά δικαιώματα που μπορεί να είχαμε χάσει (ας μην ξεχνάμε την πρόσφατη οικονομική κρίση στην Ελλάδα, η οποία λειτούργησε ισοπεδωτικά στο επίπεδο των δικαιωμάτων). Αλλά αυτό δε θα γίνει μόνο του, πρέπει να το κάνουμε εμείς οι ίδιοι μέσα από την ατομική ένταξή μας σε συλλογικές δράσεις. Αυτή θα ήταν μια ωραία αναπλαισίωση της «ατομικής ευθύνης», δίνοντας στην ατομική συμπεριφορά κοινωνικό περιεχόμενο και νοηματοδότηση.

  • Πόσο έβλαψε την κοινωνικότητά μας ο εγκλεισμός και κατά πόσο αυτή υποκαταστάθηκε με τη χρήση των νέων τεχνολογιών, αφού οι περισσότεροι από μας χρησιμοποιούμε καθημερινά την τεχνολογία για τις επικοινωνιακές μας συναλλαγές;

Η διαφορά αυτής της πανδημίας είναι τεράστια σε σχέση με άλλες επιδημίες που έχει βιώσει η ανθρωπότητα στο παρελθόν. Είναι άλλο πράγμα να κλειστείς σε τέσσερις τοίχους και να μη μπορείς όχι απλά να επικοινωνείς με άλλους ανθρώπους, αλλά ούτε καν να ενημερώνεσαι, να μη γνωρίζεις τι γίνεται στον έξω κόσμο. Απ’ την άλλη μεριά, βέβαια, τώρα έχουμε έναν καταιγισμό πληροφοριών, κάποιες από τις οποίες μάλιστα εμπίπτουν στη σφαίρα της παραπληροφόρησης ή της προπαγάνδας. Ωστόσο, αν είμαστε ενεργητικοί επεξεργαστές αυτών των εισερχομένων, έχουμε τη δυνατότητα να επιλέξουμε έγκυρες πηγές πληροφόρησης με κριτικό τρόπο και κυρίως έχουμε τρομερές δυνατότητες να παραμείνουμε συνδεδεμένοι. Τελικά, αυτή η πανδημία δεν έβλαψε την κοινωνικότητά μας όσο κι αν μειώθηκαν οι άμεσες επαφές μας. Δε γίναμε λιγότερο κοινωνικοί. Αντιθέτως, ίσως η απομόνωση μας έκανε να συνειδητοποιήσουμε περισσότερο την αξία της διασύνδεσης με τους άλλους ως μια ουσιαστική επικοινωνιακή ανάγκη κι όχι ως απλή ανταλλαγή σύντομων και συχνά ανούσιων μηνυμάτων στα social media.

Βέβαια, το να στέκομαι δίπλα ή απέναντι στον συνομιλητή μου είναι τελείως διαφορετικό από το να τον βλέπω μέσα από την οθόνη μιας συσκευής, η οποία παρεμπιπτόντως μπορεί να δίνει μια αίσθηση άμεσης επικοινωνίας αλλά έχει πολλές ιδιαιτερότητες. Στην απευθείας διάδραση σημαντικό ρόλο έχει η μη λεκτική επικοινωνία, η οποία συντελείται με διεργασίες σχεδόν αυτόματες. Δεν επεξεργάζομαι συνειδητά τα μη λεκτικά μηνύματα που λαμβάνω από κάποιον, αλλά οι γκριμάτσες του, η στάση του σώματός του, η βλεμματική του επαφή είναι πληροφορίες το ίδιο σημαντικές όσο και το λεκτικό περιεχόμενο. Πρόκειται για στοιχεία που δε μπορείς να εισπράξεις με ακρίβεια από μια κάμερα. Μπορεί ίσως σε κάποιο βαθμό, αλλά περιέχουν ασάφειες και κενά, κάτι που προκαλεί επιπλέον επιβάρυνση και άγχος. Συνεπώς, είναι εξαιρετικό που υπάρχουν τόσο αυξημένες δυνατότητες ηλεκτρονικής επικοινωνίας, αλλά θα ήταν λάθος να θεωρήσουμε ότι πρόκειται για ικανοποιητικό υποκατάστατο της άμεσης επαφής.

Όπως προανέφερα, η ανάγκη μας για επικοινωνία δεν πρόκειται να εκλείψει επειδή αντιμετωπίζουμε δυσκολίες. Θα έλεγα μάλλον ότι οι νέες τεχνολογίες θα αλλάξουν τη ζωή μας όχι ως προς το πόσο κοινωνικοί νιώθουμε, αλλά ως προς τον τρόπο που συντελούνται οι κοινωνικές και οι οικονομικές μας σχέσεις: πώς εργαζόμαστε, πώς αμειβόμαστε για την εργασία μας, ποια δικαιώματα έχουμε, πώς οριοθετούμε τον προσωπικό μας χώρο και χρόνο. Όταν πηγαίνω στη δουλειά μου ξέρω ότι υπάρχει σταθερό χρονικό πλαίσιο εργασίας και μη εργασίας, ξέρω ότι υπάρχουν οι διακοπές και ότι δικαιούμαι να πάρω άδεια. Η τηλεργασία μπορεί να σημαίνει ότι δε θα έχω διακριτό ελεύθερο χρόνο, επειδή θα εργάζομαι διαρκώς εξ αποστάσεως, μπορεί να μην έχω συνεχείς διακοπές αλλά μικρά διαλείμματα, μπορεί να είναι πιο δύσκολο να αποδείξω πόσο σκληρά εργάζομαι ώστε να επιδιώξω αντίστοιχη αμοιβή· με άλλα λόγια μπορεί να δουλεύω περισσότερο και να αμείβομαι λιγότερο ή να μην εντάσσομαι στους φορείς της κοινωνικής ασφάλισης, το οποίο είναι κρίσιμο επειδή αφορά τη δυνατότητα πρόσβασης στο σύστημα υγείας.

Δηλαδή, τα νέα μέσα μπορεί να έχουν πιο πολλές επιπτώσεις στον τρόπο που είναι οργανωμένη η κοινωνία κι αυτό με τη σειρά του θα έχει έμμεσες επιπτώσεις στο πώς επικοινωνούν οι άνθρωποι. Η τεχνολογία δημιουργεί νέες προκλήσεις. Ωστόσο, είναι σαφές πως πρέπει να προχωρήσουμε μπροστά. Πρέπει να αξιοποιούμε τις δυνατότητες και ταυτόχρονα να δούμε τι μπορούμε να κάνουμε για να διαχειριστούμε την πολυπλοκότητα που εισάγει στη ζωή μας.

  • Το διάστημα της απομόνωσης είδαμε αύξηση στο ποσοστό των ατόμων που αιτήθηκαν ψυχολογική υποστήριξη;

Το διάστημα αυτό λειτούργησαν αρκετές δωρεάν γραμμές ψυχολογικής υποστήριξης, το οποίο βέβαια δεν υποκαθιστά τη συστηματική ψυχοθεραπεία αλλά καταγράφει τα αιτήματα και τις ανάγκες. Σαφώς υπάρχουν λόγοι για τους οποίους μπορεί να αυξηθούν τα αιτήματα αυτά. Γνωρίζουμε ήδη από ορισμένα πρώτα στοιχεία που δημοσιεύθηκαν ότι τα ψυχολογικά συμπτώματα έχουν αυξηθεί. Το αν θα φτάσει ένα πρόβλημα να οδηγήσει σε αντίστοιχο αίτημα για αντιμετώπισή του, εξαρτάται από πολλούς παράγοντες. Για παράδειγμα, έχει σχέση με το αν έχω την πρόσβαση ή την οικονομική δυνατότητα ή ακόμη κι αν στο περιβάλλον μου αυτός ο τρόπος διαχείρισης είναι αποδεκτός ή εξακολουθεί να περιβάλλεται από ένα κοινωνικό στίγμα.

Αρκετοί ψυχολόγοι εργάστηκαν εξ αποστάσεως στη διάρκεια της απομόνωσης, αλλά αυτό ήταν μια λύση ανάγκης. Για παράδειγμα, αν μια γυναίκα ζει μαζί με την οικογένειά της δεν είναι αυτονόητο ότι έχει τη δυνατότητα να καθίσει στην οθόνη του υπολογιστή της και να συζητά με τον ψυχολόγο ένα πιθανό πρόβλημα κακοποίησης που δέχεται από τον σύζυγό της, ενώ εκείνος βρίσκεται στον ίδιο χώρο και την ακούει. Δεν είναι σπάνιες οι περιπτώσεις που μερικοί άνθρωποι προτιμούν να μην αναφέρουν καν στους δικούς τους ότι κάνουν ψυχοθεραπεία. Άρα, η ηλεκτρονική πλατφόρμα σε κάποιες περιπτώσεις βοήθησε, ενώ σε άλλες λειτούργησε περιοριστικά ή αποτρεπτικά. Θα επισημάνω, επίσης, τις περιπτώσεις που η εξ αποστάσεως επικοινωνία με τον ψυχολόγο λειτουργεί εντελώς προβληματικά επειδή ενισχύει την υπάρχουσα συμπτωματολογία, όπως όταν κανείς έχει κρίσεις πανικού, οπότε το να παραμένει στο σπίτι είναι μεν ανακουφιστικό, αλλά ενισχύει την ψυχική δυσκολία του. Υπήρξαν και περιπτώσεις διακοπής της θεραπείας για αντικειμενικούς λόγους, επειδή οι εξυπηρετούμενοι έχασαν τη δουλειά τους ή μειώθηκε το εισόδημά τους, οπότε δε μπορούσαν να ανταπεξέλθουν οικονομικά. Υπήρξαν, ωστόσο, και νέα αιτήματα για έναρξη ψυχοθεραπείας. Η εικόνα είναι ανάμεικτη.

Το σίγουρο είναι ότι μια ψυχοπιεστική συνθήκη τέτοιας δραματικής έκτασης, όσο μια πανδημία, θα αυξήσει τις ανάγκες για ψυχολογική υποστήριξη. Αυτό σημαίνει ότι οι δημόσιοι φορείς που έχουν επιφορτιστεί με την ευθύνη της υγείας των πολιτών, εκτός από την προστασία ενάντια στον κορωνοϊό, είναι ανάγκη να μεριμνήσουν και για την ψυχική υγεία. Θα πρέπει να ενισχυθούν οι δομές ψυχοκοινωνικής υποστήριξης. Όταν υπάρχει διαθεσιμότητα τέτοιων δομών, τότε μπορούμε να δούμε με μεγαλύτερη αντικειμενικότητα σε ποιο βαθμό οι πολίτες ενδιαφέρονται να ζητήσουν βοήθεια. Αν δεν υπάρχουν δομές ή αν οι δομές δεν είναι λειτουργικές λόγω έλλειψης πόρων ή κακής οργάνωσης, τότε ακόμα και οι πραγματικές ανάγκες παραμένουν κρυμμένες. Οι αρμόδιοι φορείς δεν πρέπει να προσπαθούν απλώς να σπρώξουν το πρόβλημα «κάτω από το χαλί», αλλά να το διαχειριστούν έγκαιρα και αποτελεσματικά, καθώς η ψυχοκοινωνική πρόληψη αποδεδειγμένα έχει πολλαπλασιαστικά οφέλη έναντι οποιασδήποτε θεραπείας.

Ευχαριστούμε θερμά τον κύριο Παυλόπουλο για την ευγενική παραχώρηση της συνέντευξης!


 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Αθηνά Μηνά
Αθηνά Μηνά
Γεννήθηκε τον Σεπτέμβριο του 1999 στην Αθήνα. Από το 2017 σπουδάζει στο τμήμα Ψυχολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Παράλληλα, παρακολουθεί διάφορα σεμινάρια ψυχολογίας και ψυχικής υγείας. Στα ενδιαφέροντά της επίσης συγκαταλέγονται η μουσική και ο αθλητισμός.