Της Νικολέτας Ζιώγα,
Το μεγαλύτερο – και ίσως δημοφιλέστερο – νησί της Καραϊβικής, η Κούβα, αποτελεί όχι μόνο έναν εξωτικό προορισμό για τους ανήσυχους ταξιδιώτες από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού, αλλά και μια χώρα που φημίζεται για την κουλτούρα, τον πολιτισμό και, προπαντός, για την ιστορία της. Από τη μια, κανείς δε θα μπορούσε να αγνοήσει την ειδυλλιακή φυσική ομορφιά της χώρας, τις πολύχρωμες φαβέλες, τα αμερικανικά αυτοκίνητα του περασμένου αιώνα και το εκρηκτικό ταπεραμέντο των κατοίκων που την καθιστούν τόσο ασυνήθιστα γοητευτική. Από την άλλη, ωστόσο, η φτώχεια και η εξαθλίωση που τόσο έκδηλα δεσπόζουν σε όλο το νησί δημιουργούν ανάμεικτα συναισθήματα στους επισκέπτες.
Είναι γνωστό το γεγονός ότι για πάνω από μισό αιώνα έχει επιβληθεί ένα εξοντωτικό για την οικονομία του νησιού εμπάργκο από τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, με μοναδικό στόχο την ανατροπή της επαναστατικής αριστερής κυβέρνησης της Κούβας, η οποία ανέλαβε την εξουσία το 1960, μετά την πτώση του πρώην Προέδρου Μπατίστα, και την οποία διατηρεί μέχρι σήμερα. Το χρηματοπιστωτικό αυτό εμπάργκο των Η.Π.Α αφορά ουσιαστικά τον οικονομικό και εμπορικό αποκλεισμό του νησιού της Καραϊβικής, ο οποίος σφίγγει ασφυκτικά τον κλοιό γύρω από τη δυνατότητα μαζικών εισαγωγών και εξαγωγών προϊόντων που κρίνονται ως ευρέως καταναλώσιμα από το κοινό. Η εγκληματική, θα έλεγε κανείς, αμερικανική πολιτική έχει στερήσει από τα κουβανέζικα ταμεία πολλά εκατομμύρια δολάρια, λειτουργώντας ως ανασταλτικός παράγοντας ανάπτυξης του έθνους.
Κατά τρόπο αναπόφευκτο, λοιπόν, η Κούβα οδηγήθηκε στην αποστέρηση στοιχειωδών για την επιβίωσή της πόρων και, κατ’ επέκταση, στην απόλυτη φτωχοποίηση του λαού. Με την εξάπλωση, ακόμη, του ιού COVID-19, θα περίμενε κανείς ότι το μικρό και απομονωμένο νησί θα παρέλυε μπροστά στην απειλή της πανδημίας. Εντούτοις, όχι μόνο δεν παρέλυσε, αλλά διατήρησε το ηθικό και το καστρικό επαναστατικό πνεύμα του αλώβητο. Συνέδραμε στην καταπολέμηση του ιού με αποστολές τόσο ιατρικού υλικού όσο και ανθρωπίνου δυναμικού σε χώρες που επλήγησαν σοβαρά από την επιδημία, αποτελώντας λαμπρό παράδειγμα ανθρωπισμού και διακρατικής αλληλεγγύης.
Η Γενική Συνέλευση του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών καταδικάζει ανελλιπώς από το 1992 τον άδικα επιβεβλημένο από αμερικανικής πλευράς εμπορικό αποκλεισμό του νησιού, κηρύσσοντάς τον παράνομο, καθώς αντιβαίνει σε θεμελιώδεις αρχές του διεθνούς δικαίου. Η τόσο απροκάλυπτη παρέμβαση του Κογκρέσου στα εσωτερικά ζητήματα της χώρας αποτελεί κατάφωρη παραβίαση της αρχής αυτοδιάθεσης των λαών και του Καταστατικού Χάρτη του Ο.Η.Ε. Η αμερικανική κυβέρνηση, ωστόσο, μοιάζει αμετανόητη, αφού όχι μόνο αγνοεί επιδεικτικά διεθνείς αποφάσεις μεγάλης βαρύτητας, αλλά προβαίνει στην επιβολή ακόμη σκληρότερων κυρώσεων εναντίον της Κούβας. Ιδιαίτερα μετά την ανάληψη των προεδρικών καθηκόντων από τον Ντόναλντ Τράμπ, η Αμερική υιοθέτησε πολιτικές οικονομικού στραγγαλισμού του νησιού, προκαλώντας τις σφοδρές αντιδράσεις της διεθνούς κοινότητας. Μόνο ο προκάτοχός του, Μπαράκ Ομπάμα, είχε επιδείξει δείγματα καλής θελήσεως για αποκατάσταση των διερρηγμένων μεταξύ των δύο χωρών σχέσεων. Υπήρξε, μάλιστα, ο πρώτος Αμερικανός Πρόεδρος που επισκέφτηκε το νησί μετά από 88 ολόκληρα έτη, ενώ και η Υπουργός Εξωτερικών, Χίλαρι Κλίντον, τασσόταν επίσης υπέρ της άρσης του εμπάργκο, καθώς εκείνη έθεσε το 2009 στο τραπέζι το ζήτημα της επιχειρηματικής σύμπραξης Αμερικανών-Κουβανών, που έως τότε απαγορευόταν. Η απελευθέρωση Κουβανών πολιτικών κρατουμένων, αλλά και η άδεια λειτουργίας αμερικανικών εταιρειών τηλεπικοινωνιών στο νησί, που παραχωρήθηκε από τον Αφροαμερικανό Πρόεδρο, εξομάλυνε τις αντιθέσεις και αύξησε τις προσδοκίες για πολιτική σύμπλευση των χωρών.
Ο νυν πλανητάρχης, όμως, διαφωνώντας με τον προκάτοχό του, αποφάσισε να ματαιώσει την όποια προσπάθεια επαναπροσέγγισης της κουβανικής κυβέρνησης και να προβεί στην επιβολή ακόμη αυστηρότερων κυρώσεων, με την ελπίδα ότι έτσι το νησί θα αναγκαστεί να αποτάξει τον κομμουνισμό και να προχωρήσει στην ψήφιση δημοκρατικότερων μεταρρυθμίσεων. Το γεγονός, επιπλέον, ότι οι νόμοι Torricelli (1992) και Helms-Burton (1996) βρίσκονται ακόμη σε ισχύ, απαγορεύοντας σε χώρες θυγατρικές των Η.Π.Α, αλλά και σε φυσικά πρόσωπα να έχουν εμπορικές συναλλαγές με την Κούβα, απομακρύνουν ολοένα το όνειρο για τερματισμό του ψυχρού αυτού πολέμου μεταξύ των δύο κρατών.
Συνοψίζοντας, λοιπόν, μπορεί ο Ο.Η.Ε και οι λοιπές οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως η Διεθνής Αμνηστία και η Διαμερικανική Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων να απηύθυναν πολλάκις έκκληση για άρση του εμπάργκο, οι Ηνωμένες Πολιτείες ωστόσο παρέμειναν αμείλικτες. Η χρήση τακτικών μαζικής τιμωρίας που υιοθετεί το Κογκρέσο δε συνάδουν επ΄ ουδενί με το φιλελεύθερο και δημοκρατικό πνεύμα της Δύσης, ενώ παράλληλα η ηγεμονική αυτή τάση των Η.Π.Α ενδέχεται να τις οδηγήσει στην εθνική απομόνωση.
Γεννήθηκε το 2001 στην Αθήνα και είναι προπτυχιακή φοιτήτρια του τμήματος Επικοινωνίας και Μ.Μ.Ε του ΕΚΠΑ. Το 2018 συμμετείχε σε μαθητικούς αγώνες επιχειρηματολογίας-αντιλογίας. Μιλάει τέσσερις γλώσσες, λατρεύει τα ταξίδια και είναι υποστηρίκτρια της αρχής: «Μη σταματάς ποτέ να μαθαίνεις».