Του Αλέξανδρου Γκανά,
Αγάπη. Θηλυκό ουσιαστικό που υποδηλώνει το συναίσθημα συμπάθειας, στοργής και φιλίας απέναντι σε κάποιο πρόσωπο, καθώς και την έκφρασή του με λόγια ή ενέργειες. Είναι άτοπο όμως, να ορίσουμε την αγάπη, καθώς αυτή αποτελεί ένα συναίσθημα που όλοι μας το έχουμε στο μυαλό μας σαν κάτι κοινό και συνηθισμένο αλλά ο καθένας μας το ερμηνεύει και το εκφράζει με τον δικό του προσωπικό τρόπο. Για κάποιους, είναι ένα φιλί το πρωί μόλις ξυπνήσουν. Για άλλους μια γρήγορη, μα ειλικρινής, ματιά που σταματά τον χρόνο για μερικά δευτερόλεπτα. Για κάποιους βέβαια, δεν συνιστά τίποτε παραπάνω από ένα άπιαστο και ουτοπικό όνειρο.
Σαφέστατα, δεν υπάρχει μόνο ένα είδος αγάπης στις ανθρώπινες σχέσεις. Κάθε άνθρωπος αγαπά διαφορετικά τους γονείς του, διαφορετικά τον καλύτερό του φίλο και διαφορετικά τη γυναίκα ή τον άντρα που του «έχει κλέψει την καρδιά». Υπάρχουν σχεδόν τόσα είδη αγάπης όσα και ανθρωπίνων σχέσεων, οπότε δεν θα συνεχίσω να επεκτείνομαι στα προαναφερθέντα, προκειμένου να μην καταντήσω γραφικός και κουραστικός. Εντούτοις, θα ήθελα να καταστήσω απολύτως σαφές και ξεκάθαρο ότι στο παρόν κείμενο θα επιδιώξω να αναφερθώ στο τρίτο κατά σειρά είδος, καθώς και στο πώς το συγκεκριμένο έχει διαστρεβλωθεί εξαιτίας της αλόγιστης και ανεύθυνης αντίληψης που έχουν γι’ αυτό πολλοί απ’ τους σύγχρονους νέους και όχι μόνο.
Είναι πλέον ευρέως γνωστό ότι ζούμε στην εποχή της κορύφωσης του κινήματος της σεξουαλικής απελευθέρωσης, οι απαρχές του οποίου πρέπει να αναζητηθούν πίσω στη μακρινή δεκαετία του 1960. Τι σημαίνει όμως, κάτι τέτοιο στην πράξη; Η απάντηση σ’ ένα τέτοιο ερώτημα έγκειται αφενός στο γεγονός ότι ο καθένας μπορεί πλέον να εκφράσει ξεκάθαρα τις προτιμήσεις του, γεγονός ιδιαίτερα ελπιδοφόρο και ευοίωνο και αφετέρου ότι οι ερωτικές σχέσεις άρχισαν να απαλλάσσονται πλέον από τα «ταμπού» και τις προκαταλήψεις των τελευταίων δεκαετιών, με αποτέλεσμα την τεράστια αύξησή τους. Παράλληλα, όμως, έχουν ήδη αρχίσει και δημιουργούνται ερωτικές σχέσεις και επαφές, σε μεγάλο βαθμό, μεταξύ ατόμων που μπορεί καν μην έχουν συμπληρώσει καλά καλά το 12ο ή και το 13ο έτος της ηλικίας τους, χωρίς βέβαια κάτι τέτοιο να αποτελεί αντικείμενο κριτικής ή χλευασμού.
Σε συνδυασμό με τη γενικότερη σεξουαλική απελευθέρωση που επικρατεί τα τελευταία χρόνια, τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης αποτελούν πλέον ένα αναπόσπαστο και αναφαίρετο μέρος της καθημερινότητάς μας. Οι δύο προαναφερθείσες εξελίξεις συνυφαίνονται, οδηγώντας στο αναπόφευκτο αποτέλεσμα της απομυθοποίησης των ερωτικών σχέσεων και της «μηχανοποίησης», ιδιαίτερα βαρύγδουπων και ισχυρών εκφράσεων όπως το «σ’ αγαπώ».
Αναλυτικότερα, οι περισσότεροι νέοι είτε λόγω συναισθηματικής ανωριμότητας, είτε εξαιτίας απερισκεψίας, είτε ακόμα και προς ικανοποίηση αυτής της ατέρμονης ανάγκης για επιβεβαίωση που κρύβει κανείς μέσα του, κυρίως κατά την εφηβική ηλικία, προβαίνουν σε τέτοιου είδους δηλώσεις δίχως να κατανοούν πλήρως και ουσιαστικά το τι συνεπάγεται η εν λόγω κίνησή τους σε πολλά επίπεδα. Η αγάπη είναι κατανόηση, σεβασμός, αλληλοεκτίμηση, απαιτεί θυσίες, απαιτεί προσπάθεια, απαιτεί μια αμοιβαία εμπιστοσύνη και κατά ένα βαθμό, «ενσυναίσθηση». Σε διαφορετική περίπτωση, είναι πολύ πιθανόν να προκαλέσει τα αντίθετα απ’ τα επιθυμητά αποτελέσματα, οδηγώντας το εκάστοτε άτομο, στο να ενστερνιστεί και να υιοθετήσει μια διαστρεβλωμένη μορφή της βασισμένη στον ενθουσιασμό και την ανάγκη επιβεβαίωσης. Πέρα απ’ αυτό, μια σχέση δίχως σταθερά και ειλικρινή θεμέλια, πολύ σύντομα καταρρέει προκαλώντας ιδιαίτερο ψυχικό άλγος και καλλιεργώντας ενδεχομένως μια απαξία ή δυσαρέσκεια απέναντι σε ένα τόσο όμορφο κι αληθινό συναίσθημα.
Προκειμένου να αποφύγω τυχόν παρεξηγήσεις, θα ήθελα να διευκρινίσω ότι δεν θεωρώ απίθανο να αγαπήσει κανείς αληθινά αν βρίσκεται σε νεαρή ηλικία. Το κριτήριο δεν είναι τόσο ηλικιακό, όσο συναισθηματικό. Με άλλα λόγια, η συναισθηματική ωριμότητα αποτελεί τον πιο καίριο και ουσιαστικό παράγοντα, προκειμένου να αναπτυχθεί μια ερωτική σχέση με γερές και ειλικρινείς βάσεις και πολύ περισσότερο μια σχέση στην οποία η επίμαχη έκφραση θα διατηρεί πλήρως το βαθύ της νόημα.
Συνήθως, κλείνοντας τέτοιου είδους κείμενα, καταφεύγω στη διατύπωση ρήσεων ή αποφθεγμάτων διάφορων ποιητών, συγγραφέων ή και πολιτικών. Εντούτοις, στο εν λόγω θα ήθελα να παραθέσω μια δική μου προσωπική πεποίθηση, η οποία και θεωρώ ότι κρίνεται ιδιαίτερα προσήκουσα στη συγκεκριμένη περίσταση. Το μεγαλύτερο δώρο που μπορεί να κάνει κανείς στον εαυτό του είναι να τον παραδώσει ολοκληρωτικά σε κάποιον που τον αγαπάει ειλικρινά και χωρίς περιορισμούς.