Της Ματίλντας Γεωργελέ,
Μπορεί η γαλλογερμανική πρόταση για την έκδοση κοινού χρέους της Ευρωπαϊκής Ένωσης να μην ήταν αρκετή και μην να έπεισε τους περισσότερους, ότι οι δύο μεγαλύτερες και ισχυρότερες οικονομίες της ένωσης επιθυμούν μια ολοένα και στενότερη ένωση, όμως με τη νέα τους πρόταση έρχονται να διαψεύσουν τους σκεπτικιστές. Αναφέρομαι φυσικά στην πρόταση και το αίτημα Γαλλίας και Γερμανίας για «βαθύτερη στρατιωτική ολοκλήρωση», προωθώντας ταυτόχρονα την ικανότητα της ΕΕ να ενεργεί ως πάροχος ασφαλείας. Οι δύο αυτές χώρες πιέζουν ιδιαίτερα την ΕΕ να ενισχύσει περαιτέρω τις κοινές αμυντικές δραστηριότητες έχοντας φυσικά υπ’ όψιν ότι ένα θωρακισμένο και δομημένο σχέδιο εν μέσω αυτής της πανδημικής κρίσης που διανύουμε, θα μπορούσε να κατευθύνει το μπλοκ στην επίτευξη θεμελιώδους ολοκλήρωσης.
Τo υπόμνημα αυτό Γαλλίας – Γερμανίας διόλου ευκαταφρόνητο μπορεί να θεωρηθεί, αφού η πρωτοβουλία αυτή έρχεται σε μία ιδιαίτερα κομβική και δύσκολη περίοδο στις διατλαντικές σχέσεις καθώς μόλις λίγες εβδομάδες νωρίτερα ο ίδιος ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ φέρεται να προέβη σε ένα τρίπτυχο διαμαρτυριών και προκλητικών ενεργειών, όπως την απομάκρυνση περίπου 10 χιλιάδων αμερικανικών στρατευμάτων από τη Γερμανία, την επικύρωση και την έγκριση κυρώσεων κατά του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου, και τέλος την απειλή για επερχόμενο χτύπημα στην ευρωπαϊκή αυτοκινητοβιομηχανία μέσω της επιβολής εισαγωγικών δασμών. Φυσικά δεν είναι η πρώτη φορά που οι ΗΠΑ και η Ευρώπη έρχονται σε ρήξη και διαφωνούν. Διαφορετική στάση έχουν επιδείξει σχετικά με πολλά ζητήματα, ορισμένα εκ των οποίων η επέκταση των κινεζικών τηλεπικοινωνιών, η αυστηρή και παρεμβατική στάση/υπόσταση της Κίνας στο Χόνγκ Κόνγκ, ο αγώνας κατά του κορωνοϊού, το σχέδιο του Ισραήλ να προσαρτήσει το έδαφος της Δυτικής Όχθης και φυσικά η στάση της Τουρκίας απέναντι στη Συρία και η καταπάτηση στην οποία επιδίδεται στη γη αυτή. Απέναντι στις διαιρέσεις και διαφωνίες αυτές ο επικεφαλής εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ Τζοσέπ Μπορέλ σημείωσε πως το ευρωπαϊκό μπλοκ παραμένει πρόθυμο να συνεργαστεί με τις ΗΠΑ αναφέροντας συγκεκριμένα πως «ενδεχομένως να μην συμφωνούμε σε όλα, αλλά η δέσμευση μας για τη διατλαντική συνεργασία είναι τόσο δυνατή όσο ποτέ».
Φιλοδοξία ή πραγματικότητα αναρωτιούνται πολλοί μπροστά σε αυτό το σχέδιο; Η απάντηση φυσικά δεν είναι μία. Από την μια πλευρά, ως σχέδιο το γαλλο-γερμανικό υπόμνημα προτείνει πρωταρχικά την εκπόνηση μιας διαβαθμισμένης αξιολόγησης απειλών από τις υπηρεσίες πληροφοριών της ΕΕ έως το τέλος του έτους, βάσει του οποίου το μπλοκ θα είναι σε θέση να κρίνει και να αποφασίσει πώς θα πρέπει να θωρακιστεί. Επίσης, γνωρίζοντας τις βασικές απειλές και τομείς στους οποίους απαιτείται ιδιαίτερη θωράκιση, θα είναι σε θέση να αποφασίσει πώς θα ενισχύσει τις κοινές δυνατότητες και δραστηριότητες του στο μέλλον σε όλους τους τομείς ξεκινώντας από τον σημαντικότερο, την εξασφάλιση ειρήνης και φθάνοντας μέχρι την ασφάλεια στον κυβερνοχώρο και το διάστημα. Η ΕΕ φυσικά έχει περάσει στην πρακτική υλοποίηση των ειρημένων της αφού έχει δρομολογήσει αρκετές πρωτοβουλίες για να εμβαθύνει και να ισχυροποιήσει την αμυντική της ολοκλήρωση. Το βασικό όμως εμπόδιο στην πραγμάτωση της ολοκλήρωσης είναι αφενός η έλλειψη ενός ικανοποιητικού αριθμού κονδυλίων για κοινές προμήθειες και αφετέρου οι συνεχείς εντάσεις που προκαλούνται, αφού για θέματα εξωτερικής πολιτικής η λήψη αποφάσεων γίνεται αποκλειστικά και μόνο μέσω ομοφωνίας, η οποία όμως τις περισσότερες φορές είναι πολύ δύσκολο να επιτευχθεί. Επίσης, η έντονη καχυποψία και επιφυλακή μερικών εθνών απέναντι στο ΝΑΤΟ -που κυριαρχείται από τις ΗΠΑ και αποτελεί το βασικό θεμέλιο και εγγυητή της ευρωπαϊκής ασφάλειας- δυσχεραίνει ακόμα περισσότερο το όραμα της αμυντικής ολοκλήρωσης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, που αποδεικνύει το χάσμα μεταξύ πραγματικότητας και φιλοδοξίας, είναι η πρόσφατη ναυτική αποστολή του μπλοκ για την επιβολή εμπάργκο όπλων στη Λιβύη που έγινε ύστερα από εντολή των Ηνωμένων Εθνών, όπου η δυσκολία συγκέντρωσης αρκετών πολεμικών πλοίων οδήγησε στην αποτυχία της αποστολής. Όπως σημείωσε και ο ίδιος ο Τζοσέπ Μπορέλ, «Το αποτέλεσμα της τελευταίας διάσκεψης παραγωγής δύναμης ήταν απογοητευτικό» ενώ μάλιστα ένα ξεχωριστό σημείωμα που εκπονήθηκε από το προσωπικό του ιδίου ανέφερε ότι σχεδόν όλες οι στρατιωτικές αποστολές του μπλοκ είναι ανεπαρκείς και ανεπιτυχείς. Παράλληλη, μεγάλη πληγή στο εγχείρημα αυτό είναι και το brexit. Όταν το 2018 η καγκελάριος Μέρκελ απευθυνόμενη στον Πρόεδρο Μακρόν του ζήτησε την δημιουργία ενός κοινού ευρωπαϊκού στρατού, το σχέδιο τότε φαινόταν και ρεαλιστικό και εφικτό. Τώρα όμως, δύο χρόνια αργότερα με το Ηνωμένο Βασίλειο να βρίσκεται εκτός μπλοκ και με τις αδυναμίες του ΝΑΤΟ να έρχονται στην επιφάνεια, το σχέδιο του ευρωπαϊκού στρατού φαντάζει πλέον τίποτα παραπάνω παρά «εγκεφαλικά νεκρό», όπως το χαρακτήρισε και ο Εμανουέλ Μακρόν. Φυσικά, παρά τις όποιες δυσκολίες και εμπόδια που εμφανίζονται στην επίτευξη του οράματος μιας κραταιάς και ισχυρής ευρωπαϊκής άμυνας, ως αυτοτελές στοιχείο το γαλλο-γερμανικό έγγραφο πολιτικής για την άμυνα του μπλοκ είναι ένα ιδιαίτερα ισχυρό παράδειγμα απόδειξης της δέσμευσης των δυο Ευρωπαϊκών οικονομικών υπερδυνάμεων για την επίτευξη μιας ολοένα και στενότερης και δυναμικότερης ένωσης.
Όπως σημειώθηκε και άνωθεν, είναι αδιαμφισβήτητο ότι οι σκεπτικιστές απέναντι σε αυτό το σχέδιο δεν θα δουν τίποτα περισσότερο παρά αδιάλειπτη φιλοδοξία, και αδιανόητη αισιοδοξία. Πολλοί θα πουν ότι το σχέδιο του κοινού ευρωπαϊκού στρατού είναι ένα όραμα χιλιοειπωμένο το οποίο όμως φυσικά δεν οδηγεί ποτέ πουθενά. Όμως, λαμβάνοντας υπ’ όψη τις αδυναμίες του ΝΑΤΟ που διαρκώς έρχονται στην επιφάνεια, την κρίση του κορωνοϊού που αντίστοιχα φέρνει τις αδυναμίες της ΕΕ στην επιφάνεια, τα έντονα ερωτήματα που προκύπτουν σχετικά με τη δέσμευση του Τραμπ για την εγγύηση της ασφάλειας της ηπείρου, καθώς και την όλο και ενισχυόμενη αντιπαλότητα ΗΠΑ – Κίνας, η υλοποίηση ενός τέτοιου σχεδίου μπορεί να είναι το αλεξικέραυνο εν μέσω αυτής της καταιγίδας κεραυνών που μπορεί να απειλήσει συθέμελα το οικοδόμημα της Ευρώπης. Άραγε είναι αρκετή η σύμπραξη Γαλλίας – Γερμανίας για να επιτευχθεί ένα τόσο μεγαλόπνοο σχέδιο, διότι όντως it takes two to tango, αλλά όλα θα εξαρτηθούν από τη διάθεση της ορχήστρας….